Η στρατηγική του Πομπήιου για την αντιμετώπιση της πειρατείας στην Μεσόγειο το 67π.Χ
Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου
Συγγραφεύς – Ερευνήτρια Ναυτικής Ιστορίας
Μέλος Ελληνικής Εταιρίας Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΕΣΜΕ)
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ιστορικές Σελίδες»,
τεύχος 30, σελ.63, Αμυντική Γραμμή, Αύγουστος 2008.
ΦΩΤΟ.:www.telias.free.fr |
Το φαινόμενο της πειρατείας εκείνη την εποχή
Το φαινόμενο της πειρατείας εκείνη την εποχή δεν ήταν περιστασιακό αλλά παρουσίαζε μία σύγχρονη μορφή οργανωμένου εγκλήματος. Συνδεόταν με την παραοικονομία των υπό ανάπτυξη χωρών, την διαφθορά, τα αποσχιστικά κινήματα και της χαμηλής εντάσεως συγκρούσεις. Για το λόγο αυτό, και η επιβολή ρυθμιστικού πλαισίου δυσχεραινόταν τόσο από την συνεργασία πειρατών και πολιτείας όσο και τοπικών εμπλεκόμενων φορέων οι οποίοι όχι μόνο δεν εδίωκαν τους πειρατές αλλά και δεν κατέγραφαν σωστά τα σχετικά περιστατικά. Ενδεικτικά αναφέρουμε μία περίπτωση, πολύ πριν την περίοδο που εξετάζουμε, κι αφορά εκείνη των Ιλλυριών πειρατών που κινούνταν «υπό την αιγίδα» της βασίλισσας τους Τεύτα. Έχει μείνει ιστορική δε η απάντηση της στους Ρωμαίους πρέσβεις που την επισκέφτηκαν προκειμένου να της ζητήσουν να πάψουν τα αδικήματα των Ιλλυριών εναντίον τους :
Τα καρτέλ της πειρατείας ήταν πολύ καλά οργανωμένα τόσο σε επιχειρηματικό όσο και σε επίπεδο διασυνδέσεων.
Από την εποχή του Σύλλα πειρατικές επιθέσεις από πολυμελή πληρώματα «που έμοιαζαν περισσότερο με στόλο παρά με πειρατικά» λυμαίνονταν τις ακτές. Κατά τον Αππιανό, ο πρώτος που δημιούργησε τα εφιαλτικά πειρατικά πληρώματα που απασχόλησαν σοβαρά την Ρώμη ήταν ο Μιθριδάτης, που έκανε και ο ίδιος πειρατείες. Οι μικρές αυτές μοίρες αυξήθηκαν αστραπιαία, ιδιαίτερα κατά την διάρκεια του Μιθριδατικού πολέμου, πρώτα με ελαφρά πλοία και ημιολίες, αργότερα με τριήρεις και δίκροτα, και οι επιθέσεις τους πλέον δεν περιορίζονταν σε πλοία αλλά σε λιμάνια, οχυρά και πόλεις. Λέγεται δε, ότι όταν κατέλαβαν την Σαμοθράκη, σύλησαν το ιερό της νήσου, του οποίου η διακόσμηση υπολογιζόταν γύρω στα χίλια τάλαντα[2]
Είχαν ιδρύσει πειρατικούς ναύσταθμους, τειχισμένους φάρους και διέθεταν στόλους εξασκημένους σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις
[…και σημείωναν επιτυχίες όχι μόνο εξαιτίας των εξαιρετικών πληρωμάτων που διέθεταν, της επιδεξιότητας των κυβερνητών, της ελαφρότητας και ταχύτητας των σκαφών, αλλά και από τον φόβο που ενέπνεαν μεγαλύτερη ήταν η αγανάκτηση για την αξιοζήλευτη μεγαλοπρέπειά τους, γιατί είχαν επιχρυσώσει τα κοντάρια των σημαιών, είχαν κόκκινα χαλιά και επάργυρα κουπιά, σαν να τους ευχαριστούσαν τα εγκλήματα και να υπερηφανεύονταν γι αυτά]
«…ου πληρωμάτων μόνον ευανδρίας ουδέ τέχναις κυβερνητών ουδέ τάχεσι νεών και κουφότησιν εξησκημένοι προς το οικείον έργον, αλλά του φοβερού μάλλον αυτών το επίφθονον ελύπει και υπερήφανον, στυλίσι χρυσαίς και παραπετάσμασιν αλουργείς και πλάταις επαργύροις, ώσπερ εντρυφώντων τω κακουργεί και καλλωπιζομένων»[3]
Είχαν συγκροτήσει το πειρατικό ναυτικό τους με απόλυτο σεβασμό στην ιεραρχία, έχοντας επικεφαλής λήσταρχους τους οποίους τους θεωρούσαν ως στρατηγούς σε πόλεμο. Τα λάφυρά τους τα ονόμαζαν στρατιωτική αμοιβή «μισθούς εκάλουν στρατιωτικούς», και θεωρούσαν τους εαυτούς τους βασιλείς, ή μεγάλους στρατούς που αν ένωναν την δύναμή τους θα ήταν αήττητοι[4]. Είχαν τεχνίτες οι οποίοι κατασκεύαζαν γι αυτούς πλοία και όπλα. Διέθεταν ορμητήρια παντού με κυριότερο τις ακτές της περιοχής της Κιλικίας για τον λόγο αυτό τους καλούσαν όλους με το κοινό όνομα Κίλικες. Η δύναμή τους κυριαρχούσε σε όλη την Μεσόγειο κι έφτανε μέχρι τις Ηράκλειες Στήλες (Γιβραλτάρ)
Το φαινόμενο της πειρατείας είχε πάρει πλέον τεράστιες διαστάσεις. Κανείς δεν μπορούσε να πλεύσει με ασφάλεια. Δημιουργήθηκε έλλειψη εμπορικών συναλλαγών. Η γη έμμεινε ακαλλιέργητη. Η Ρώμη αντιμετώπιζε μεγάλο πρόβλημα. Οι πολυάριθμοι κάτοικοί της άρχισαν να λιμοκτονούν. Έπρεπε να δοθεί ένα τέλος σε ένα πρόβλημα ιδιαίτερα δύσκολο. Οι πειρατικοί στόλοι ήταν πάρα πολλοί, διαιρεμένοι παντού κι εξορμούσαν δίχως συγκεκριμένη τακτική, από οποιοδήποτε σημείο, κρυφό ή φανερό. Με αυτήν εξάλλου την ασυνήθιστη φύση πολέμου επικρατούσαν αφού, κυρίως, προκαλούσε σύγχυση και φόβο.
Κόστος πειρατείας
Τα πειρατικά πλοία ήταν πάνω από 1.000 και οι πόλεις που κυριεύτηκαν από αυτούς πάνω από 400. Ενδεικτικά αναφέρουμε ένα μέρος του κόστους των πειρατικών αυτών επιθέσεων. Ούτως ή άλλως δεν χρειάζεται να μακρηγορήσουμε για να καταλάβουμε το πόσο στοίχισαν οι επιδρομές αυτές εκείνης της περιόδου σε πολιτισμικό, θρησκευτικό κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.
1. Καταστροφή και ληστεία Ιερών ανιδρυμένων σε παραλιακές ελληνικές πόλεις τα οποία φημίζονταν για τους θησαυρούς τους.
2. Σύληση του μαντείου του Κλαρίου Απόλλωνος (εντός του κόλπου της Εφέσου) το οποίο θεωρείτο ισότιμο με το μαντείο των Δελφών,
3. Αφαίρεση του αγάλματος « ο Φιλήσιος Απόλλων» από τον ναό του Απόλλωνος, στους Δυδίμους της Μικράς Ασίας, έργο του Σικυώνος χαλκοπλάστη Κανάχου (500 π.Χ.)
4. Λεηλασία (86 π.Χ.) του πλουσιοτάτου ναού των Καβείρων από τον οποίων διήρπασαν 1.000 τάλαντα.
5. Καταστροφή του ιερού της πολιούχου Χθονίου Δήμητρας, στην Ερμιόνη. Εδώ αξίζει να προσθέσουμε ότι αφαίρεσαν τα πορθμεία με τα οποία εφοδιάζονταν οι νεκροί Ερμιονείς για το ταξίδι τους στον Άδη, τα οποία ανέρχονται σε σημαντικό αριθμό αρχαίων ταλάντων.
6. Κλοπή του ναού του Ασκληπιού στην Επίδαυρο, του ναού του Ποσειδώνος στον ισθμό της Κορίνθου, στο Ταίναρο και στην Καλαυρία (αρχαία ονομασία της νήσου Πόρου).
7. Πυρπόληση του ναού του Απόλλωνος στο Άκτιο και στην Λευκάδα καθώς και των ναών της Ήρας που είχαν ιδρυθεί στην Σάμο, στο Άργος και στο ακρωτήριο Λακίνιο κ.λ.π. (Πλουτάρχου, Πομπήιος 24, 6)
Προσπάθειες για την καταπολέμηση της πειρατείας.
Από την απώτερη αρχαιότητα, πολλοί προσπάθησαν να περιορίσουν ή να εξαλείψουν την πειρατεία, αλλά ως επί τω πλείστω οι προσπάθειες περιορίζονταν σε τοπικά μέτρα και σε επιχειρήσεις μικρής κλίμακας, δίχως ενέργειες για ευρύτερη κάλυψη. Από τις πηγές που έχουμε έως τώρα, απ’ όλες τις προσπάθειες για καταπολέμηση του φαινομένου της πειρατείας, ξεχώρισαν μόνο η περίπτωση του βασιλιά Μίνωα και του Πομπήιου[5]
Για τον πρώτο, το γνωρίζουμε από απλές αναφορές του Θουκυδίδη ενώ για τον δεύτερο έχουμε περισσότερες πληροφορίες. Μια μνεία, επίσης από τον Θουκυδίδη, γίνεται και για τον πολεμικό στόλο των Κορινθίων ο οποίος κατεδίωκε την πειρατεία σε σημείο ώστε όχι μόνο να προφυλάξει την Κόρινθο από τις πειρατικές επιθέσεις αλλά και να εξασφαλίσει για πολλά χρόνια τον πλούτο της και να την κάνει κέντρο εμπορίου κατά γη και κατά θάλασσα
[Και όταν η ναυσιπλοΐα έγινε συχνότερη μεταξύ των Ελλήνων, οι Κορίνθιοι απέκτησαν πολεμικό στόλο και κατεδίωκαν την πειρατεία, παρέχοντες δε κέντρο εμπορίου κατά γη και κατά θάλασσαν, προήγαγαν την πόλιν μέσω των αυξηθέντων εισοδημάτων της σε μεγάλη δύναμη]
«επειδή τε οι Έλληνες μάλλον έπλωζον, τας ναυς κτησάμενοι το ληστρικόν καθήρουν, και εμπόριον παρέχοντες αμφότερα δυνατήν έσχον χρημάτων προσόδω την πόλιν»[6].
Οι περισσότεροι που ασχολήθηκαν με τους πειρατές ενδεχομένως να μην τους θεώρησαν ως αξιόμαχους αντιπάλους, να μην αντιλήφθηκαν το μέγεθος του προβλήματος γι αυτό ίσως και να μην δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στο θέμα της αντιμετώπισης τους. Από την άλλη, ίσως και να μην είχε φτάσει ποτέ σε τέτοια έξαρση. Ακόμα και στις περιπτώσεις που η πολιτεία έπαιζε τον ρόλο του «τροφοδότη» του φαινομένου, δεν αποκλείεται να ήταν μία από τις ελάχιστες φορές που η πειρατεία έγινε ανεξέλεγκτη σε σημείο ώστε οι ρόλοι να είχαν αντιστραφεί και να έπρεπε πλέον να δοθεί μια ουσιαστική λύση.
Γενικά, για την πρόληψη και την καταστολή περιπτώσεων πειρατείας φαίνεται πως οι αρμόδιες αρχές, στην καλλίτερη περίπτωση, απλώς είχαν ψηφίσει νόμους και τίποτε περισσότερο από αυτό. Κανένα πλάνο δράσης για άμεση αντίδραση, καμία κάλυψη από σταθμούς ξηράς οι οποίοι να είναι συνεχώς λειτουργήσιμοι. Η μόνη εξαίρεση ενδεχομένως να είναι επί της εποχής του Μίνωα ο οποίος πραγματικά θα έπρεπε να είχε μελετήσει πολύ το θέμα αυτό αφού μια μαρτυρία φέρνει στο φως ότι αυτός υπήρξε ο πρώτος που εφήρμοσε πλάνο συνεχούς θαλάσσιας καλύψεως τόσο από νόμους που έθεταν περιοριστικά μέτρα όσο και από περιπολίες.
[…Λέγει λοιπόν ότι υπήρχε κοινό ψήφισμα όλων των Ελλήνων, καμία τριήρης να μην αποπλέει από κανένα μέρος με περισσότερους από πέντε άνδρες. Μόνο στον Ιάσονα, τον κυβερνήτη του πλοίου Αργώ,… επετρέπετο να πλέει στα πέριξ καταδιώκοντας από την θάλασσα τα ληστρικά πλοία]
«…ότι δόγμα κοινόν ην Ελλήνων μηδεμίαν εκπλεόιν τριήρη μηδαμόθεν ανδρών πέντε πλείονας δεχομένην. Τον δ’ άρχοντα της Αργούς Ιάσονα μόνον….περιπλείν εξείργοντα της θαλάττης τα ληστήρια»[7]
Όσο αφορά στον Πομπήιο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε το φαινόμενο αυτό. Πολύ πιο πριν την επιχείρηση αυτή είχε γίνει μια προσπάθεια[8], η πρώτη κατά των πειρατικών στιφών εκστρατεία ή αλλιώς ο πρώτος πειρατικός πόλεμος που έγινε το 78 π.Χ. αλλά δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Αντιθέτως η δεύτερη εκστρατεία ήταν αυτή που πραγματικά ξεχώρισε τόσο για το αποτέλεσμα της όσο και για την στρατηγική στην θάλασσα που ακολούθησε.
Το έτος 67 π.Χ. αφού η πρώτη επιχείρηση απέβη άκαρπη η Σύγκλητος αποφάσισε να επιτρέψει την αρχηγία στον Πομπήιο για την εκστρατεία κατά των πειρατών, χορηγώντας σε αυτόν εξαιρετική εξουσία που όμοια της δεν είχε δοθεί σε κανέναν άλλον παλαιότερα. Δεν θα αναφερθούμε στις αντιρρήσεις κάποιων προσώπων και τα όσα επακολούθησαν αλλά θα εστιάσουμε καθαρά στην ναυτική τακτική που ακολούθησε.
Η Ναυτική Τακτική του Πομπήιου.
Δυνάμεις του Πομπήιου:
Πλοία: 500
Οπλίτες: 120.000
Ιππείς: 5.000
Αρχηγοί και στρατηγοί: 24
Πειρατικές Δυνάμεις:
Πλοία: πάνω από 1.000
(Πλούταρχος, Πομπήιος, 26,3 & 24, 6)
Το σχέδιο του Πομπηίου δεν ήταν να κυνηγήσει όποιο πειρατικό πλοίο έβλεπε μπροστά του μέχρι να τα εξαφανίσει όλα, κάτι που ίσως στο παρελθόν να έπραξαν αρκετοί. Αυτό θα πρόδιδε αφελέστατη σκέψη από έναν τόσο μεγάλο και διορατικό στρατηγό. Η καλή σχεδίαση είναι ο μεγαλύτερος παράγοντας επιτυχίας μιας επιχείρησης.
Έτσι λοιπόν σκέφτηκε να διαιρέσει σε 13 μέρη τα πελάγη και την έκταση της εσωτερικής θάλασσας, να κατανείμει την δύναμή του και να διορίσει στρατηγούς δίνοντάς στον καθένα απόλυτη εξουσία στο μέρος που του είχε ανατεθεί. Επίσης έδωσε σε όλους πλοία, ιππικό και πεζικό ενώ ο ίδιος ο Πομπήιος εκινείτο ανάμεσά τους και επιθεωρούσε.
Εξουσίες Στρατηγών
Περιοχές
|
Στρατηγοί
| |
Ιβηρία
|
Τιβέριος Νέρων
| |
Ηράκλειες Στήλες
|
Μάλλιος Τορκουάτος
| |
Λιγυστίνη & Κελτική θάλασσα
|
Μάρκος Πομπώνιος
| |
Λιβύη Σαρδηνία, Κορσική & κοντινά νησιά
|
Λέντουλος Μαρκελλίνος & Πούπλιος Ατίλιος
| |
Ιταλία
|
Λούκιος Γέλλιος & Γναίος Λέντουλος
| |
Σικελία
|
Πλώτιος Βάρος
| |
Ιόνιο
|
Τερέντιος Βάρων
| |
Πελοπόννησο, Αττική, Εύβοια, Θεσσαλία, Μακεδονία & Βοιωτία
|
Λούκιος Σισιννάς
| |
Νησιά, Αιγαίο & Ελλήσποντος
|
Λούκιος Λόλλιος
| |
Βιθυνία, Θράκη, Προποντίδα & στόμιο Πόντου
|
Πούπλιος Πείσων
| |
Λυκία, Παμφυλία, Κύπρο & Φοινίκη
|
Μέτελλος Νέπως
|
(Αππιανός, Ρωμαϊκών, Μ, (14) 95 )
Οι στρατηγοί είχαν διαταχθεί:
α) να εκτελούν επιθετικό και αμυντικό έργο
β) να φρουρούν τις περιοχές που είχαν εξουσία
γ) να συλλαμβάνουν εκείνους που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τους άλλους
Ειδικά το τελευταίο (γ) έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στο στρατηγικό αυτό σχέδιο αφού οι στρατηγοί δεν αναγκάζονταν κατά τις καταδιώξεις να απομακρύνονται πολύ από τις θέσεις τους αλλά και ούτε να τραβούν σε μάκρος την αποστολή με το να γυρνούν γύρω-γύρω.
Ουσιαστικά το σχέδιο αυτό δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από τα σύγχρονα μέτρα που προτείνουν οι διεθνείς φορείς για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Παρά την έλλειψη των σύγχρονων τεχνολογικών μέσων και επικοινωνιών, ο Πομπήιος εγκαθίδρυσε δυναμικά ένα ενιαίο πλαίσιο διαδικασιών εντολών και ελέγχου, πολιτικών και πρακτικών για επιχειρήσεις και καταδιώξεις.
Ξεκινώντας, τα πειρατικά πλοία που συναντούσαν οι στρατηγοί τα περικύκλωναν με σκοπό να τα κυνηγήσουν και να τα οδηγήσουν στην ξηρά. Σε αυτό το σημείο όσοι από τους πειρατές ξέφευγαν κατέφευγαν σαν σμήνος στην Κιλικία. Λογικά η επόμενη κίνηση θα ήταν να επιτεθεί με τα καλύτερα πλοία του στην Κιλικία. Παρ’ όλο που το είχε στα σχέδια του δεν βιάστηκε να το πράξει γιατί πρώτα έπρεπε να καθαρίσει όλα τα υπόλοιπα ορμητήρια ώστε να εξασφαλίσει άμεσο αποκλεισμό των πειρατών σε ένα μόνο «κεντρικό» ορμητήριο. Έτσι λοιπόν καθαρίζει από τα ληστρικά ορμητήρια το Τυρρηνικό πέλαγος, το Λιβυκό, τα πελάγη κοντά στην Σαρδηνία, στην Κύρνο και στην Σικελία. Αναφέρει δε ο Πλούταρχος (26,7), ότι όλο αυτό το πέτυχε ο Πομπήιος σε 40 ημέρες, «εκμεταλλευόμενος κάθε δυνατότητα καθώς και την προθυμία των στρατηγών». Κατά τον Αππιανό, ενώ οι πειρατές ήσαν έτοιμοι να επιτεθούν πρώτοι, βλέποντας όλη αυτή την προετοιμασία φοβήθηκαν, κι εγκατέλειψαν τις πόλεις που πολιορκούσαν. Δίχως πολλή σκέψη αποσύρθηκαν στα ναυτικά λημέρια τους.
Η στιγμή να πάει ο Πομπήιος στην Κιλικία, πλησίαζε. Οι περισσότεροι από τους πειρατές, επιβιβάστηκαν στα πλοία τους κοντά στο Κορακήσιο της Κιλικίας. Ο Πομπήιος είχε στην διάθεσή του τα καλλίτερα από τα πλοία του αλλά και πολλές πολεμικές μηχανές. Έδειξε ότι είχε μελετήσει πολύ την επιχειρησιακή του σχεδίαση δίνοντας βάση στους σταθερούς παράγοντες που επηρεάζουν τις δυνατές ενέργειες ήτοι την υδρογραφία. Μελετώντας την δυσκολοδιάβατη περιοχή των επιχειρήσεων με τις πολλές απόκρημνες κορυφές αποφάσισε ότι θα έπρεπε να υπάρχουν διαθέσιμα οπλικά συστήματα τόσο για μάχες όσο και για πολιορκίες. Το παράδοξο στην ιστορία είναι ότι, τελικώς, τίποτε από όλο αυτόν τον εξοπλισμό δεν χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει γιατί οι πειρατές δεν έδωσαν καμία απολύτως μάχη!
[Γιατί οι πειρατές, κατατρομαγμένοι από την φήμη και την προετοιμασία του (του Πομπηίου), και ελπίζοντας ότι, αν δεν μάχονταν μαζί του, θα εξασφάλιζαν την φιλανθρωπία του, παραδόθηκαν…..όλοι, ο ένας μετά τον άλλον]
«το γαρ κλέος αυτού και την παρασκευήν οι λησταί καταπλαγέντες και ελπίσαντες, ιε μη δια μάχης έλθοιεν, τεύξεσθαι φιλανθρώπου…και εφεξής άπαντες εαυτούς ενεχείρισαν»[9]
Η επί ίσοις όροις αντιμετώπιση του εχθρού από τον Πομπήιο, η διάθεσή του να τον αντιμετωπίσει ως έναν αξιόμαχο αντίπαλο και όχι -εμπνευσμένος από αλαζονεία- ως έναν υποδεέστερο, γύρισε «μπούμερανγκ» στους πειρατές οι οποίοι τελικά βλέποντας την τόση προετοιμασία φοβήθηκαν και με μια σύντομη εκτίμηση και ανάλυση αντιτιθέμενων ενεργειών το έβαλαν στα πόδια κάνοντας αυτόν τον σπουδαίο πειρατικό πόλεμο να λήξει τόσο απλά!
Το τέλος του πειρατικού πολέμου δόθηκε και τα ορμητήρια απαλείφθηκαν σε χρόνο λιγότερο των τριών μηνών! Οι αιχμάλωτοι πειρατές δεν θανατώθηκαν από τον Πομπήιο παρά μόνο εκείνοι που σκοτώθηκαν κατά τις μάχες και οι οποίοι υπολογίζονται περίπου στους 10.000.
Ο Πομπήιος, φαίνεται, μεταξύ άλλων, ότι κατά την επιχειρησιακή του σχεδίαση, εκμεταλλεύτηκε κυρίως δύο παράγοντες. Τους σταθερούς (υδρογραφία, έδαφος και τοπογραφία, τόποι και αποστάσεις, γραμμές μεταφορών και εφοδιασμού κλπ.), και την ψυχολογία.
Η εξέταση των ψυχολογικών παραγόντων τον οδήγησε στην επισήμανση παραγόντων Ισχύος και Αδυναμιών (για τις δικές του δυνάμεις και του εχθρού). Αντιλήφθηκε ότι έπαιξε ρόλο μια πολύ απλή ψυχολογική επιχείρηση η οποία θα οδηγούσε εύκολα τον εχθρό σε παράδοση. Αυτή δεν ήταν άλλη από την ιδιαίτερα ανθρώπινη αντιμετώπιση που έδειξε στους αιχμαλώτους. Κι εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι υπάρχουν στα αρχαία ελληνικά κείμενα από όλες τις περιόδους περιπτώσεις πειρατών οι οποίοι όταν αιχμαλωτίζονταν τιμωρούνταν αυστηρώς. Ο πειρατής, ανάλογα με τα εγκλήματα που είχε πράξει, (κλοπή, βασανισμό, φόνο εκ προμελέτης κλπ) τύγχανε από την πολιτεία και της ανάλογης τιμωρίας[10] η οποία στην καλλίτερη περίπτωση ήταν η φυλάκιση ενώ στην χειρότερη η καταδίκη σε θάνατο αφού προηγούνταν βασανιστήρια. Αναφέρονται δε και όργανα βασανισμού όπως ο τροχός.
[ο άνθρωπος αυτός δεν έχει το δικαίωμα να έλθει εδώ να κλαίει. μοιάζει με τους πειρατές, οι οποίοι κλαίνε επάνω στον τροχό, ενώ ήταν στην εξουσία τους να μην ανεβούν στο πλοίο τους]
«ούτος δ’ αν [κλαίων] ου δίκαια ποιήσ[ειεν], ώσπερ και οι λ[ησταί] οι επί τροχού κλαίοντες, εξόν αυ[τοίς] μη εμβαίνε[ιν εις] το πλοίον.»[11]
Όσοι από τους πειρατές παραδίδονταν με γυναίκες και παιδιά στον Πομπήιο εκείνος τους αντιμετώπιζε με μεγαλοψυχία κι αφού έπαιρνε τα πλοία τους δεν τους κακοποιούσε, ενώ αντιθέτως όσοι συνέχιζαν τον πόλεμο τους σκότωνε[12].
Εύλογα θα ρωτήσει κανείς τι τους έκανε τόσους πολλούς πειρατές που μάζεψε; Η αλήθεια είναι πως ούτε τους τιμώρησε ούτε τους θανάτωσε. Επειδή πίστευε ότι ο άνθρωπος, όσο άγριος κι αν είναι, εξημερώνεται με τις αλλαγές των συνηθειών και των τρόπων ζωής σκέφτηκε να τους μεταφέρει από την θάλασσα στην στεριά, να αρχίσουν μια καινούργια ζωή μαθαίνοντας να καλλιεργούν την γη και να ζουν στις πόλεις. Οι μικρές και σχεδόν έρημες πόλεις των Κιλίκων αύξησαν το μέγεθός τους από τους πρώην πειρατές οι οποίοι ξεκίνησαν μια καινούργια κι έντιμη ζωή. Η πόλη των Σολίων που είχε ερημωθεί από τον βασιλιά των Αρμενίων Τιγράνη, επανιδρύθηκε από τους πειρατές που εγκατέστησε εκεί ο Πομπήιος. Το ίδιο έγινε και στην Αχαϊκή πόλη Δύμη η οποία δεν είχε κατοίκους αλλά είχε πολύ εύφορη γη. (στο ίδιο, 28)
Ο πιο δύσκολος πόλεμος που απασχόλησε τόσο πολύ τον κόσμο σε λίγες ημέρες έληξε.
Ο Πομπήιος δέχθηκε τιμές και εξουσίες τόσες πολλές συγκεντρωμένες που ποτέ δεν είχαν δοθεί πρωτύτερα σε άλλον.
Κατάληξη Πειρατικού πολέμου
Πειρατικά πλοία: συλλήφθηκαν 71
Παραδόθηκαν 306
Πόλεις: Παραδόθηκαν 120
Εξουσίες που δόθηκαν στον Πομπήιο μετά την επιτυχία του:
· Να κάνει πόλεμο όπου ήθελε
· Να συνάπτει συνθήκες
· Να ανακηρύσσει φίλους ή εχθρούς των Ρωμαίων κατά την κρίση του
· Να διοικεί τον στρατό και πέρα από τα σύνορα της Ιταλίας
ΠΗΓΕΣ / ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Αππιανός, Ρωμαϊκά, Βιβλίο Μ, εκδόσεις Κάκτος
Πλούταρχος, Πομπήιος, εκδόσεις Κάκτος
Πολύαινος, Στρατηγήματα, εκδόσεις Γεωργιάδης
Simon Aglim, Phyllis G. Jestice, Rob S Rice, Scott M Rush, John Serrati, «Τεχνικές Μάχης στον Αρχαίο Κόσμο», εκδόσεις Σαβάλας 2005
William Ledyard Rodgers, “Greek and Roman Naval Warfare”, Airlife Publishing Limited 1964
[1] Πολύβιος, Ιστορίες Β’ 8,8
[2] Αππιανός, Ρωμαϊκά, Μ 9, 63
[3]Πλούταρχος, Πομπήιος, 24, 4
[4] Αππιανός, Ρωμαϊκά Μ 14, 92
[5] Από τον Διόδωρο Σικελιώτη μαθαίνουμε για το σημαντικό ρόλο που έπαιξε και η Ρόδος στην αντιμετώπιση της πειρατείας, όταν βρισκόταν στο ύψιστο σημείο της ναυτικής της δυνάμεως.
[Είχε φτάσει μάλιστα σε τέτοιο σημείο δύναμης, ώστε είχε αναλάβει μόνη της, για χάρη των Ελλήνων, τον πόλεμο εναντίον των πειρατών, και να αποδώσει καθαρή την θάλασσα από τους κακοποιούς]
«επί τοσούτον γαρ προεληλύθει δυνάμεως ώσθ’ υπέρ μεν των Ελλήνων ιδία τον προς τους πειρατάς πόλεμον επαναιρείσθαι και καθαράν παρέχεσθαι των κακούργων την θάλατταν» (Διόδωρος Σικελιώτης, Κ 81, 3 )
[6] Θουκυδίδης, Ιστορίες Α’ 13
[7] Πλούταρχος, Θησεύς, 19
[8] Μια επιχείρηση εναντίον τους είχαν κάνει ο Μουρήνας και ο Σερβίλιος Ισαυρικός αλλά δεν κατάφεραν τίποτε το σημαντικό (Αππιανός, Ρωμαϊκά, Μ, 93).
[9] Αππιανός, Ρωμαϊκά, 14, 96
[10] Οι ποινές για τα παραπάνω εγκλήματα ίσχυαν γενικά για τους πολίτες και όχι μόνο για τους πειρατές [Όποιος με πρόθεση φόνευσε τιμωρείται με «αειφυγεία» (εξορία δια βίου) και δήμευση της περιουσίας του ή με την ποινή του θανάτου]
«τους εκ προνοίας αποκτείναντας αειφυγία και δημεύσει των υπαρχόντων και θανάτω ζημιούσι» (Δημοσθένης, Κατά Μειδίου 43)
Η ίδια ποινή ίσχυε και για την σωματική βλάβη εκ προμελέτης καθώς και για την αρπαγή και μετέπειτα πώληση ελεύθερων πολιτών (Δημοσθένης, Κατά Φιλίππου Α’ 46).
[11] Υπερείδης, Κατά Δημοσθένους, XL