Η ναυτική αιώρα
Περί
Αλός
Κρίστυ
Εμίλιο Ιωαννίδου
Συγγραφεύς
– Ερευνήτρια Ναυτικής Ιστορίας
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό
ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΣ
Αθήνα, Ε.Α.ΑΝ./ΓΕΝ: 2022 τ. 1.061 (ΑΠΡ), σσ. 74-76.
Βρετανικό Θωρηκτό HMS Rodney ΦΩΤΟ: Imperial War Museums Admiralty Official Collection A 166 By R.G.G. Cootes |
Η πρώτη αιώρα στην ιστορία
Αν
και είναι δύσκολο να τοποθετήσουμε με χρονολογική ακρίβεια την πρώτη αιώρα, με
την σύγχρονη μορφή που γνωρίζουμε, καθώς τα αρχαιολογικά ευρήματα είναι πολύ
περιορισμένα, εντούτοις θα προσπαθήσουμε να ρίξουμε φως στις πρώτες επιχειρήσεις
κατασκευής κρεμαστού κρεβατιού. Οι περισσότεροι τοποθετούν τις απαρχές της στις
Δυτικές Ινδίες όπου ο Κολόμβος τις μετέφερε στην Ευρώπη [1]. Ωστόσο αν
ανατρέξουμε σε αρχαία κείμενα θα βρούμε ότι κρεμαστά κρεββάτια είχαν κάνει την
εμφάνισή τους από τότε. Ο Πλούταρχος μας πληροφορεί ότι ο Αλκιβιάδης είχε τόσο
πολύ συνηθίσει στην τρυφηλή ζωή που δεν μπορούσε να κοιμηθεί στα καταστρώματα των
πλοίων αλλά σε κουνιστά κρεββάτια από στρώματα:
«Ἐν δὲ τοιούτοις πολιτεύμασι καὶ λόγοις καὶ
φρονήματι καὶ δεινότητι πολλὴν αὖ πάλιν τὴν τρυφὴν τῆς διαίτης καὶ περὶ πότους
καὶ ἔρωτας ὑβρίσματα, καὶ θηλύτητας ἐσθήτων ἁλουργῶν ἑλκομένων δι᾽ ἀγορᾶς, καὶ
πολυτέλειαν ὑπερήφανον, ἐκτομάς τε καταστρωμάτων ἐν ταῖς τριήρεσιν, ὅπως
μαλακώτερον ἐγκαθεύδοι, κειρίαις, ἀλλὰ μὴ σανίσι, τῶν στρωμάτων ἐπιβαλλομένων, ἀσπίδος
τε διαχρύσου ποίησιν οὐδὲν ἐπίσημον τῶν πατρίων ἔχουσαν» [2].
Ο
Πλίνιος ο Πρεσβύτερος στις ιατρικές συμβουλές του περιγράφει ότι ο αρχαίος
Έλλην φυσιολόγος και ιατρός Ασκληπιάδης (1ος αι. μ.Χ.) πρότεινε ότι
η αιώρα βοηθούσε στην ηρεμία και στον καλό ύπνο των ασθενών[3]. Το ίδιο
υποστήριζε για τον Ασκληπιάδη και ο Ρωμαίος εγκυκλοπαιδιστής Aulus Cornelius Celsus
(25 π.Χ. – 50 μ.Χ.) στο έργο του De Medicina. Αναφέρει ότι κρεμώντας τα
κρεββάτια (isuspendendo lectulos) θα μπορούσε να μειώσει τις ασθένειες ή να
βοηθήσει τους ασθενείς στις αϋπνίες.
«alia quoque blandimenta excogitabat, iam suspendendo lectulos, quorum
iactatu aut morbos extenuaret aut somnos adicieret, iam balneas avidissima
hominum cupidine instituendo et alia multa dictu grata atque iucunda, magna
auctoritate nec minore fama»[4].
Μελετητές,
όπως ο Sven
Loven,
πιστεύουν ότι οι Αραουάκοι (Arawak)
μία από τις φυλές των ιθαγενών λαών των Δυτικών Ινδιών, ήταν οι πρώτοι που
ανέπτυξαν την αιώρα. Την έπλεκαν από μανιόκα [5], φλοιό, αγαύη (σιζάλ) ή ίνες
βάτου. Η ομάδα των Αραουάκων, οι Taíno, χρησιμοποίησαν πρώτη ύλη το
βαμβάκι για την κατασκευή της. Στη συνέχεια, μια άλλη ομάδα ιθαγενών, οι Caribs, έφεραν την βαμβακερή αιώρα στις
Μικρές Αντίλλες[6]. Όταν ο Χριστόφορος Κολόμβος είδε για πρώτη φορά αιώρα το
1492 πήρε αρκετές στο ταξίδι του και τις έκανε γνωστές στην Ευρώπη [7]. Το
1505, ο Amerigo Vespucci έγραψε πληροφορίες για το πώς οι ιθαγενείς «κοιμούνται
σε αιώρες από βαμβάκι, αιωρούμενες στον αέρα, χωρίς κανένα κάλυμμα»[8]. Δεν
άργησε σιγά-σιγά αυτός ο διασκεδαστικός τύπος κρεβατιού να εξαπλωθεί ευρέως και
να αποτελέσει, μεταξύ άλλων και είδος ναυτικού εξοπλισμού.
Η ναυτική αιώρα
Αν
και η πρώτη εμφάνιση της ναυτικής αιώρας ως ιδέα για κρεμαστό κρεβάτι σε πλοίο φαίνεται
να ανήκει στον Αλκιβιάδη, δεν έχουμε όμως έκτοτε κάποια άλλη αναφορά για κρεμαστή
κλίνη. Ενδεχομένως κάτι τέτοιο να μην ήταν
αποδεκτό από τους αρχαίους Έλληνες, να μην ταίριαζε με τη σκληρή ναυτική
εκπαίδευση στις τριήρεις, με το γενναίο πνεύμα της εποχής και εν γένει με το
ήθος τους. Από την άλλη πλευρά, αν υποθέσουμε ότι η περιγραφή στο αρχαίο
κείμενο αποτελούσε απλώς μια «λογοτεχνική»
υπερβολή του Πλουτάρχου τότε ίσως η ιδέα μιας τέτοιας κατασκευής να ανήκει, σε
τελική ανάλυση, στον Πλούταρχο. Ελλείψει
αρχαιολογικών ευρημάτων και κειμένων για χρήση αιώρας σε πλοίο θα πρέπει να περιοριστούμε
σε αναφορές από αρχεία του 16ο αιώνα και μετέπειτα.
Ο
Άγγλος στρατιωτικός και εξερευνητής Sir Walter Raleigh, αναφέρει ότι το 1595
έχουμε την πρώτη επίσημη καταγραφή για αιώρες στα πλοία του Βρετανικού
Βασιλικού Ναυτικού (Royal
Navy)
τις οποίες δεν αποκαλούσαν «hammock»
ούτε «hamacoes» αλλά «hanging cabbons or
beddes».
Το 1597 το Βασιλικό Ναυτικό (R.N.)παρήγγειλε τριακόσια τόπια
καραβόπανο για να κατασκευαστούν αιώρες[9].
Το
1605, ο John Nicholl, ένας ναυτικός ενώ βρισκόταν στη Γουιάνα, εξήγησε πώς
αυτός και οι άλλοι ναύτες θα αγόραζαν αιώρες από ιθαγενείς του Νέου Κόσμου. Αναφέρει
επίσης πως τις αιώρες τις κατασκεύαζαν οι γυναίκες των ιθαγενών από βαμβάκι και
πως αυτές τους προστάτευαν από τα ενοχλητικά τσιμπήματα των κουνουπιών [10].
Έκτοτε η αιώρα χρησιμοποιείτο στα περισσότερα πλοία του Βασιλικού Ναυτικού (R.N.) και η ζήτησή της αυξανόταν. Πληροφορούμαστε ότι το 1624, ένας
στόλος 3.000 ανδρών έλαβε 300 αιώρες[11].
Στη
ναυτική ορολογία θα πρέπει η αιώρα ως «hammock» να εισήλθε στα βρετανικά λεξικά
γύρω στον 17ο αιώνα. Ο Άγγλος λεξικογράφος Elisha Coles γράφει στο λεξικό του το 1692: Hammocks, hanging shipbeds [12], ενώ το 1769 ο Falconer παρέχει περισσότερες
λεπτομέρειες τόσο στην περιγραφή όσο και στη χρήσης της[13].
Άγνωστο
παραμένει πότε έγινε χρήση της αιώρας στα ελληνικά πλοία. Ως όρος εμφανίστηκε
αργά, στα μέσα του 19ου αιώνα, ενδεχομένως γιατί στη θέση του ήταν
σε χρήση η λέξη «μπράντα». Αυτό ήταν αποτέλεσμα της επικρατούσας ναυτικής ορολογίας κατά την
Επανάσταση η οποία ήταν ένα κράμα κυρίως από οθωμανικούς και δυτικούς όρους. Για
την χρήση μιας έγκυρης και αμιγούς ελληνικής ναυτικής ορολογίας εκδόθηκε το
1858 το «Ονοματολόγιο Ναυτικό» από τον Λεωνίδα Παλάσκα, Αλέξανδρο Κουμελά και
Φίλιππο Ιωάννου. Στην πρώτη σελίδα φιλοξενεί το Βασιλικό Διάταγμα της 1ης
Οκτωβρίου του 1858 το οποίο γνωστοποιεί μεταξύ άλλων: «παραγγέλομεν
νὰ μεταχειρίζεσθε τὸ ἑξῆς ἐν τοῖς ἐπισήμοις ἐγγράφοις
τοὺς ἐν αὐτῷ κατακεχωρισμένους Ἑλληνικοὺς
ὅρους ἀντὶ τῶν κοινοβαρβαρικῶν καὶ τῶν ἄλλων ἄχρι τοῦδε ἐσφαλμένως εἰσαχθεντων Ἑλληνικῶν». Στην προσπάθεια λοιπόν να εκτοπισθεί ο
ιταλικής προελεύσεως όρος «μπράντα» αναφέρει το ονοματολόγιο για την αιώρα: «Αἱ αἰῶραι, les
hamacs,
αἱ μπράνταις, hammocks»[14]. Παρόλα αυτά στο εμπορικό
ναυτικό η «μπράντα» παρέμεινε για πολλά χρόνια στη καθημερινή ζωή των ναυτικών:
«οἱ θερμαστάδες εἶχαν κρεμάσει τὶς μπράντες των καὶ ἦσαν πεσμένοι μέσα νὰ
κοιμηθοῦν»[15].
Στις
αρχές του 20 αιώνα ο όρος «αιώρα» δεν περιορίζεται στα εξιδεικευμένα – ναυτικά
λεξικά αλλά περνάει σιγά σιγά και στην γενική λεξικογραφία. Στο Ελληνογαλλικό λεξικό
του Αντωνίου Ηπίτη του 1908 διαβάζουμε για την αιώρα: «ἡ κρεμαστὴ κλίνη τοῦ ναύτου, κοινῶς ἡ μπράντα (καὶ αἱ παρόμοια), brancle, n.m.ou hamac;. Αἱ αιώραι τοῦ πλοίου (τῶν ναυτῶν), les hamacs, εἶνε κλίναι κρεμασταὶ ἐξ ὀθόνης πρὸς κατάκλισιν τῶν ναυτῶν∙ ἐν ὥρᾳ
μάχης αἱ αἰώραι (μπράντες) συνεσκευασμέναι μετὰ τῶν στρωμνῶν ἀποτελοῦσιν εἶδος ὀχυρώματος
κατὰ τῶν βολῶν τῶν ἐλαφρῶν πυροβόλων ὅπλων»[16].
Η
αιώρα εξυπηρετούσε πολύ τους ναυτικούς σε εμπορικά ιστιοφόρα και πολεμικά
πλοία. Καθώς η κίνησή της συντονιζόταν με εκείνη του πλοίου εξασφάλιζε την
σταθερή θέση του ναύτη σε αυτήν ο οποίος ήταν τυλιγμένος σαν σε κουκούλι. Έτσι
κατά την διάρκεια ισχυρών κλυδωνισμών δεν κινδυνεύει να πεταχτεί στο πάτωμα.
Πριν από την χρήση της, οι ναυτικοί συχνά τραυματίζονταν και μερικές φορές
σκοτώνονταν καθώς έπεφταν από τα κρεβάτια τους ή τους χώρους που άπλωναν τα
κλινοσκεπάσματά τους. Επίσης, οι αιώρες δεν καταλαμβάνουν τόσο χώρο στο σκάφος
όσο οι κουκέτες. Πριν την εισαγωγή της στα πλοία, για χρόνια, οι ναυτικοί ήταν
ξαπλωμένοι σε σάκους, σε σωρούς από άχυρα, σε σεντούκια ή σε σπάνιες
περιπτώσεις σε στρώμα από τρίχες αλόγου. Τα σεντόνια/κλινοσκεπάσματα που
χρησιμοποιούσαν λερώνονταν εύκολα και η τρομερή μυρωδιά δεν μπορούσε να
καλυφθεί. Τα μικρόβια μετέτρεψαν αυτούς τους χώρους ύπνου σε χώρους
αναπαραγωγής για τις χειρότερες ασθένειες. Ακόμη και οι γυμνές σανίδες
αποδείχτηκαν με τον καιρό τρομερά επικίνδυνες για ύπνο [17].
Η
αιώρα έγινε με τον καιρό σημαντικό μέρος του εξοπλισμού των ανδρών. Κάθε ναύτης
όφειλε να διατηρεί καθαρή και σε καλή κατάσταση την αιώρα του και κυρίως να
είναι έτοιμος όποτε κληθεί να την δέσει και να την μεταφέρει. Το 1744 μια
διαταγή του HMS Leopard κατά την οποία μια ομάδα ναυτών έπρεπε να μεταφερθούν
σε άλλο πλοίο, έγραφε μεταξύ άλλων ότι οι άνδρες αυτοί έπρεπε να πάρουν μαζί
τους μόνο τις αιώρες τους [18].
Στα
πλοία του Νέλσονος υπήρχαν οι άνθρωποι που καλούνταν "hammock
men" και ήταν συνήθως ηλικιωμένοι ναυτικοί ή πεζοναύτες οι οποίοι
έναντι κάποιου πενιχρού φιλοδωρήματος, όπως για παράδειγμα το ποσό ενός
ποτηριού γκρογκ, είχαν επιφορτιστεί με την ευθύνη να απλώνουν/μαζεύουν και να
καθαρίζουν τις αιώρες των νεαρών αξιωματικών. Σε περίπτωση που ο "hammock man" επιθυμούσε παραπάνω
ποτήρι γκρόκ ή καπνό, έπλενε μερικές φορές τα πουκάμισα του νεαρού κυρίου ενώ βρίσκονταν
εν πλω[19]. Κάθε μέλος πληρώματος είχε δύο αιώρες, τη μία σε χρήση και την άλλη
καθαρή. Οι αιώρες καθαρίζονταν μία φορά την εβδομάδα και για να την στεγνώσουν
την κρεμούσαν ανάμεσα στους ιστούς [20].
Η
αιώρα αγαπήθηκε πολύ από τους ναυτικούς. Ωστόσο δεν ήταν όλοι ευχαριστημένοι με
τον ύπνο τους σε αυτήν. Πολλοί άνδρες τραυματίστηκαν στην προσπάθειά τους να ανεβούν
ή να κοιμηθούν σε αυτήν, ενώ οι βετεράνοι συνήθως διασκέδαζαν βλέποντας την αγωνία
των «πρωτόμπαρκων» ή «στραβόγιαννων», που προσπαθούσαν να ανεβούν στην αιώρα τους
και έπεφταν από την άλλη πλευρά. Δυστυχώς δεν έλλειπαν και τα ανάλογα «καψόνια»
όπου ορισμένοι έκοβαν τα σκοινιά της αιώρας και ο ανυποψίαστος ναύτης έπεφτε
ξαφνικά από τη μία πλευρά [21].
Η
αιώρα συντρόφευε τον ναύτη σε κάθε του στιγμή ακόμα και σε περιπτώσεις ναυαγίου
μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και ως ατομικό σωσίβιο. Το 1879, ο Theodorus Mason του Αμερικανικού Ναυτικού, έγραψε μια ολόκληρη
εργασία σχετικά με την χρήση και τους τύπους σωσιβίου σε όλα τα σκάφη. Επικεντρώθηκε
σε μεγάλο βαθμό στη χρήση κλινοσκεπασμάτων και αιώρων ως σωσιβίων μέσων. «…Με το ανώτερο μέγεθός τους και τη μεγαλύτερη
πλεύση τους, θα υποστήριζαν ένα άτομο στο νερό καλύτερα από ένα κοινό σωσίβιο…
Αν αυτό το γεγονός ήταν γνωστό στους αξιωματικούς που πολέμησαν και βυθίστηκε
το πλοίο τους θα είχαμε λιγότερες απώλειες». Ο Mason αναφέρεται επίσης στον
Κυβερνήτη Cyprian Bridge
του Βασιλικού
Ναυτικού. Αυτός ανακάλυψε μετά από πειράματα ότι η αιώρα αν μαζευτεί και δεθεί καλά μπορεί να
βοηθήσει 7 άτομα να επιπλεύσουν για μερικά λεπτά και 4 άνδρες για μία σχεδόν
ώρα [22].
Στη
σύγχρονη εποχή, τα περισσότερα πληρώματα κοιμούνται σε μεταλλικές κουκέτες. Ο «χώρος»
για την αιώρα τείνει να εξαφανιστεί. Σε ορισμένες περιπτώσεις, σε κάποιες
παλιές φωτογραφίες και «στριμωγμένες» σε σελίδες παλαιών βιβλίων υπάρχουν οι
αναμνήσεις τους. Αναμνήσεις μιας εποχής όπου
τα πλοία ήταν σχεδόν πολύ μικρά για τον αριθμό των ανδρών που ήταν επανδρωμένα.
Τότε οι αιώρες πρόσφεραν μια τεχνολογία που επέτρεπε σε εκατοντάδες άνδρες να
ζουν και να κοιμούνται άνετα σε εξαιρετικά δύσκολους και περιορισμένους χώρους.
Τότε οι αιώρες επηρέαζαν κάθε πτυχή της ζωής των πληρωμάτων και σηματοδοτούσαν
την αρχή και το τέλος της ημέρας τους.
ΠΗΓΗ: Περί Αλός https://perialos.blogspot.com/2022/05/blog-post.html
Σημειώσεις
[1] Bartolomé de las Casas,The
Destruction of the Indies, 1542. Encyclopaedia Britannica, Sixth edition,
London, 1823: σελ.
240.
[2] Πλούταρχος,
Αλκιβιάδης,
16,1.
[3] Pliny the Elder, The Natural History, 26.8.
[4] Aulus Cornelius Celsus, De Medicina, 3.18.
[5]
Μανιότη η εδώδιμος (Manihot esculenta).Κοινώς ονομάζεται κασάβα.
[6] Sven Loven, Caribbean Archaeology and Ethnohistory:
Origins of the Tainan Culture, West Indies, Tuscaloosa: University Alabama
Press, 2010: 27, 410, 457-458 στο Michele Panico, Hammock: A Maritime Tool (Master's Thesis, East Carolina
University), December 2018: σελ. 13.
[7] Christopher Columbus, Personal Narrative of the First Voyage of
Columbus to America: From a Manuscript Recently Discovered In Spain,
translated by Samuel Kettell, Boston: T. B. Wait and Son, 1827: σελ. 50, 73.
[8] F. A. Ober, ed., Amerigo Vespucci, New York, Harper &
Brothers, 1907: σελ.
181.
[9] Oppenheim, Administration of the Royal Navy, σελίδες 134, 299
και
500 στο:
Massie R. Blomfield. “Hammocks and Their Accessories,” Mariner’s Mirror 1, no. 5, 1911: σελ. 144.
[10] REV.
C. JESSE, “An Houre Glasse of Indian News," written by John Nicholl, Caribbean
Quarterly, Vol. 12, No. 1 March 1966: σελ. 54.
[11] Oppenheim, A History of the Administration of the Royal
Navy, 134, 197, 198, 232, 235, 299. Και
Panico, 2018: σελ.
19.
[12] Elisha Coles, An English Dictionary, London, Petre
Parker: 1692.
[13] William Falconer, An universal dictionary of the marine,
London, Printed for T. Cadell, 1769.
[14]
Λεωνίδας Παλάσκας, A. Kουμελάς και Φίλιππος Iωάννου, Oνοματολόγιον Nαυτικόν, Aθήνα 1858: σελ. 25.
[15]
Κωνσταντίνος Φαλτάιτς, Ιστορίες του
Ναυτικού, έκδοσις περιοδικού Ναυτική Ελλάς, 1931: σελ. 17.
[16]
Αντωνίου Ηπίτη, Λεξικόν Ελληνογαλλικόν
και γαλλοελληνικών, εν Αθήναις, 1908: τ. Α, λήμμα: αιώρα.
[17]
https://www.abhaengen.com/en/history-of-hammocks (τελευταία ανάκτηση 14/2/2022)
[18] Michele Panico, Hammock: A Maritime Tool (Master's
Thesis, East Carolina University), December 2018: σελ. 64.
[19] John Masefield, Sea life in Nelson's time, London,
Methuen & co, 1905: σελ.
76-77.
[20] όπ, παρ. σελ. 132.
[21] Stephen F. Blanding, Recollections of a Sailor Boy Or, The Cruise of the Gunboat Louisiana,
E.A. Johnson 1886: σελ.
52-53.
[22] Theodorus Bailey Myers
Mason, The Preservation of Life at Sea,
Νέα Υόρκη 1879: σελ. 8.