ECJbX0hoe8zCbGavCmHBCWTX36c

Φίλες και φίλοι,

Σας καλωσορίζω στην προσωπική μου ιστοσελίδα «Περί Αλός» (Αλς = αρχ. ελληνικά = η θάλασσα).
Εδώ θα βρείτε σκέψεις και μελέτες για τις ένδοξες στιγμές της ιστορίας που γράφτηκε στις θάλασσες, μέσα από τις οποίες καθορίστηκε η μορφή του σύγχρονου κόσμου. Κάθε εβδομάδα, νέες, ενδιαφέρουσες δημοσιεύσεις θα σας κρατούν συντροφιά.

Επιβιβαστείτε ν’ απολαύσουμε παρέα το ταξίδι…


Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου
Συγγραφεύς - Ερευνήτρια Ναυτικής Ιστορίας




Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙ' ΑΥΤΗΝ
(για... βιαστικούς!)
Περί Αλός

Ιωάννης Θ. Μάζης,
Καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας-Γεωπολιτικής ,
Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.


ΦΩΤΟ: Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου

Από την προσωπική ιστοσελίδα του καθηγητού Ιωάννη Θ. Μάζη
www.geo-mazis.gr

Ορισμοί της Γεωπολιτικής

1) Συμφώνως προς τον πατέρα της Γεωπολιτικής, τον γερμανό γεωγράφο Friedrich Ratzel (1844-1904)  η γεωπολιτική είναι:
«Η Γεωγραφία στην Υπηρεσία της Πολιτικής του Κράτους».
Αυτήν την έννοια έδωσε στον όρο «Πολιτική Γεωγραφία» ο Ratzel με το έργο του Politische Geographie (πλήρης τίτλος: Πολιτική Γεωγραφία ή Γεωγραφία των Κρατών, του Εμπορίου και των Πολέμων) .
2) Ο επίσης γερμανός γεωγράφος, και επιστημονικά επηρεασμένος από τον Ratzel, ο Καθηγητής του Πολυτεχνείου του Μονάχου, Karl Haushoffer (1869-1946), έγραφε το 1920 ότι:  
«Η Γεωπολιτική θα είναι και πρέπει να είναι η γεωγραφική συνείδηση του κράτους. Το αντικείμενό της είναι η μελέτη των μεγάλων ζωτικών συσχετίσεων του σύγχρονου ανθρώπου στο πλαίσιο του σύγχρονου χώρου και ο σκοπός της είναι ο συντονισμός των φαινομένων που συνδέουν το κράτος με το χώρο»


Βέβαια, από τις πρώτες κι όλας δύο γραμμές, αυτές με την πλαγιογράφηση, αντιλαμβανόμαστε ότι ο γερμανός Καθηγητής της Γεωγραφίας συνδέει, αντί να διαχωρίζει την έννοια της Γεωπολιτικής με τη Γεωστρατηγική. Κάτι που για την εποχή του αλλά και για τις απαρχές της διαδικασίας αυτογνωσίας της επιστημονικής αυτής μεθόδου είναι απολύτως φυσιολογικό. Σήμερα όμως, εδώ εντοπίζεται και το μεγάλο ζήτημα μεταξύ των επιστημόνων άλλων κλάδων αλλά και κάποιων αγγλοσαξώνων γεωγράφων ή [αποκλειστικά] αγγλοφώνων πολιτικών επιστημόνων της ημεδαπής ή/και της αλλοδαπής, οι οποίοι μη έχοντες μελετήσει την ιστορία των γεωπολιτικών αντιλήψεων (πρωτίστως διότι δεν γνωρίζουν γερμανικά, αλλά ούτε και γαλλικά…) ασκούν κριτική στη Γεωστρατηγική -και μάλιστα την εθνικιστικών αντιλήψεων Γεωστρατηγική- νομίζοντας ότι ασκούν κριτική στη Γεωπολιτική!  Κλασικό παράδειγμα είναι ο Geròid Thuathail (Critical Geopolitics) για το έργο του οποίου έχω προτείνει ήδη την απαρχή ενός διαλόγου  προς τους εν Ελλάδι σεβαστούς συναδέλφους συναντιλήπτορές του.
3) Ο Saul Cohen (Geography and Politics in a World Divided, 1963) έγραφε ότι: «Η πεμπτουσία της Γεωπολιτικής είναι η μελέτη της υφισταμένης σχέσεως μεταξύ της διεθνούς πολιτικής της ισχύος και των αντιστοίχων γεωγραφικών χαρακτηριστικών, κυρίως δε αυτών των γεωγραφικών χαρακτηριστικών επί των οποίων αναπτύσσονται οι πηγές της ισχύος».
4) Για τον Robert Harkavy: «Η Γεωπολιτική είναι η χαρτογραφική [Σ.Σ.: άρα και γεωγραφική] αναπαράσταση των σχέσεων μεταξύ των κυρίων αντιτιθεμένων δυνάμεων».
5) Συμφώνως προς τον Michel Foucher Καθηγητή Γεωγραφίας Γεωπολιτικής της École Normale Superieure (E.N.S):
«Η Γεωπολιτική είναι μια συνολική μέθοδος γεωγραφικής αναλύσεως συγκεκριμένων κοινωνικο-πολιτικών καταστάσεων αντιμετωπιζομένων στο γεωγραφικό τους πλαίσιο συνδυαζόμενη με τις συνήθεις βιοθεωρήσεις [Σ.Σ.: τις μεταφυσικές, όπως θάλεγα εγώ] που τις χαρακτηρίζουν» .
6) Συμφώνως προς τον Ladis Kristof:
«Ο σύγχρονος θεωρητικός της Γεωπολιτικής δεν επισκοπεί το γεωγραφικό χάρτη της Γης για να διακρίνει τι μας υπαγορεύει η φύση να κάνουμε, αλλά τι μας συμβουλεύει η φύση να κάνουμε με δεδομένες τις προτιμήσεις μας»  .
Εδώ, στον ορισμό αυτόν παρατηρούμε την πάγια προσέγγιση των εμπειριστών-ρεαλιστών αγγλοσαξώνων επιστημόνων  να συνδέουν τη γεωπολιτική ανάλυση («τι μας συμβουλεύει η Φύση να κάνουμε») με την γεωστρατηγική («με δεδομένες τις προτιμήσεις μας»). Πρόκειται για κλασικό μεθοδολογικό σφάλμα για τα μέτρα της Σύγχρονης Συστημικής Γεωπολιτικής Ανάλυσης, το οποίο παρασύρει και σε λανθασμένη κριτική την, λεγομένη, «κριτική» σχολή της Γεωπολιτικής. Το μόνιμο λάθος της λεγόμενης Κριτικής Σχολής (Geròid Thuathail) είναι να συγχέει την Γεωπολιτική ανάλυση η οποία σταματά στη δημιουργία προβλεπτικού Υποδείγματος συμφώνως προς τα αυστηρώς ποσοτικά και ποσοτικοποιήσιμα δεδομένα των γεωπολιτικών πυλώνων (Αμυντικού, Οικονομικού, Πολιτικού και Πολιτισμικού/Πληροφορίας) με τις επιθυμίες εκπληρώσεων γεωστρατηγικών στόχων των εθνο-κρατικών και εθνικο-κρατικών Κοινωνικών Σχηματισμών. Δυστυχώς, η Αγγλοσαξωνική Σχολή, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων (S. B. Kohen) δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει τις δύο αυτές, επιστημολογικώς διαφορετικές μεταξύ τους, οντότητες, λόγω μη επαφής με την γεωγραφική επιστημονική πραγματικότητα. Το μείγμα Γεωπολιτικής-Γεωστρατηγικής που χρησιμοποιούσε η κλασική Αγγλοσαξωνική πολιτική Γεωγραφία, η οποία λειτουργούσε, συνειδητά όμως, και στα δύο πλαίσια ταυτοχρόνως, δεν αναγνώσθηκε σωστά από τους εκπροσώπους της Κριτικής Σχολής. Δεν έγινε κατανοητό ότι οι κλασικοί Αγγλοσάξωνες Γεωπολιτικοί/γεωστρατηγιστές εργάζονταν σε δύο φάσεις: Πραγματοποιούσαν την Γεωπολιτική Ανάλυση του Γεωπολιτικού/γεωγραφικού συμπλόκου που τους απασχολούσε και κατόπιν προχωρούσαν στη φάση του γεωστρατηγικού σχεδιασμού. Αυτό, ως αποτέλεσμα εμφανίζονταν σε ένα και ενιαίο κείμενο, λόγω των ιστορικών αναγκαιοτήτων στις οποίες υπάκουαν οι χώρες τους (Μ. Βρετανία, Γερμανία). Η επιστημολογική αυτή πραγματικότητα, για τους εκπροσώπους της Κριτικής Σχολής δεν έχει γίνει, μέχρι σήμερα κατανοητή! Και δυστυχώς, ελάχιστα διδάσκεται εν γένει, και από τους νεοθετικιστές αλλά και από τους μεταθετικιστές, στο πλαίσιο του ακαδημαϊκού γνωστικού αντικειμένου της 'Μεθοδολογίας της Έρευνας" με πολύ οδυνηρά, επιστημολογικώς κρινόμενα, αποτελέσματα για τον τομέα μελέτης του διεθνούς γίγνεσθαι.
7) O Harold και η Margaret Sprout επισήμαιναν ότι:
« Η διεθνής πολιτική παρουσιάζει σε όλες τις περιόδους, περισσότερο ή λιγότερο διακρινόμενα πρότυπα καταναγκασμού και υποταγής, επιρροής και συμμόρφωσης, πρότυπα που έχουν την αντανάκλασή τους σε πολιτικούς όρους με έντονη τη συναίσθηση του Γεωγραφικού Χώρου» .
8) Συμφώνως προς τον Colin Gray:
«Η δύναμη της γενικής Γεωπολιτικής Θεωρίας βρίσκεται στο ότι τοποθετεί την τοπική δράση ή την αλληλεπίδραση σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο […] εκείνοι οι οποίοι θέλουν να κατανοήσουν τις γεωπολιτικές διστάσεις της διεθνούς ασφάλειας πρέπει να αφομοιώσουν τις ουσιώδεις έννοιες της γεωπολιτικής» .
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, εκτιμώ ότι εδραιώνεται διεπιστημονικά και διαχρονικά ο αδιάρρηκτος δεσμός της Γεωγραφίας και της Γεωπολιτικής αλλά και καθίσταται σαφές ότι ο όρος Γεωπολιτική διήλθε από πολλές φάσης ερμηνείας και προσέγγισής του, με κοινό παρονομαστή μια θεμελιώδη σύγχυση: αυτήν της Γεωπολιτικής Ανάλυσης μ' εκείνην της Γεωστρατηγικής Πράξης.
 

Η δική μου πρόταση ορισμού της Γεωπολιτικής (Μάζης, 1996).
Ο καθηγητής Ιωάννης Θ. Μάζης
Μια πρόταση ορισμού που θα τολμούσα στο σημείο αυτό να καταθέσω, θέλοντας να συμπεριλάβω και τα κοινωνικο-πολιτικά μεγέθη της παρούσας συγκυρίας αλλά και να προσπαθήσω να διαχωρίσω την Ανάλυση από τη Γεωστρατηγική εφαρμογή, είναι και η εξής:
«Γεωπολιτική ανάλυση ενός γεωγραφικού συστήματος ανισορρόπου κατανομής ισχύος καλείται η γεωγραφική εκείνη μέθοδος η οποία μελετά, περιγράφει και προβλέπει τις συμπεριφορές και τις επιπτώσεις των σχέσεων των αντιτιθεμένων και διακριτών διεθνών δράσεων ανακατανομής ισχύος και των ιδεολογικών μεταφυσικών που τις καλύπτουν, στο πλαίσιο των γεωγραφικών συμπλόκων που οι δράσεις αυτές εντοπίζονται και λειτουργούν».

Σκέψεις για τη Γεωπολιτική και την Γεωστρατηγική.
Συμφώνως προς τον ανωτέρω ορισμό, προτείνω στους σημερινούς αναλυτές των διεθνών γεγονότων την Σύγχρονη Συστημική Γεωπολιτική Ανάλυση. Η Γεωγραφία είναι η μητρική επιστήμη (το Γένος) και η Οικονομική Γεωγραφία το συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο (το Είδος) από όπου εκπηγάζει η Γεωγραφική αυτή αναλυτική μέθοδος γνωστή ως «Γεωπολιτική».
Μέθοδος, για την προσέγγιση της οποίας προτείνω ενδεικτικό υπόδειγμα γεωγραφικής
μεθοδολογίας, και είναι –εν πολλοίς- απεξαρτημένη από ιδεολογικές προσηλώσεις και ποικίλες «αφηγήσεις» που δεν επιτρέπουν στην Ανάλυση να προσεγγίσει με νηφάλιο πνεύμα τα διεθνή γεγονότα και τα ερμηνεύσει.
Το ζήτημα της «Ανάλυσης» είναι το σημαντικότερο γιατί απαιτεί συγκεκριμένο και στιβαρό μεθοδολογικό εργαλείο (π.χ. Μαθηματικό, νομικό, ιστορικό ή προσεκτικό συνδυασμό των ανωτέρω χωρίς πολλυσυλεκτισμούς) και όχι «πολιτική θεολογία». Είμασε όμως υποχρεωμένοι να κάνουμε μια παραδοχή στον τομέα της μεθοδολογίας: οι Κοινωνικές, λεγόμενες, Επιστήμες δεν μπορούν ποτέ να απαλλαγούν πλήρως και οριστικά από την «υποκειμενική θέαση», την «ιδεολογικοποιημένη θέαση». Αυτήν που ξεπετιέται απρόσμενα από κάποια «στροφή» του στοχασμού μας για να μας εγκλωβίσει στην εκνευριστικά επίμονη «αντινομία του Καντόρ». Ας είναι. Άλλωστε πάνω σ’ αυτή τους την αδυναμία βασίζεται και η γοητεία τους, αλλά και το σύνολο της ερευνητικής προσπάθειας που τις χαρακτηρίζει. Με λαμπρές, αλλά και σκοτεινές στιγμές.
Τα θεμελιώδη στοιχεία του διαχωρισμού Γεωπολιτικής και Γεωστρατηγικής.
Η φάση της εφαρμογής των συμπερασμάτων της Γεωπολιτικής, καλείται «Γεωστρατηγική» και συνεπώς, δεν είναι απαλλαγμένη από εθνικοκεντρικές θεάσεις και προσεγγίσεις, χωρίς αυτό να αποτελεί κάποιο μειονέκτημα για την προσέγγιση per se και τα ζητούμενά της. Μειονέκτημα, στη Γεωστρατηγική προσέγγιση δεν αποτελεί η επιδίωξη του εθνικού συμφέροντος δια της αξιοποιήσεως των γεωπολιτικών συμπερασμάτων. Μειονέκτημα, για οποιαδήποτε ορθολογιστική, άρα και αποτελεσματική, προσέγγιση αποτελεί η «εθνικιστική» ή η αντίστοιχη «διεθνιστική» μεταφυσική με την εμπάθεια και τον μεσσιανισμό που τις χαρακτηρίζει αμφότερες.
Ας αφήσουμε την Ιστορία και τους Γεωγραφικούς της χώρους (Ανθρωποχώρους, Οικονομικούς και Πολιτισμικούς χώρους κ.τ.λ.) να γίνουν το πεδίο της νηφάλιας και ενδελεχούς γεωπολιτικής παρατήρησής μας, χωρίς να καταλήγουμε σε προκρούστειες «προσαρμογές» των «ανεπιθύμητων στοιχείων». Τίποτε δεν είναι, και δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται, «ανεπιθύμητο» στην γεωπολιτική ανάλυση. "Ανεπιθύμητα στοιχεία" μπορούμε να εντοπίσουμε μόνο στην Γεωστρατηγική και υπό την έννοια της στρατηγικής τους φύσης, όχι υπό την έννοια της μη δυνατότητος επιστημονικής επεξεργασίας τους! Και σε ένα γεωστρατηγικό επίπεδο και πάλιν, οφείλουμε να προσπαθήσουμε να τα τροποποιήσουμε. Όχι όμως εθελοτυφλώντας στην αναγκαιότητα της γεωπολιτικής αναγνώρισης και παρατηρησιακής αποδοχής τους.
Καταλήγοντας, υπογραμμίζουμε ότι το δέον για τον ερμηνευτή ή/και χειριστή των διεθνών γεγονότων, είναι να γίνεται αντιληπτό το πότε  λειτουργεί ως «Γεωστρατηγιστής» και πότε ως «Γεωπολιτικός αναλυτής». Επίσης οφείλω να δηλώσω εξ αρχής ότι δεν μέμφομαι, κατ’ ουδένα τρόπο και για κανένα λόγο, αυτούς που λειτουργούν ως γεωστρατηγιστές και συνεπώς υιοθετούν την προσέγγιση του εθνικού συμφέροντος. Αρκεί να ξέρουν τι ακριβώς κάνουν και προφανώς δεν συγχέουν την αποστειρωμένη γεωπολιτική ανάλυση με την -κατ' ανάγκην "στρατευμένη"-γεωστρατηγική δράση. 

http://perialos.blogspot.com/2011/10/blog-post_30.html

Το Περί Αλός προτείνει σχετικό άρθρο:
Μεθοδολογία συγγραφής μιας Γεωπολιτικής Ανάλυσης.
Δομή, έννοιες και Όροι. Πιέσατε ΕΔΩ

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2011

ΔΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΑΓΩΓΙΑΝ ΤΟΥ ΠΛΗΡΩΜΑΤΟΣ

Άρθρο «κειμήλιο» του Περί Αλός του 1924!

Περί Αλός

Α. Α. Λεοντοπούλου, Πλωτάρχου.

1938 - ΕΚΠ ''ΑΡΗΣ''. Ο ΠΙΟ ΨΗΛΟΣ
 ΚΑΙ Ο ΠΙΟ ΚΟΝΤΟΣ ΝΑΥΤΗΣ.
 (Αρχείο Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος).

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Ναυτική Επιθεώρηση»,
τεύχος 42, σελ. 119, ΦΕΒ. 1924. έκδοση  ΓΕΝ /
 Ιστορική Υπηρεσία Β.Ν. Αναδημοσίευση στο Περί Αλός
με την έγκριση της «Ναυτικής Επιθεωρήσεως».

Τα κατωτέρω περί ψυχαγωγίας του πληρώματος έχουσι ληφθή εκ σχετικών σημειώσεων του Αρχηγού του Επιτελείου της τέως Βρεταννικής Ν. Αποστολής υποναυάρχου G. Chetwode, περιέχουσι δε εν συνόψει τας αρχάς των οποίων δέον να εμφορώνται γενικώς οι αξιωματικοί του Ναυτικού εις τας απέναντι του πληρώματος υπηρεσιακάς αντιλήψεις.
Κρίνεται ότι το οικογενειακόν, ούτως ειπείν, ενδιαφέρον πρέπει να πρωτεύη προς επίτευξιν όχι μόνον της κατά το δυνατόν ευζωϊας, αλλά και του καλώς εννοουμένου συναδελφικού πνεύματος δια πάντας τους εντός πλοίου διαβιούντας.
Ο προς ανάπαυσιν περισσεύων χρόνος είναι πάντοτε προτιμότερον να διατίθεται εις την άθλησιν, ήτις και από υγιεινής απόψεως είναι ωφέλιμος και προς διαμόρφωσιν του αρμόζοντος εις τον στρατιώτην χαρακτήρος συμβάλλει και την αληθή συναδέλφωσιν ιδιαιτέρως επιτυγχάνει χάρις εις την ευγενή άμιλλαν την αναπτυσσομένην κατά τας συναντήσεις ανωτέρων και κατωτέρων εις τας ομαδικάς παιδιάς.


Σχολή Ναυτικών Δοκίμων (Αρχείο Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος)


Εν των σπουδαιοτέρων καθηκόντων του Υπάρχου είναι να φροντίζη, όπως παρέχωνται τα αναγκαία μέσα δια την διασκέδασιν του πληρώματος και εν γένει προς υγιεινήν ψυχαγωγίαν αυτού εις τρόπον, ώστε οι άνδρες να διαβιώσι κατά το δυνατόν ανέτως.
Το ζήτημα τούτο έχει παραμεληθή τελείως μέχρι τούδε εν τω ημετέρω Ναυτικών, αποτέλεσμα δε τούτου υπήρξεν ότι οι επί ορισμένη θητεία υπηρετούντες υπαξιωματικοί και άνδρες από πάσης απόψεως ουδεμίαν έτρεφον αγάπην προς την υπηρεσίαν, η μόνη δε επιθυμία αυτών ήτο, όπως αποχωρήσωσιν αυτής όσον το δυνατόν ταχύτερον.
Η ψυχαγωγία του πληρώματος εν ειρήνη είναι απαραίτητος εν καιρώ πολέμου αποτελεί ζωτικόν ζήτημα. Εις πόλεμον παρατεινόμενον επί μακρόν, το ηθικόν των ανδρών κατ’ ανάγκην κλονίζεται, εάν μη ευρεθώσι τα μέσα, δι’ ων να διατηρήται το ευδιάθετον και η προς εργασίαν όρεξις αυτών εις πάσαν περίστασιν.
Κατά τον τελευταίον Ευρωπαϊκόν πόλεμον η κυρία δύναμις του Βρετανικού Στόλου είχε την βάσιν αυτή εν Scapa Flow εις τα νήσους Oakland. Αι νήσοι αύται είναι σχεδόν εντελώς γυμναί δένδρων και είναι υπό πάσαν άποψιν εστερημέναι των εκ φύσεως ιδιοτήτων προς παροχήν διασκεδάσεως οιασδήποτε μορφής.
Αν και οι αξιωματιοί και άνδρες, οι αποτελούντες τα πληρώματα του Στόλου, ετύγχανον κατ’ ανώτατον όριον μόνον 14 ημερών αδείας κατ’ έτος, εν τούτοις κατά το τέλος του πολέμου το ηθικόν αυτών ήτο, αν μη τι άλλο, καλύτερον ή κατά την έναρξιν αυτού, όπερ τα μέγιστα ωφείλετο εις το ότι ο τρόπος καθ’ όν παρείχοντο διασκεδάσεις εις τους άνδρας, είχεν αριστοτεχνικώς οργανωθή.

ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ "Ταξίδο από το ένδοξο σαρελθόν στο σήμερα". Σχολή Ναυτικών Δοκίμων (Αρχείο Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος)

Την τοιαύτην οργάνωσιν επί παντός πλοίου θ’ αναλάβη φυσικά και θα πραγματοποιήση ο ‘Υπαρχος. Δια τούτο συνιστάται εις τον Ύπαρχον, όπως και από καιρού εις καιρόν ορίζη συνεντεύεξεις μη υπηρεσιακάς μετά των κυριωτέρων αρχικελευστών και υπαξιωματικών του πλοίου, κατά τας οποίας πάντα τα σχετικά προς την οργάνωσιν του πλοίου ζητήματα, εν οις και το της ψυχαγωγίας, θα είναι δυνατόν να συζητώνται.
Ουδείς Ύπαρχος είναι αλάνθαστος, προκειμένου δε περί μεγάλου πλοίου, κατ’ εξοχήν δύναται να προδικάση τις ότι τινές  τουλάχιστον των διαταγών του Υπάρχου δυνατόν να στεναχωρώσιν ή ενοχλώσι το πλήρωμα άνευ αντιστοίχου κέρδους δια την απόδοσιν επαρκούς ικανότητος περί την υπηρεσίαν.
Η πείρα κατέδειξεν ότι άριστοι υπαξιωματικοί και άνδρες δεν αρέσκονται να υποβάλλωσιν αιτήσεις, όπως παρουσιασθώσιν ενώπιον του Υπάρχου και αναφέρωσι παράπονα ή ζητήσωσιν άλλην τινά μικράν χάριν. Πιθανώτατα να έχωσιν απολύτως δίκαιον, εν τούτοις προτιμώσι να σιγώσι επί του προκειμένου ή να θεωρηθώσιν ως άνδρες επιζητούντες να γεννήσωσι  δυσχερείας.
Κατά τας τοιαύτας μη υπηρεσιακάς συνεντεύξεις ο Ύπαρχος πρέπει να προτρέπη τους υπαξιωματικούς όπως εφιστώσιν εις αυτόν την προσοχήν του επί οιωνδήποτε ζητημάτων εσωτερικής υπηρεσίας και οργανώσεως, των οποίων την διόρθωσιν επιθυμούσιν, υποβάλλωσι δε οιανδήποτε αίτησιν ή υπόδειξιν, τας  οποίας θεωρούσι σκοπίμους. Ο Ύπαρχος θ’ αντιληφθή ότι δεν επετύγχανεν, ώστε να εκμυστηριεύωνται εις αυτόν οι υπαξιωματικοί κατά τον τρόπον τούτον, θα συνέτεινεν εις την βελτίσωιν κατά πολύ, της καλώς εννοουμένης πειθαρχίας, κατ’ ουδένα δε λόγον εις την μείωσιν του γοήτρου του, όπερ τη αληθεία θα επηυξάνετο.
Μία αρχή δέον εν τούτοις να τηρήται αυστηρώς. Εις ουδένα υπαξιωματικόν δέον να επιτρέπηται, όπως υποβάλη κατά τας συνεντεύξεις ταύτας παράπονα κατά αξιωματικού, υπαξιωματικού ή ανδρός. Τα παράπονα δέον πάντοτε να εξετάζονται υπό του Υπάρχου εις το πρυμναίον κατάστρωμα, παρισταμένων του τε κατηγόρου και του κατηγορουμένου κατά την εξέτασιν.
ΠΡΑΤΗΡΙΑ. –Επί εκάστου πλοίου μεγαλυτέρου του τύπου του αντιτορπιλλικού συμφέρει να υπάρχη καλώς εφοδιασμένον πρατήριον, εις το οποίον το πλήρωμα να ευρείσκη διάφορα είδη τροφίμων, σιγαρέττα κλπ. 
Προς τούτο συνιστάται επιτροπή πρατηρίου, αποτελουμένη εκ του Υπάρχου ως προέδρου, ενός άλλου Αξιωματικού και ενός αντιπροσώπου εξ εκάστης των διαφόρων κατηγοριών του πληρώματος.
Καθήκοντα της επιτροπής του πρατηρίου είναι να λαμβάνη μέριμναν, όπως το πρατήριον διατελή εφωδιασμένον δια παντός ό,τι  απαιτείται δια τους ναύτας, πάντα τα είδη και ειδικώς τα φαγώσιμα να είναι καλής ποιότητος, αι δε τιμαί λογικαί.
Παρά τω πρατηρίω διορίζονται διαχειριστής και εις ή δύο βοηθοί αυτού, ο δε Ύπαρχος δέον να φροντίζη προς εξεύρεσιν καταλλήλου θέσεως προς εγκατάστασιν του πρατηρίου και θέσεως εν τινι αποθήκη προς εναποθήκευσιν των αποθεμάτων. Ο διαχειριστής και οι βοηθοί αυτού καλόν είναι να λαμβάνωσι λογικόν ημερομίσθιον πληρωνόμενον εκ των κερδών του πρατηρίου.

Θ/Κ "ΑΒΕΡΩΦ" 1944. Το πλήρωμα πανηγυρίζει τις ελληνικές και συμμαχικές νίκες.
ΦΩΤΟ: Περιοδικό "Ναυτική Ελλάς"

Η διαχείρισις του πρατηρίου πρέπει να ενεργήται κατά τοιούτον τρόπον, ΄βστε να αποφέρη λογικόν κέρδος, μεγίστη δε προσοχή δέον να καταβάλληται προς ακριβή τήρησιν και έλεγχον των λογαριασμών και προς εξακρίβωσιν του ότι ουδέν ποσόν λαμβάνει την άγουσαν εις χείρας μη δικαιουμένων.
Τα κέρδη του πρατηρίου απαραίτητον είναι να διατίθενται προς ψυχαγωγίαν του πληρώματος ως συνόλου, η δε επιτροπή του πρατηρίου να είναι υπεύθυνος δια την κατανομήν των κερδών.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ, ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ κλπ. – Η κανονική προμήθεια και χορηγία πρωϊνών και εσπερινών εφημερίδων, βιβλίων και περιοδικών αποτελεί ανάγκην δι’ οιονδήποτε πλοίον, πρέπει δε να λαμβάνωνται τα αναγκαία μέτρα προς εξασφάλισιν της προμηθείας των.
Η εγκατάστασις εφημερηδοπωλείου επί πλοίου είναι απλούστατον ζήτημα. Εφημερίδες, βιβλία κτλ. Αγοράζονται χονδρικώς και παρέχονται λιανικώς εις τους άνδρας. Τα κέρδη προστίθενται εις τα κέρδη του πρατηρίου. Βεβαίως θα υπάρχη ανάγκη ικανού διαχειριστού τελούντος υπό την επίβλεψιν αξιωματικού. Ο Γραμματοκομιστής είναι πιθανώς ο καταλληλότερος, όπως χρησιμοποιηθή ως διαχειριστής.
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ. – Καλύτερος τρόπος διαθέσεως των κερδών του πρατηρίου από την αγοράν κινηματογράφου δεν δύναται να υπάρξη.
Τα μηχανήματα δύναται να αγορασθώσιν είτς απ’ ευθείας εκ των κατασκευαστών ή και μεταχειρισμένα. Πρέπει δε να εξασφαλισθή κανονικώς η εξεύρεσις νέων ταινιών και να ληφθώσι μέτρα, όπως παρέχηται ευκαιρία εις πάντα άνδρα του πλοίου να παρακολουθή μίαν παράστασιν καθ’ εβδομάδα. Επίσης καθ’ εβδομάδα πρέπει να δίδηται μία παράστασις αποκλειστικώς δια τους αξιωματικούς.
ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΥΜΠΑΝΩΝ ΚΑΙ ΜΙΚΡΩΝ ΠΛΑΓΙΑΥΛΩΝ (πίφερα). – Είναι πολύ χρήσιμον να υπάρχη τοιαύτη μουσική επί πλοίου, η δε συγκρότησις αυτής δεν απαιτεί ιδιαιτέραν τινά δαπάνην.
ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΗΣΙΣ. – Συμφέρει όσον το δυνατόν περισσότερον να διευκολύνηται η διάδοσις της ποδοσφαιρίσεως, δεδομένου ότι εις την παιδιάν ταύτην αρέσκονται πολύ να επιδίδωνται οι Έλληνες. Δέον να οργανώνται αγώνες μεταξύ των υπηρεσιών του πλοίου, να λαμβάνωσι δε χώραν εις οιανδήποτε ευκαιρίαν ήθελε εξευρεθή πεδίον ασκήσεων κατάλληλον δια ποδοσφαίρισιν. Οι αγώνες δέον να γίνονται επί τη βάση του συστήματος του γνωστού υπό το όνομα «Αμερικανικόν Σύστημα Αγώνων», καθ’ ο εκάστη υπηρεσία του πλοίου παίζει εναντίον μιας εκάστης των λοιπών υπηρεσιών του πλοίου, το δε αποτέλεσμα κρίνεται εκ του αθροίσματος των αριθμών. Δύο αριθμοί δίδονται δια την νίκην εις δε αριθμός εν η περιπτώσει αι ομάδες είναι ισόπαλοι, και μηδέν δι ατην ήτταν.
ΑΘΛΗΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ. – Απαραίτητον είναι να εκτελώνται από καιρού εις καιρόν, καθ’ όσον μέγα ενδιαφέρον γεννάται μεταξύ των ανδρών δι’ αυτούς. Το πρόγραμμα δύναται να βασισθή επί του προγράμματος του καθωρισμένου υπό της Επιτροπής των Ολυμπιακών Αγώνων, πρέπει δε να παρέχωνται εις τους άνδρας κατάλληλοι ευκαιρίαι προς εκγύμνασιν.
ΜΑΡΑΘΩΝΙΟΣ ΔΡΟΜΟΣ. – Μαραθώνιος δρόμος εκτελούμενος από καιρού εις καιρόν θέλει διεγείρει σημαντικώς το ενδιαφέρον του πληρώματος. Εν τούτοις δεν είναι ανάγκη να εκετελήται ολόκληρον το μήκος της διαδρομής  του Μαραθωνίου δρόμου.
ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΛΟΥΤΡΑ. – Συμφέρει να παρέχηται πάσα ευκολία προς τούτο, να ενθαρρύνηται δε η διάδοσις του Water Polo εις έκαστον πλοίον, οργανουμένων αγώνων μεταξύ των υπηρεσιών, καθ’ ον τρόπον οργανούνται οι της ποδοσφαιρίσεως. Εις το Αγγλικόν Ναυτικόν, εάν ο λιμήν είναι ακατάλληλος δια λουτρόν ένεκα ισχυρού ρεύματος ή άλλου λόγου, συχνά εγκαθιστώσιν εξάιρετον δεξαμενήν προς κολύμβησιν επί του προστέγου δια πληρώσεως μεγάλης σκηνής δια θαλασσίου ύδατος.

ΠΟΡΟΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ 21/7/1936. Ο ΝΑΥΑΡΧΟΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ ΚΑΙ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΤΟΡΠΙΛΛΙΚΩΝ ΣΕ ΣΤΙΓΜΕΣ ΧΑΛΑΡΩΣΗΣ  (Αρχείο Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος)

ΙΣΤΙΟΔΡΟΜΙΑΙ. – Τα πλοία και τα ναυτικά καταστήματα καλόν είναι κατά το θέρος να οργανώσι καθ’ εβδομάδα η κατά δεκαπενθήμερον ιστιοδρομίας κατά το σύστημα των Τακτικών Αγώνων (handicap).
ΚΩΠΗΛΑΣΙΑ. – Εις έκαστον στόλον απαραίτητον είναι τουλάχιστον άπαξ του έτους να οργανώνται λεμβοδρομίαι.
Τα μεμονωμένα πλοία πρέπει να παρέχωσιν ευκολίας εις τους άνδρας, όπως συγκροτώσι πληρώματα λέμβων, ανάγκη δε ωσαύτως να οργανώσι λεμβοδρομίας είτε μεταξύ των λέμβων του πλοίου είτε και μετά των πληρωμάτων λέμβων άλλων πλοίων.
ΣΚΟΠΟΒΟΛΗ. – Τα πλοία, των οποίων τα όπλα είναι εφωδιασμένα δια σωλήνων όπλου, πρέπει να μεριμνώσι περί παροχής ευκαιριών εις τους άνδρας προς εξάσκησιν εις την σκοποβολήν εις κατάλληλον μέρος του πλοίου. Εννοείται ότι πρέπει τότε να λαμβάνωνται προφυλάξεις προς αποφυγήν δυστυχημάτων.
ΠΕΔΙΛΟΔΡΟΜΙΑ. – Πλείστοι άνδρες θα αποδυθώσιν εις την διασκέδασιν ταύτην, εάν εξευρεθή χώρος προς τούτο. Η εκ της παιδιάς ταύτης φθορά του καταστρώματος είναι όλως ασήμαντος.
ΕΚΔΡΟΜΑΙ ΔΙΑ ΛΕΜΒΩΝ. – Εις  το πλήρωμα δέον να παρέχηται ελευθερία προς χρήσιν των λέμβων του πλοίου δι’ εκδρομάς κατά τα απογεύματα του Σαββάτου και της Κυριακής, εάν το πλοίον ευρίσκηται προσωρμισμένον εις ορμητήριον, όπου δεν παρέχεται κανονική άδεια εξόδου εις την ξηράν.
ΔΙΑΦΟΡΑ ΠΑΙΓΝΙΔΙΑ. – Παιγνίδια Ντάμας, Σκακίου, κτλ. Δύνανται να αγοράζωνται εκ των περισσευμάτων το πρατηρίου προς χρήσιν των ανδρών κατά τους χειμερινούς μήνας.
ΓΕΝΙΚΑ. – Ίνα η προσπάθεια προς ψυχαγωγίαν του πληρώματος αποβή επιτυχής, καλόν είναι η οργάνωσις ταύτης να εκτελήται υπό των αξιωματικών, να τυγχάνη δε της ολοψύχου συνδρομής αυτών. Το πλήρωμα πιθανόν κατ΄ αρχάς να μη φανή ότι εκτιμά τας προς διασκέδασιν αυτού προσπαθείας, συν τω χρόνω όμως θα εκτιμήση αυτάς και το αποτέλεσμα θα είναι να μένωσιν οι άνδρες ευχαριστημένοι, επιτυγχανομένης συγχρόνως και ανωτέρας αποδόσεως του πλοίου εις το κύριον αυτού έργον.
Το Περί Αλός προτείνει άλλα δύο «Κειμήλια»:
ΤΟ ΠΡΩΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΝΑΥΤΙΚΟΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ (1917). Πιέσατε ΕΔΩ
Η ΖΩΗ ΕΙΣ ΤΟ ΠΛΟΙΟΝ. Η ζωή σε ένα πολεμικό πλοίο του Β΄ΠΠ. (1954). Πιέσατε ΕΔΩ

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2011

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΠΟΥ ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΝ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΟΥΝ ΝΑΥΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ

Περί Αλός
Δρ. Ηλίας Ηλιόπουλος
ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΛΟΥΔΟΒΙΚΕΙΟΥ-ΜΑΞΙΜΙΛΙΑΝΟΥ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ
Απόσπασμα από το βιβλίο του Ηλία Ηλιόπουλου:  
"Ιστορία, Γεωγραφία και Στρατηγική της Ναυτικής
Ισχύος" Αθήναι (Α.Α. Λιβάνης) 2010.


ΦΩΤΟ: Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου

 
Η παρατηρηθείσα διά μέσου της Ιστορίας εσώτερη σχέση μεταξύ Ναυτικής Ισχύος, εμποροναυτικού χαρακτήρα ενός έθνους, φιλελευθέρου πνεύματος και τρόπου διακυβερνήσεως, αφενός, και επιτυχίας στο διεθνές σύστημα (ανάγνωθι: εθνική κυριαρχία / ασφάλεια, οικονομική ανάπτυξη / ευημερία, διεθνής υπόληψη / ενεργός παρουσία στα διεθνή πράγματα), αφετέρου, συνάγεται όχι μόνον εξ αντιδιαστολής προς τις Ηπειρωτικές Δυνάμεις αλλά, επίσης, εάν εξετασθούν οι (άκρως ενδιαφέρουσες και διδακτικές) περιπτώσεις εκείνες, όπου οι Χερσαίες /Ηπειρωτικές Δυνάμεις κατέβαλαν σε δεδομένη ιστορική συγκυρία προσπάθεια (ενίοτε αξιοθαύμαστη), προκειμένου να καταστούν και αυτές Ναυτικές (και Εμποροναυτικές) Δυνάμεις.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, λοιπόν, απεδείχθη ότι, ακόμη και όταν ορισμένοι ηγέτες ή ιθύνοντες των Ηπειρωτικών Δυνάμεων εμφορούνταν από τις καλύτερες των προθέσεων και δεν εφείσθησαν κόπων και ενεργειών προς εκπλήρωσιν αυτών των προθέσεών τους, τα σχέδιά τους, ορώμενα σε βάθος χρόνου, δεν επέφεραν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Ή, ακριβέστερα, τα όποια προς στιγμήν επελθόντα αποτελέσματα δεν άνθεξαν στον χρόνο, ακριβώς επειδή, τόσο σε επίπεδο συστημικής-κοινωνικής δομής όσο και σε επίπεδο πολιτικής κουλτούρας / ηγεμονικής ιδεολογίας της κοινωνίας, το κυρίαρχο πνεύμα ήταν όλως διαφορετικό.
Και εξηγούμε: Η μελέτη της Ναυτικής Ιστορίας αναδεικνύει, καταρχάς, αρκετές αξιοσημείωτες περιπτώσεις Δυνάμεων, οι οποίες, εσκεμμένως, έπαυσαν αίφνης ή αποφάσισαν να αναστείλουν την περαιτέρω εξέλιξή τους προς την κατεύθυνση της Ναυτικής Δυνάμεως, και τούτο διότι οι ιθύνουσες ελίτ φοβήθηκαν το ενδεχόμενο συστημικής/κοινωνικής μεταβολής, συνεπεία των αλλαγών που θα επέφερε η εξέλιξη αυτή, εάν, βεβαίως, ολοκληρωνόταν. Επί παραδείγματι, αυτή είναι η περίπτωση της Κίνας, η οποία, μίαν ημέρα των ημερών, και αφού είχε προηγηθεί μια πορεία πέντε αιώνων θεαματικής ναυτικής παρουσίας και αναπτύξεως, απεφάσισε, κατά διαταγήν του Αυτοκράτορα, να απαγορεύσει την ναυπήγηση παντός πλοίου και την διεξαγωγή εξωτερικού εμπορίου, ακριβώς επειδή η άρχουσα γραφειοκρατία των Μανδαρίνων δεν ήξερε πού θα καταλήξει όλη αυτή η υπόθεση και εφοβείτο ότι, εν τέλει, θα υπάρξει σοβαρή μετατόπιση των κέντρων λήψεως αποφάσεων και των δομών εξουσίας.
Εξ άλλου, μετά βραχύ διάστημα, συνέβη κάτι ανάλογο στην αυτή πάντοτε περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού. Κατά την εποχή του Σογκουνάτ Τοκουγκάβα (Shogunat Tokugawa, 1603-1867) στην Ιαπωνία ο Shogun[i] επέτυχε να αφαιρέσει τις ουσιαστικές εξουσίες του Αυτοκράτορα (Tenno), περιορίζοντας την ισχύ του τελευταίου στο θρησκευτικό-συμβολικό επίπεδο, και να επιβάλλει με αυταρχικές και αστυνομοκρατικές μεθόδους μία αυστηρότατη φεουδαρχική κοινωνική δομή, συγκείμενη από τις εξής τάξεις:
- Ευγενείς της Αυλής (Kuge)
- Ευγενείς Φεουδάρχες (Daimyo)
- Ακόλουθοι και Υπάλληλοι (Samurai)
- Λαός (Heimin)
- Παρίες (Eta / Hinin).[ii]
Δεν ήταν, ασφαλώς, συμπτωματικό ότι την περίοδο εκείνη, και συγκεκριμένα το 1639, οι ιαπωνικές ιθύνουσες τάξεις έλαβαν την απόφαση να στρέψουν τα νώτα τους προς την θάλασσα, να αποκοπούν από τον έξω κόσμο, και επέλεξαν ενσυνειδήτως να βασίσουν, εφεξής, την πορεία της χώρας και το κοινωνικό και πολιτικό σύστημά της στην ξηρά, στους πόρους και στις δυνατότητες που παρείχε η αγροτική οικονομία. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα την σοβαρή κοινωνικοοικονομική καθυστέρηση και, εν τέλει, απομόνωση της χώρας, τουλάχιστον μέχρι το 1853/54, οπότε η Ιαπωνία υποχρεώθηκε δια της βίας, υπό την απειλή των πυροβόλων του Αρχιπλοιάρχου Perry του Αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού, να άρει το καθεστώς εθελουσίας απομονώσεώς της από το διεθνές περιβάλλον.[iii]
Ακόμη πιο εντυπωσιακή και πολλαπλώς διδακτική είναι, όμως, η περίπτωση της Ρωσσίας των Ρωμανώφ. Ως γνωστόν, ο Πέτρος Α΄ ο Μέγας (Πιοτρ Αλεξέϊεβιτς Ρωμανώφ, 1672-1725, Τσάρος και Μέγας Δουξ του Μεγάλου Δουκάτου της Ρωσσίας, 1682/89-1721,[iv] Αυτοκράτωρ πασών των Ρωσσιών, 1721-1725)[v]  έλαβε την ιστορική απόφαση να επενδύσει στην Ναυτική Ισχύ και ίδρυσε το Ρωσσικό Αυτοκρατορικό Ναυτικό. Προς επίτευξιν, μάλιστα, του σκοπού αυτού όχι μόνον αξιοποίησε την πλούσια εμπειρία σπουδαίων δυτικών επαϊόντων της εποχής, τους οποίους μετεκάλεσε στην Αυλή του, αλλά και μετέφερε την πρωτεύουσα του κράτους του (1710) από την Μόσχα στην νεοϊδρυθείσα (1703), πλησίον σπουδαίων υδατίνων διαύλων, Αγία Πετρούπολη, ακριβώς για να διασφαλίσει το ναυτικό και εμποροναυτικό μέλλον της Ευρασιατικής/Ηπειρωτικής Δυνάμεως, της οποίας ηγείτο.
Ενδεικτικό του ζήλου που τον διακατείχε ήταν και το ότι μετέβη ο ίδιος στην Δύση και εργάσθηκε, αποκρύπτοντας την αληθή του ταυτότητα, στα ναυπηγεία του Άμστερνταμ και του Ντέτφορντ, ούτως ώστε να αποκτήσει προσωπική εμπειρία της ναυτικής τέχνης των προηγμένων θαλασσίων λαών[vi].
Ο Πέτρος, λοιπόν, δεν εφείσθη προσπαθειών, προκειμένου να επιτύχει την μετατροπή της Ρωσσίας σε Ναυτική Δύναμη και Εμποροναυτικό Έθνος. Εν τούτοις, για την συντριπτική πλειονότητα των προσώπων που συναποτελούσαν τις ιθύνουσες ελίτ του κράτους και της κοινωνίας, όλα αυτά ουδέποτε έπαυσαν να αντιμετωπίζονται, κατά βάθος, ως ανεπιθύμητα «καινά δαιμόνια», ξένες ιδέες, απολύτως ακατάλληλες και μη συνάδουσες προς την φύση και την ιδιοπροσωπία της Αγίας Ρωσσίας. Αυτό είχε ως συνέπεια, τα αποτελέσματα των ενεργειών του μεταρρυθμιστή Μονάρχη, οσονδήποτε θεαματικά προς στιγμήν, να μην ανθέξουν σε βάθος χρόνου. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι η διαπίστωση αυτή ισχύει και για τιςπροσπάθειες που ανελήφθησαν κατά διαστήματα εν συνεχεία, μετά την εποχή του Μεγάλου Πέτρου, από ηγήτορες του Ρωσσικού Έθνους που μοιράζονταν τις δικές του αντιλήψεις.
Maler: Peter der Grosse 1838.
ΦΩΤΟ: en.wikipedia.org

Έτσι, παρά τις περιοδικές αναλαμπές, όλως ιδιαιτέρως κατά τα τέλη του 18ου αι. υπό την πεφωτισμένη ηγεσία του Μεγάλου Ναυάρχου Ουσακώφ, το Ναυτικό δεν έπαυσε να θεωρείται από τους συντηρητικούς Ρώσσους ιθύνοντες ως μία «βασικά μη ρωσσική υπόθεση και πηγή ιδεών επικινδύνων για το υπάρχον σύστημα»[vii]. Και η αλήθεια είναι ότι πράγματι ήταν ή θα μπορούσε να εξελιχθεί σε πηγή επικινδύνων ιδεών για το τότε υφιστάμενο πολιτικοκοινωνικό σύστημα της αρτηριοσκληρωμένης Ηπειρωτικής Δυνάμεως.
Ειρήσθω εν παρόδω: Θα μπορούσε να εκληφθεί ως ενδεικτικό του τρόπου αντοχής και επιβιώσεως ορισμένων πολιτισμικών σταθερών στο διάβα του χρόνου ότι, όταν π.χ. ο Στάλιν εκτελεί τους περισσοτέρους των Ναυάρχων του περί τα τέλη της δεκαετίας του ’30, κατά μίαν έννοια εγγράφεται στην συνέχεια μιας παμπάλαιας ρωσσικής παραδόσεως προληπτικής εξαφανίσεως των δυνητικών πηγών κοινωνικής και πολιτικής αναταραχής. Η ιστορική ειρωνεία, βεβαίως, έγκειται στο ότι οι Ναύαρχοι που διέφυγαν την εκτέλεση ήσαν ακριβώς εκείνοι που πίστευαν ότι το Σοβιετικό Πολεμικό Ναυτικό ώφειλε να εκσυγχρονισθεί και να ακολουθήσει, σε γενικές γραμμές, την οδό αναπτύξεως του Βρεταννικού, του Γερμανικού και του Ιαπωνικού Πολεμικού Ναυτικού, πλην όμως, η ενασχόληση με αυτήν την χαρίεσσα παραξενιά της Ιστορίας θα εξέφευγε των ορίων του παρόντος πονήματος.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει, εξ άλλου, η περίπτωση της Γερμανίας, αφότου κατέστη δυνατή η υπέρβαση της πολιτικής κατατμήσεως του γερμανικού έθνους σε πλειάδα μεγαλυτέρων και μικροτέρων κρατικών σχημάτων και η συγκρότηση μιας ενιαίας πολιτικής οντότητας (Deutsches Reich, 1871), γεγονός το οποίο αποτέλεσε ουσιώδη μεταβολή των γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών δεδομένων, αφης στιγμής μία νέα Χερσαία/Ηπειρωτική Δύναμη ανεδείχθη στο μέσον της Ευρώπης (Μitteleuropa).
Τις προαναφερθείσες αντιλήψεις διαπρεπών Βρεταννών ιστορικών, γεωπολιτικών και στρατηγιστών περί πιθανής (έως βεβαίας) υποχωρήσεως του «παγκοσμίου πολιτικού δυναμικού» των Ναυτικών Δυνάμεων (και δη της Μ. Βρεταννίας) έμοιαζαν, στην καμπή των δύο αιώνων, να συμμερίζονται ορισμένοι, επίσης διακεκριμένοι, Γερμανοί σύγχρονοί τους ερευνητές γεγονός το οποίο μάλλον ενίσχυε παρά διασκέδαζε τις ανησυχίες των πρώτων. Έτσι, ο πολύς Ratzel σημείωνε:
«Η σχέση μεταξύ Ναυτικής και Χερσαίας Δυνάμεως εξαρτάται από τον νόμο της πραγματικής Ναυτικής Ισχύος, εφόσον η σχέση αυτή προσδιορίζεται σε ένα χώρο ο οποίος δεν είναι προσιτός ει μη διά θαλάσσης. Οι θαλάσσιες επικοινωνίες είναι πρόσκαιρες και εφήμερες.
Αντιθέτως, μία πραγματική Ηπειρωτική Δύναμη, εκ του γεγονότος ότι στηρίζεται επί μιας χερσαίας επικρατείας, δεν θα καταρρεύσει παρά μόνον σε περίπτωση διεισδύσεως του εχθρού στο έδαφός της. Εκεί έγκειται η θαυμάσια αντίθεση μεταξύ της Βρεταννικής Αυτοκρατορίας και της Ρωσσικής: η πρώτη δεν μπορεί να γίνει νοητή χωρίς την Κυριαρχία των Θαλασσών και η δεύτερη έχει ανάγκη ένα στόλο μόνον και μόνον για να εξασφαλίσει επικοινωνίες σχετικώς δευτερευούσης σημασίας[viii]
Εξ αυτής της συλλογιστικής αφετηρίας ορμώμενος, ο Ratzel προέβαινε σε ορισμένες ενδιαφέρουσες εκτιμήσεις:
«Το ιδανικό για μία μακρόπνοη πολιτική, που θα αποσκοπούσε στην Παγκόσμιο Ηγεμονία, εντοπίζεται στον συνδυασμό ηπειρωτικών και ναυτικών παραγόντων. Η ανάγκη διευρύνσεως είναι η ίδια σε αμφότερες τις περιπτώσεις. Και έχουμε ήδη παρατηρήσει πόσον αναγκαία υπήρξε η απόκτηση χερσαίων μαζών για την πραγματοποίηση των σχεδίων μιας Ναυτικής Δυνάμεως[ix]
Για το μεγαλύτερο, τουλάχιστον, μέρος της υφηλίου ισχύει, κατά τον Γερμανό συγγραφέα, ότι «δεν υπάρχει Ναυτική Δύναμη η οποία κατόρθωσε να προσαρτήσει τα εδάφη που απαιτούνται για την Κυριαρχία επάνω στις τεράστιες μάζες ενός ωκεανού». Και η κατάκτηση χερσαίων εδαφών είχε, ήδη στην εποχή του, καταστεί πολύ δύσκολη υπόθεση, αφης στιγμής ο πλανήτης είχε καταστεί «τόσο στενόχωρος ώστε το όνειρο ενός συστήματος «αυτοκρατορικού δικτύου», που τρέφουν οι Βρεταννοί, δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί», δοθέντος ότι «ένα τέτοιο σύστημα θα προσέκρουε στις σφαίρες επιρροής των άλλων Δυνάμεων, οι οποίες και θα το καταπολεμούσαν[x] Εξ αυτών συνήγετο ότι η πτώση της Γηραιάς Αλβιώνος ως Ηγεμονικής Δυνάμεως ήταν, πράγματι, επί θύραις:
«Εν αντιθέσει προς την Ηπειρωτική Πολιτική της Ρωσσίας στην Ασία και των ΗΠΑ στην Αμερική, η Ναυτική Πολιτική της Αγγλίας είναι ήδη, από τούδε, καταδικασμένη στην συρρίκνωση[xi]
Καθόσον αφορά, ειδικώτερα, στην Γερμανία, η ανωτέρω εκτεθείσα συλλογιστική την καθιστούσε σαφώς υποψήφια για την ανάληψη του ρόλου του Ηγεμόνα του διεθνούς συστήματος. Χερσαία Δύναμη (η Δύναμη στο Μέσον της Ευρώπης / die Macht an der Mitte Europas, κατά την εύστοχη διατύπωση του Gregor Schoellgen), νέα και ανερχόμενη, σφύζουσα δημογραφικής υγείας και οικονομικής ευρωστίας, διαθέτουσα μία άριστα οργανωμένη και αποτελεσματική Δημοσία Διοίκηση, είχε να επιδείξει ζηλευτούς ρυθμούς οικονομικής και δη, βιομηχανικής αναπτύξεως που αλματωδώς προσέγγιζαν τα ανάλογα επίπεδα της Μ. Βρεταννίας, ένα θαυμάσιο «ανθρώπινο κεφάλαιο», για να δανεισθούμε έναν όρο του συρμού έμψυχο υλικό» απεκαλείτο τότε), που σημείωνε θαυμαστά τεχνολογικά και επιστημονικά επιτεύγματα, και, τέλος, μία εκπληκτικής αρτιότητας στρατιωτική μηχανή, οικοδομηθείσα, από εποχής Πρωσσίας ακόμη, επί τη βάσει της συστηματικής εκπαιδεύσεως και της παροιμιώδους πειθαρχίας. Εκείνο το οποίο απουσίαζε ήταν: η Κυριαρχία της Θαλάσσης και, βεβαίως, ο Στόλος.
Ο μετασχηματισμός της Γερμανίας σε Ναυτική Δύναμη προϋπέθετε, όμως, την απόκτηση Κυριαρχίας της Θαλάσσης, για να το διατυπώσουμε κατά την ορολογία της Ναυτικής Ιστορίας και Στρατηγικής, τουλάχιστον της θαλάσσιας περιοχής εκείνης που ευρίσκετο εγγύτατα της ηπειρωτικής χώρας και αποτελούσε συγχρόνως την (μόνη) φυσική έξοδο του γερμανικού (πολεμικού και εμπορικού) στόλου προς τις ανοικτές θάλασσες (τον Παγκόσμιο Ωκεανό, κατά Ratzel) αλλά και την μόνη δίοδο προς την βρεταννική θαλάσσια επικράτεια: της Βορείου Θαλάσσης.
Τούτο αποτελούσε κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση: Από εποχής Ναπολεοντείων Πολέμων, στο πλαίσιο της τότε ακολουθούμενης Ναυτικής Στρατηγικής της (Ναυτικός Αποκλεισμός και Άρνηση Θαλάσσης) έναντι της
Ναπολεοντείου Ευρώπης, η Μ. Βρεταννία ήλεγχε απολύτως την Β. Θάλασσα, έχοντας καταλάβει την προαναφερθείσα νήσο Ελιγολάνδη (1807), η οποία κείται δυτικώς των ακτών του Σλέσβιχ-Χολστάϊν (της βορειότερης περιοχής της ηπειρωτικής Γερμανίας) και ανήκε προηγουμένως στην Δανία (και η οποία έχει για την Β. Θάλασσα την στρατηγική σημασία που έχει, τηρουμένων των αναλογιών, η νήσος Σάσσων για τα Στενά του Οτράντο και την Αδριατική ή η Λήμνος για τα Στενά των Δαρδανελλίων και το Αιγαίο). Οι Γερμανοί ιθύνοντες, αντιλαμβανόμενοι την ανεκτίμητη αξία της νήσου για την δική τους Ναυτική Στρατηγική, επεδίωξαν επιμόνως και κατόρθωσαν να αποκτήσουν την κυριότητα της Ελιγολάνδης από τους Βρεταννούς, ανταλλάσσοντάς την, δυνάμει διμερούς συνθήκης υπογραφείσης το 1890, με την Ζανζιβάρη, μία από τις (ούτως ή άλλως, λιγοστές) αποικίες του Ράϊχ στην Γερμανική Ανατολική Αφρική (Deutsch-Ostafrika).[xii] Προκειμένου δε να επιτύχουν τον σκοπό τους, δεν δίστασαν να προβούν σε περαιτέρω παραχωρήσεις αποικιακών εδαφών στους Βρεταννούς (Ουγκάντα).[xiii]
Ευθύς μετά την απόκτηση της νήσου, πρώτιστη μέριμνα των Γερμανών ιθυνόντων και δη του ιδίου του Κάϊζερ Γουλιέλμου Β΄ (Wilhelm II. της πρωσσικής δυναστείας των Hohenzollern, 1859-1941, Αυτοκράτωρ της Γερμανίας: 1890-1914), ο οποίος έτρεφε ζωηρότατο ενδιαφέρον για τα ναυτικά πράγματα και ήταν εγνωσμένος θιασώτης των θεωριών του Mahan (τον οποίο, μάλιστα, προσεκάλεσε κάποτε στην Γερμανία, όπου τον υπεδέχθη με μεγάλες τιμές) – υπήρξε η μετατροπή της Ελιγολάνδης σε ισχυρή βάση της Kaiserliche Marine (του Γερμανικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού) με διττό ρόλο: αφενός μεν, την εξασφάλιση της άμυνας των γερμανικών ακτών της Βορείου Θαλάσσης, αφετέρου δε, την δράση ως ορμητηρίου επιθέσεως κατά της Μ. Βρεταννίας σε περίπτωση πολέμου.[xiv]
Γεωφυσική ναυτική βάση υπήρχε, πλέον το επόμενο βήμα ήταν η ναυπήγηση πολεμικού Στόλου. Ειρωνεία της Ιστορίας ή όχι, το έτος εκδόσεως του πολύκροτου έργου του Ratzel «Πολιτική Γεωγραφία» (1897) στον θώκο του
Υπουργού των Ναυτικών του Γερμανικού Ράϊχ ανήρχετο ο Ναύαρχος Αλφρέδος Φρειδερίκος φον Τίρπιτς (Alfred Friedrich von Tirpitz, 1849-1930), σπουδαίος αξιωματικός, με πλούσια θεωρητική παιδεία και άριστος γνώστης των ιδεών του Αμερικανού Mahan, και έσπευδε να εισαγάγει στο Ράϊχσταγκ (Reichstag: το Κοινοβούλιο του Ράϊχ) προς ψήφισιν τον πρώτο «Ναυτικό Νόμο». Ειρήσθω εν παρόδω ότι στο πρόσωπο του Τίρπιτς ο Γερμανός Μονάρχης είχε βρει έναν ενθουσιώδη ομοϊδεάτη αναφορικά με την πίστη στα κηρύγματα περί Ναυτικής Ισχύος.
Ο (πρώτος) Ναυτικός Νόμος επιχειρούσε να επιλύσει το μέγα δίλημμα που ταλάνιζε τους ιθύνοντες της Γερμανικής Ναυτικής Στρατηγικής τις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (και επρόκειτο να τεθεί, εκ νέου, επί τάπητος και προ του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου).
Το δίλημμα αυτό είχε ως ακολούθως: Δεδομένης της δεινής ποσοτικής και ποιοτικής υπεροχής του Royal Navy (η ισχύς του οποίου υπερτερούσε, κατά 10%, έναντι του αθροίσματος της ισχύος των δύο αμέσως κατωτέρων πολεμικών στόλων της εποχής, ήτοι του γαλλικού και του γερμανικού, σύμφωνα με νόμο ψηφισθέντα από το Βρεταννικό Κοινοβούλιο) – και εν όψει της αντικειμενικής αδυναμίας της Γερμανικής Εθνικής Οικονομίας να επωμισθεί την κάλυψη, και μάλιστα εντός βραχυτάτου χρονικού διαστήματος, της διαφοράς ισχύος μεταξύ Βρεταννικού Βασιλικού Ναυτικού και Γερμανικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού καθάπαντα τα πεδία συγκρίσεως των δύο στόλων η Ανωτάτη Ναυτική Διοίκηση (Oberkommando der Marine) ήταν υποχρεωμένη να επιλέξει μεταξύ δύο διαζευκτικών στρατηγικών επιλογών:
- Ναυτική Παρουσία / Προβολή Ισχύος ή
- Πολεμική Προπαρασκευή / Αποφασιστική Ναυμαχία.[xv]
Ή, με άλλους λόγους, οι ιθύνοντες της Γερμανικής Ναυτικής Στρατηγικής έπρεπε να επιλέξουν:
- είτε να προβούν στην ναυπήγηση στόλου συγκειμένου εκ καταδρομικών μεγάλης ακτίνας δράσεως, πλην όμως περιορισμένου οπλισμού, καταλλήλων μεν για την προστασία των εμπορικών και αποικιακών συμφερόντων της Γερμανίας παγκοσμίως, όχι όμως και για την ανάληψη επιθετικής πρωτοβουλίας κατά Μείζονος Ναυτικής Δυνάμεως, και δη του κραταιού Royal Navy,
- είτε να ναυπηγήσουν, αντιθέτως, στόλο θωρηκτών, δηλαδή βραδυκίνητων μονάδων επιφανείας λίαν ηυξημένης ισχύος, αντενδεικνυομένων μεν για αποστολές Ναυτικής Παρουσίας και ταχείας Προβολής Ισχύος σε όλα τα μήκη και πλάτη των ανοικτών θαλασσών, τα οποία, όμως, θα διέθεταν τρομακτική δύναμη πυρός και, ως εκ τούτου, θα ήσαν σε θέση, όταν το απαιτούσε η περίσταση, να αναμετρηθούν με το Βασιλικό Ναυτικό σε μία Αποφασιστική Μάχη/Ναυμαχία (Decisive Battle / Entscheidungsschlacht).[xvi]
Επελέγη η οδός του Θωρηκτού Στόλου. Τον τελικώς ψηφισθέντα το 1898, χάρις στην ενεργό υποστήριξη του Γουλιέλμου, «Ναυτικό Νόμο» επρόκειτο να
ακολουθήσουν δύο ακόμη ομώνυμα νομοθετήματα (1900 και 1907 αντιστοίχως). Και τα τρία θα είχαν κρίσιμη σημασία για την τύχη της χώρας, κυρίως επειδή διεδήλωσαν, urbi et orbi, κατά τρόπον σαφή και αριδηλότατο, την μείζονα στρατηγική επιλογή της νέας Γερμανίας να αμφισβητήσει εμπράκτως την Ναυτική (και, άρα, Παγκόσμιο) Ηγεμονία της Μ. Βρεταννίας (εν προκειμένω, είναι λίαν ενδεικτικό ότι, όταν ο Τίρπιτς εισήγαγε στο Ράϊχσταγκ τον Ναυτικό Νόμο, δήλωσε ευθέως ότι αποσκοπούσε στην δημιουργία πολεμικού στόλου ο οποίος θα μπορούσε να βυθίσει τον αγγλικό «μεταξύ Ελιγολάνδης και βρεταννικών ακτών»).[xvii]
Ο στόλος των θωρηκτών μπορούσε να λειτουργήσει και ως Δύναμη Αποτροπής και, συνάμα, εργαλείο Ναυτικού Καταναγκασμού:
- αφενός μεν να προσδώσει πραγματική υπόσταση στην παράσταση απειλής που φιλοδοξούσε να αποτελέσει, για το Βρεταννικό Βασιλικό Ναυτικό, το Γερμανικό Αυτοκρατορικό Ναυτικό, αποτρέποντας έτσι την ανάληψη
επιθετικής ενεργείας της Αγγλίας εις βάρος της Γερμανίας,
- αφετέρου δε να υποχρεώσει την Θαλασσοκράτειρα Αλβιώνα και, δευτερευόντως, τις λοιπές Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής να αποδεχθούν την Γερμανία ως ισότιμο εταίρο στα διεθνή πράγματα και στο παίγνιο κατανομής ισχύος και επιρροής ή, με άλλους λόγους, κατά μία παροιμιώδη ρήση του Γερμανού Καγκελλαρίου von Buelow, να αναγνωρίσουν επιτέλους στην
(νεοεισελθούσα στην διεθνή σκηνή Ηπειρωτική Δύναμη) «μία θέση υπό τον ήλιο» (“einen Platz an der Sonne”).
Ωστόσο, το φιλόδοξο εκείνο Ναυτικό Πρόγραμμα του Γουλιέλμου και του Τίρπιτς έμελλε να έχει αποτελέσματα αντίθετα των αναμενομένων: Η εξέλιξη αυτή χαλύβδωσε την βούληση της Αλβιώνος να αναμετρηθεί, όπως τόσες φορές κατά το παρελθόν (και το μέλλον), με τον επίδοξο ηπειρωτικό Ηγεμόνα, αποσοβώντας την πραγματοποίηση των σχεδίων του. Άρα, αντί να δράσει ως αξιόπιστη αποτρεπτική απειλή, η ναυπήγηση θωρηκτού στόλου εκ μέρους της Γερμανίας προξένησε την αντίδραση της ηγεμονευούσης Ναυτικής Δυνάμεως (Μ. Βρεταννία) και, συνακολούθως, πρωτοβουλία της τελευταίας (σε ρόλο κλασσικού «Υπερποντίου Εξισορροπητή»), την «αντι-ηγεμονική συσπείρωση» των λοιπών Δυνάμεων εναντίον της Μεσευρωπαϊκής Ηπειρωτικής Δυνάμεως[xviii].

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[i] Ύπατος στρατιωτικός βαθμός και συνάμα πολιτικό αξίωμα, αποδιδόμενο στις ευρωπαϊκές γλώσσες ως «Στρατάρχης»
[ii] Kinder / Hilgemann, όρ. ανωτ., τ. ΙΙ, σελ. 369.
[iii] Όρ. ανωτ., σελ. 369, 393.
[iv] Το 1682 ανακηρύχθηκε Τσάρος, από κοινού με τον ετεροθαλή αδελφό του Ιωάννη (Ιβάν) Ε΄, πλην όμως, την Αντιβασιλεία ασκούσε η αρχαιότερη ετεροθαλής αδελφή του Πέτρου Σοφία, μέχρι την ανατροπή της το 1689.
[v] Για τον Μ. Πέτρο, το έργο και την εποχή του όρα, δειγματοληπτικώς: Wittram, Reinhard, Peter I., Czar und Kaiser. Zur Geschichte Peter des Grossen in seiner Zeit, Goettingen (Verlag Vandenhoeck),1954. Massie, Robert K., Peter der Grosse. Sein Leben und seine Zeit, Frankfurt/M (Fischer), 1992.
Hughes, Lindsey, Russia in the Age of Peter the Great, New Haven (i.a.) (Yale University Press), 1998.
[vi] Kinder / Hilgemann, όρ. ανωτ., τ. Ι, σελ. 273.
[vii] Till, όρ. ανωτ., σελ. 22.
[viii] Ratzel, όρ. ανωτ., σελ. 951.
[ix] Όρ. ανωτ.
[x] Όρ. ανωτ.
[xi] Όρ. ανωτ.
[xii] Kinder / Hilgemann, όρ. ανωτ., τ. ΙΙ, σελ. 387.
[xiii] Όρ. ανωτ.
[xiv] Όρ. ανωτ., σελ. 387 κ. εξ. Επίσης: Χριστοδουλίδης, Θεόδωρος, Διπλωματική Ιστορία, Αθήνα
(Σιδέρης), τ. Β΄, 1991, σελ. 432.
[xv] Συναφώς όρα κατωτέρω, κεφάλαιο Δ, «Κυριαρχία των Θαλασσών», υποκεφάλαιο 4, «Η Αμυντική Προσέγγιση – Το Παράδειγμα της Γερμανικής Ναυτικής Ιστορίας.»
[xvi] Με άλλους όρους και, βεβαίως, εντός ενός διαφορετικού ιστορικού και γεωστρατηγικού
περιβάλλοντος, το δίλημμα περί ναυπηγήσεως ενός «αμυντικού» στόλου, συγκειμένου υπό ελαφρών καταδρομικών και αντιτορπιλλικών, ή ενός θωρηκτού στόλου με σαφώς επιθετική αποστολή ταλάνισε και την Ελληνική Πολιτική και Ναυτική Ηγεσία περί τις αρχές του 20ού αι. Συναφώς όρα: Βερέμης, ένθα ανωτ., σελ. 441.
[xvii] Χριστοδουλίδης, όρ. ανωτ.
[xviii] Συναφώς όρα κατωτέρω, κεφάλαιο Δ, «Κυριαρχία των Θαλασσών», υποκεφάλαιο 4, «Η Αμυντική Προσέγγιση – Το Παράδειγμα της Γερμανικής Ναυτικής Ιστορίας.» Για την έννοια και την λειτουργία του «Υπερποντίου Εξισορροπητή» όρα Mearsheimer, ένθ. ανωτ., κεφ. 7, σελ. 472-534.


Το Περί Αλός προτείνει σχετικό άρθρο:



Κυριαρχία των Θαλασσών.
Η έννοια και οι μορφές της Κυριαρχίας των Θαλασσών στην Ναυτική Ιστορία.
Πιέσατε ΕΔΩ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...