ΜΕΡΟΣ Α’
Περί Αλός
Παύλος Γ. Φωτίου
Νομικός Διεθνολόγος
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό
«Προβληματισμοί», τεύχος 71,
σελ. 11, έκδοση Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών
Μελετών (ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.), ΙΑΝ – ΜΑΡ 2013.
Μελετών (ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.), ΙΑΝ – ΜΑΡ 2013.
Αναδημοσίευση στο Περί Αλός με
την έγκριση του ΕΛΙΣΜΕ.
Συνδυασμός αεροναυτικής ισχύος
του Αμερικανικού Ναυτικού.
Μαχητικό F/A 18 Hornet με αεροπλανοφόρο.
ΦΩΤΟ: Ignacio D. Perez,
U.S. Navy photo, Flickr.com
|
Το Διεθνές Δίκαιο, συνοπτικώς,
είναι σύνολο κανόνων, που διαμορφώνονται από τα αναγνωρισμένα Κράτη, μετά από
μακρόχρονη και με συνείδηση δικαίου (opinio iuris), πρακτική, κανόνες, οι
οποίοι είναι δεσμευτικοί για τις μεταξύ τους σχέσεις, αλλά και για τις σχέσεις
τους με τους Διεθνείς Οργανισμούς.
Ο κατά τα ανωτέρω, αρχικώς,
εθιμικός χαρακτήρας των κανόνων, αποκρυσταλλώνεται βαθμηδόν και ενσωματώνεται
σε συμβατικά κείμενα - συνθήκες,
συμβάσεις, συμφωνίες, καταστατικά – που υπογράφονται και κυρώνονται υπό των
Κρατών, αλλά και μεταξύ αυτών και των Διεθνών Οργανισμών.
Το δικαίωμα παραγωγής των κανόνων του διεθνούς δικαίου, ανήκει
πρωτίστως στα Κράτη, ενώ ανάλογη δικαιοδοσία έχουν και οι Διεθνείς Οργανισμοί,
στους οποίους αναγνωρίζεται από τα Κράτη διεθνής νομική προσωπικότητα, δηλαδή
σε εκείνους τους Οργανισμούς ή στα θεσμοθετημένα όργανα των οποίων τα Κράτη
έχουν εκχωρήσει εξουσιοδότηση να αποφασίζουν και να πράττουν για λογαριασμό
τους σε συγκεκριμένα ζητήματα.
(κανένας από τους υφιστάμενους
σήμερα Διεθνείς Οργανισμούς δεν έχει τέτοια διεθνή νομική προσωπικότητα, ως
σύνολο, αλλά η εξουσιοδότηση των Κρατών έχει αποδοθεί μόνο σε ορισμένα Όργανα,
όπως πχ. το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ)
Τα Διεθνή Δικαιοδοτικά Όργανα
(δηλαδή δικαστήρια, διαιτητικά και συμβουλευτικά όργανα, άτομα και επιτροπές),
δεν παράγουν κανόνες διεθνούς δικαίου, αλλά έχουν την δυνατότητα της αυθεντικής
ερμηνείας των υφισταμένων εθιμικών και συμβατικών κανόνων, και τοιουτοτρόπως οι
αποφάσεις, οι απόψεις και οι συμβουλές τους, συμβάλουν στην μελλοντική
διαμόρφωση, ή τελειοποίηση διεθνών κανόνων. Παραλλήλως, όταν τα Κράτη, ή οι
Διεθνείς Οργανισμοί, προσφεύγουν στην αρμοδιότητά αυτών των οργάνων, τότε,
αυτομάτως τους αναγνωρίζεται δικαιοδοσία να αποφασίζουν, να συμβουλεύουν και να
γνωματεύουν, με βάση το σύνολο των διεθνών κανόνων που υπάρχουν, ή όπως θα τους
ερμηνεύσουν.
(σημειώνεται ότι οι αποφάσεις
των Διεθνών Δικαστηρίων είναι τελεσίδικες και δεσμευτικές, ενώ οι διαιτητικές ή
συμβουλευτικές τους απόψεις, είναι προτρεπτικές και αποτελούν γνώμονα και
κατεύθυνση, για την επίλυση των διαφορών, που έχουν αχθεί ενώπιόν τους).
Το Διεθνές Δίκαιο Θαλάσσης,
είναι υποσύνολο του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και σώμα διεθνών κανόνων που
θεσμοθετούν, διευκρινίζουν, διευθετούν, επιλύουν και αναγνωρίζουν τα δικαιώματα
και τις υποχρεώσεις των Κρατών στις θάλασσες και τους ωκεανούς. Το σώμα αυτών
των διεθνών κανόνων, έχει αποκρυσταλλωθεί στην Σύμβαση του ΟΗΕ, για το Διεθνές
Δίκαιο της Θαλάσσης, που ολοκληρώθηκε το 1982, στο Μοντέγκο Μπέϊ της Τζαμάϊκα,
και η οποία έχει περιλάβει το σύνολο των εθιμικών και συμβατικών κανόνων που
προϋπήρχαν, και παράλληλα διαμόρφωσε και νέους.
Η Σύμβαση 1982, που
περιλαμβάνει 320 άρθρα (μαζί με τις μεταβατικές διατάξεις της), καθώς και εννέα
(9) Παραρτήματα, την 1η Οκτωβρίου 2012, είχε κυρωθεί από 164 Κράτη, επί του
συνόλου 192 Κρατών που απαρτίζουν τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, αποκτώντας
τοιουτοτρόπως παγκόσμιο σχεδόν χαρακτήρα, γι’ αυτό και έχει ονομασθεί
«Καταστατικός Χάρτης των Θαλασσών και των Ωκεανών».
Τα χαρακτηριστικά της Συμβάσεως
1982 είναι ότι: α) το σύνολο σχεδόν των διατάξεών της, είχε προγενέστερα, ή
απέκτησε σταδιακά, εθιμικό χαρακτήρα, (καθόσον σύμφωνα με την Σύμβαση της
Βιέννης περί του Δικαίου των Συνθηκών του 1969, μπορεί ένα συμβατικό κείμενο
που έχει ολοκληρωθεί και εφαρμόζεται από το σύνολο σχεδόν των Κρατών και των
λοιπών υποκειμένων της διεθνούς κοινότητος, να αποκτά ισχύ και να μεταφέρεται
αυτούσιο στον χώρο του διεθνούς εθιμικού δικαίου), ώστε να δεσμεύει και εκείνα
τα Κράτη που δεν την έχουν υπογράψει ή κυρώσει, β) όποιο Κράτος κυρώσει, δεν
νομιμοποιείται να εξαιρεθεί με επιφυλάξεις (reservations), από τις πρόνοιές
της, ενώ οι ερμηνευτικές διακηρύξεις που επιτρέπεται να κατατίθενται από τα
Κράτη που την κυρώνουν, δεν νομιμοποιούνται να αλλοτριώνουν την γλώσσα και το
περιεχόμενο των διατάξεών της, γ) κάθε Κράτος οφείλει να επιλύει τις διαφορές
του με τα άλλα Κράτη με ειρηνικό τρόπο, με βάση τις διατάξεις του μηχανισμού
επιλύσεως των διαφορών οι οποίες παρέχουν και την ευχέρεια να επιλέγει είτε το
Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, είτε το προς τούτο συσταθέν Διεθνές Δικαστήριο
του Δικαίου Θαλάσσης (με έδρα το Αμβούργο), και τέλος, δ) κάθε Κράτος υποχρεούται
να ασκεί τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από τις πρόνοιες της
συμβάσεως, με καλή πίστη και να αποφεύγει την κατάχρηση των δικαιωμάτων του.
Με τις διατάξεις της Συμβάσεως
1982, που αποκρυσταλλώνουν προηγούμενους εθιμικούς κανόνες, έχουν θεσμοθετηθεί
οι Θαλάσσιες Ζώνες – Περιοχές: α)«Χωρική Θάλασσα» (ΧΘ, αλλιώς και Αιγιαλίτιδα
Ζώνη), β)«Συνορεύουσα Ζώνη» (ΣΖ), γ)«Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη» (ΑΟΖ), και
δ)«Υφαλοκρηπίδα» (ΥΦΑΛ), όπου τα Κράτη (Παράκτια, Νησιωτικά, Αρχιπελαγικά),
ασκούν:
α) «πλήρη και απόλυτη
κυριαρχία», στην ΧΘ, η οποία μπορεί να εξικνείται έως τα 12νμ, από τις «Γραμμές
Βάσεως» (άρθρα 2 και 3).
ΧΘ δεν έχουν μόνο τα Ηπειρωτικά
εδάφη των Παρακτίων Κρατών που έχουν μέτωπο σε θάλασσα, αλλά και τα Νησιωτικά
Κράτη καθώς και τα αμιγώς Αρχιπελαγικά.ΧΘ έχει μεμονωμένως και κάθε Νησί και Βράχος (άρθρο 121 παρ. 2 και 3).
Οι «Γραμμές Βάσεως» αποτελούν την βάση, από όπου μετράται η ΧΘ, και είναι: α) η «Φυσική Ακτογραμμή» (άρθρο 5), και β) οι «Ευθείες Γραμμές Βάσεως» (ΕΓΒ) (άρθρο 7).
Τα Κράτη, μπορούν να εφαρμόζουν και τις δύο μεθόδους σε συνδυασμό, αναλόγως της γεωμορφολογίας των ακτών τους (άρθρο 14).
β) «αστυνομική δικαιοδοσία»,
στην ΣΖ (άρθρο 33 σε συνδυασμό με άρθρο 303), ήτοι στην θαλάσσια περιοχή έξω
από την ΧΘ, μέχρι του εύρους των 24νμ (σε άθροισμα με την ΧΘ), η οποία όμως δεν
προβλέπεται να οριοθετείται μεταξύ των Κρατών, με συνέπεια, να είναι δυνατόν,
οι εκατέρωθεν ΣΖ, να επικαλύπτονται, όταν οι αποστάσεις είναι μικρότερες των
48νμ, και επομένως μπορεί, στις ίδιες θαλάσσιες εκτάσεις, δύο ή περισσότερα
Κράτη, να ασκούν την αστυνομική τους δικαιοδοσία.
Δικαίωμα σε ΣΖ έχουν επίσης και
τα Νησιά και οι Βράχοι μεμονωμένως.
γ) «κυριαρχικά δικαιώματα»:
1) στην ΑΟΖ, η οποία εξικνείται
έως τα 200νμ (σε άθροισμα με την ΧΘ), και μετράται από τις «Γραμμές Βάσεως»,
από τις οποίες έχει μετρηθεί η ΧΘ (άρθρο 57), και
2) στην ΥΦΑΛ, η οποία ομοίως,
μετράται έως τα 200νμ (σε άθροισμα με την ΧΘ), από τις «Γραμμές Βάσεως», από
τις οποίες έχει μετρηθεί η ΧΘ, αλλά το εύρος της είναι δυνατόν να φτάσει το
ανώτερο μέγεθος των 350νμ, αναλόγως της γεωλογικής διαμορφώσεως του βυθού και
του υπεδάφους του (σε ωκεάνιες όμως περιοχές) (άρθρο 76).
(Η πρακτική των Κρατών, έχει
αποδεχθεί τις οριοθετήσεις των δύο θαλασσίων αυτών ζωνών με μία και ενιαία
γραμμή. Όμως, πρέπει να διευκρινισθεί ότι, το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης
(ΔΔΧ), έχει αποφανθεί πως, η κάθε μία ζώνη (ασχέτως εάν τα Κράτη θέλουν να τις
οριοθετούν σε κοινή γραμμή), είναι αυτοτελής και δεν απορροφά η μία την άλλη
(οριοθέτηση ΥΦΑΛ μεταξύ Λιβύης και Μάλτας, 1985)).
Δικαίωμα σε ΑΟΖ και ΥΦΑΛ, έχουν
επίσης και τα Νησιά και οι Βράχοι μεμονωμένως. Βάσει της διατυπώσεως που έχει
προνοήσει η Σύμβαση 1982, τα Νησιά έχουν πλήρες δικαίωμα και στις δύο θαλάσσιες
ζώνες (άρθρο 121 παρ. 2), αλλά οι Βράχοι αποκτούν τέτοιο δικαίωμα μόνον όταν
από μόνοι τους μπορούν να συντηρήσουν ανθρώπινη διαβίωση ή έχουν οικονομική ζωή
(άρθρο 121 παρ.3).
(Σημειώνεται ότι, η διάταξη
αυτή στην πράξη έχει αποβεί προβληματική, γιατί πέραν του ότι δεν υπάρχουν μόνο
Παράκτια Κράτη κατά τις οριοθετήσεις,, αλλά και Νησιωτικά και Αρχιπελαγικά,
οπότε οι οριοθετήσεις μεταξύ των, δεν μπορούν να συμφωνηθούν εύκολα, αλλά και
γιατί τα Παράκτια Κράτη, κατά τις οριοθετήσεις των δύο ζωνών αυτών είτε ενιαία
ή χωριστά για την κάθε μία, δεν αποδέχονται πάντοτε στα Νησιά πλήρες δικαίωμα,
ενώ για τους Βράχους η κατάσταση είναι πιο ασαφής, έως απορριπτική. Την
περιορισμένη επήρεια των Νησιών και των Βράχων στις οριοθετήσεις ΑΟΖ και ΥΦΑΛ,
έχουν αποδεχτεί με τις αποφάσεις τους και τα Διεθνή Δικαστήρια και η Διεθνής
Διαιτησία).
Καθαρισμός πυροβόλου MK 38 25 mm επί του USS
Mitscher.
ΦΩΤΟ: Deven B. King, U.S. Navy photo, Flickr.com
|
Ένα τμήμα θάλασσας, που δεν
είναι θαλάσσια ζώνη, γιατί εξομοιώνεται με το έδαφος των Κρατών, είναι τα
«Εσωτερικά Ύδατα» (ΕΥ), όπου τα Κράτη ασκούν και εκεί «πλήρη και απόλυτη
κυριαρχία» (άρθρο 8).
Τα ΕΥ περιλαμβάνουν: α) τις
«Λίμνες», β) τους «Ποταμούς και τις εκβολές τους», όση έκταση και εάν έχουν
σχηματίζοντας δέλτα (άρθρο 9), γ) τα «Λιμάνια και τις λιμενικές εγκαταστάσεις»,
ασχέτως εάν αυτές βρίσκονται κοντά ή απομεμακρυσμένα των ακτών, έως τα 12νμ
(άρθρο 11), δ) τους «Κόλπους» (άρθρο 10), δηλαδή τις εσοχές της θάλασσας στην
ξηρά, που έχουν όμως τα προβλεπόμενα από την σύμβαση (δύο) κριτήρια (ήτοι,
άνοιγμα στο στόμιο έως 24νμ και το ημικύκλιο που σχηματίζεται με διάμετρο το
μήκος του ανοίγματος, να έχει επιφάνεια θαλάσσιου ύδατος ίση ή μικρότερη του
εμβαδού της εσοχής της θάλασσας στην ξηρά), ή τους Κόλπους που έχουν
αναγνωρισθεί από την διεθνή κοινότητα ως «ιστορικοί», και ε) τα «ύδατα που
βρίσκονται προς την πλευρά της ξηράς»: 1)από την φυσική ακτογραμμή, όταν αυτή
υπολογίζεται ως η χαμηλότερη ρηχεία κατά την άμπωτη, δηλαδή τα ύδατα της
πλήμμης, ή 2) όταν εφαρμόζονται οι ΕΓΒ, οι οποίες εφαρμόζονται νομίμως όταν, σε
άμεση γειτνίαση με τις ακτές, υπάρχουν νησιά, βράχοι, σκόπελοι ή ύφαλοι, ως
περιδέραιο ή φραγμός των ακτών, ή όταν οι ακτές είναι πολισχιδείς ή και
πολυεγκολπικές (άρθρο 7).
(σημειώνεται ότι, ως «απόσταση
γειτνιάσεως» με τις ακτές, έχει γίνει αποδεκτό να μπορεί να είναι το εύρος της
ΧΘ του Κράτους).
ΕΥ έχουν μεμονωμένως και τα
Νησιά και οι Βράχοι.
(σχετικά με την ιστορικότητα
των κόλπων, σημειώνεται ότι η Ιταλία έχει κλείσει τον κόλπο του Τάραντα, που
έχει άνοιγμα 60νμ, αλλά υπάρχει επίσημη αντίδραση των ΗΠΑ και Μ. Βρετανίας.
Ομοίως και η Λιβύη κλείνει τον κόλπο της Σύρτης, που έχει άνοιγμα 296νμ, αλλά
υπάρχει αντίδραση Μ. Βρετανίας, Ιταλίας, Γαλλίας, Ελλάδος και των ΗΠΑ οι οποίες
μάλιστα, με επανειλημμένες δραστηριότητες πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών
έφτασαν και σε θερμό αεροπορικό επεισόδιο το 1986).
Η ΧΘ είναι η βασική θαλάσσια
ζώνη, από το εξωτερικό όριο της οποίας μετρώνται οι άλλες τρεις θαλάσσιες
ζώνες, και είναι η μόνη θαλάσσια ζώνη την οποία δεν μπορούν να την αποποιηθούν
τα Κράτη. Μπορούν όμως να μην εφαρμόσουν απολύτως την διάταξη (του άρθρου 3),
για το προβλεπόμενο για αυτήν ανώτατο εύρος των 12νμ.
(στις 15 Ιουλίου 2011, είχαν
ορίσει ΧΘ 12νμ, 144 Κράτη)
Δική τους ΧΘ και κατ’ επέκταση
και ΕΕΧ, ανάλογο του εύρους αυτής, έχουν μεμονωμένα και τα «Νησιά» και οι
«Βράχοι» (άρθρο 121).
Οι «Σκόπελοι» και οι «Ύφαλοι»
(άρθρα 13 και 6 αντίστοιχα), που βρίσκονται μέσα στο εύρος, ή στο όριο της ΧΘ
του Κράτους, μπορούν να υπολογισθούν στην μέτρηση της ΧΘ, όταν είναι
χαρτογραφημένοι σε επίσημους και διεθνώς αναγνωρισμένους χάρτες ναυσιπλοΐας,
ώστε το εύρος της (ΧΘ), να υπολογίζεται έξω από αυτές τις δύο γεωφυσιογνωμίες.
(Η Ελλάδα, έχει ορίσει ΧΘ 6νμ
σε ολόκληρη την Επικράτειά της, από τις ακτές του ηπειρωτικού της, αλλά και των
νησιαίων και των βράχων εδάφους της, με τον Α.Ν. 230/ 17 Σεπτ.-13 Οκτ. 1936
(ΦΕΚ Α’ 450/1936). Παράλληλα, με τον Ν.Δ. 187/20 Σεπτ. 1973 (ΦΕΚ Α’ 261/1973),
επιβεβαιώνεται αυτό το εύρος της XΘ των 6νμ και προβλέπεται ότι, με προεδρικό
διάταγμα μπορεί το εύρος αυτό να ορισθεί και αλλιώς. Όταν η Ελλάδα κύρωσε την
Σύμβαση του 1982, με τον Ν. 2321/1995 (ΦΕΚ 136 Α’), στο άρθρο 2 αυτού αναφέρει
ότι επιφυλάσσεται όποτε το κρίνει, να επεκτείνει με Προεδρικό Διάταγμα,
προτάσει του Υπουργικού Συμβουλίου, την ΧΘ της, έως 12νμ. Η Τουρκία από το
1995, έχει ανακοινώσει ότι η οποιαδήποτε επέκταση της ελληνικής ΧΘ πέραν των
6νμ, αποτελεί για εκείνην «Casus Belli»
Η Ελλάδα, από το 1931, έχει
ορίσει και διατηρεί το εύρος του ΕΕΧ, στα 10νμ, και τον χαρακτηρίζει ως
«αιγιαλίτιδα ζώνη για την αστυνόμευση και έλεγχο της αεροπορίας» (ΠΔ της 6/18
Σεπτ. 1931 (ΦΕΚ Α’ 325).
Σημειώνεται ότι, η Τουρκία
αμφισβητεί το πλεονάζον του εύρους της ΧΘ, εύρος των 4νμ, ότι αποτελεί νόμιμο
ΕΕΧ της Ελλάδος, γιατί θεωρεί ότι θα πρέπει να εναρμονίζεται με τα 6νμ που έχει
ορίσει ως ΧΘ από το 1936 και πως την ταύτιση με το εύρος της ΧΘ προβλέπει και η
Σύμβαση του 1982 που η Ελλάδα έχει κυρώσει αλλά και που αποτελεί και εθιμικό
κανόνα. Η Ελλάδα αντιθέτως προτάσσει το επιχείρημα πως, το εύρος του ΕΕΧ ήταν
αποδεκτό από πλευράς Τουρκίας και ήταν σεβαστό αδιαλείπτως από το 1931 μέχρι το
1974, χωρίς καμία διαμαρτυρία, ενώ η διάταξη περί του εύρους της ΧΘ και εκείνη
περί της οριζόμενης κυριαρχίας στον υπερκείμενο εναέριο χώρο, ουδαμού ορίζουν
επιτακτικά την ταύτιση και μάλιστα η Ελλάδα δεν έχει εξαντλήσει ούτε και στα
10νμ του ΕΕΧ της, το δικαίωμα που ορίζεται από την Σύμβαση και το οποίο
προϋπήρχε και εθιμικώς, να θεσμοθετήσει ΧΘ και ΕΕΧ 12νμ).
Στην «Συνορεύουσα Ζώνη» (ΣΖ), το Κράτος ασκεί έως τα 24νμ
αστυνομική δικαιοδοσία για την προστασία του από το λαθρεμπόριο και την
αρχαιοκαπηλεία, καθώς και για την εφαρμογή των τελωνειακών, των φορολογικών και
των νόμων του για την υγειονομική του προστασία.
Αλλά επειδή αυτά τα δικαιώματα
μπορεί μεν να εντάσσονται στην κυριαρχία του Κράτους όταν ασκούνται στο έδαφος
του (ηπειρωτικό, νησιαίο, ή και των βράχων), ή στα ΕΥ και στην ΧΘ του, δεν
ασκούνται κυριαρχικά στην ΣΖ, αφού μέσα σε κάποιο χώρο αυτής μπορεί να
ασκούνται και ανάλογα δικαιώματα από γειτονικό Κράτος.
ΣΖ έχουν και τα Νησιά και οι
Βράχοι.
Στις δύο άλλες θαλάσσιες ζώνες –περιοχές, δηλαδή την
«ΑΟΖ» και την «ΥΦΑΛ», τα Κράτη ασκούν αποκλειστικά «κυριαρχικά δικαιώματα», για
συγκεκριμένες λειτουργίες.
Δικαίωμα σε ΑΟΖ και ΥΦΑΛ, έχουν
μεμονωμένως και τα Νησιά (άρθρο 121 παρ. 2) και οι Βράχοι που μπορούν να
συντηρήσουν ανθρώπινη διαβίωση, ή από μόνοι τους έχουν οικονομική ζωή (άρθρο
121 παρ. 3).
(Σημειώνεται ότι, οι
οριοθετήσεις ΑΟΖ ή και ΥΦΑΛ, μεταξύ των Κρατών, κατά κανόνα ακολουθούν την αρχή
της μέσης γραμμής – ίσης αποστάσεως, όταν παρεμβάλλονται όμως νησιά ή και
βράχοι, δύσκολα τα Κράτη καταλήγουν σε
συμφωνίες, και χρειάζεται η απονομή της προβλεπόμενης ευθυδικίας, από
Δικαστήριο ή Διαιτητικό όργανο, αφού από τα Κράτη δεν γίνεται συνήθως αποδεκτή
η πλήρης επήρεια αυτών των γεωφυσιογνωμιών στις οριοθετήσεις. Αυτή είναι και η
περίπτωση της οριοθετήσεως ΥΦΑΛ μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, όπου η τουρική
άποψη δεν δέχεται στα Νησιά και στους Βράχους να έχουν ΥΦΑΛ και η Ελλάδα
μπροστά σε αυτήν την κατάσταση έχει ζητήσει από το 1974 την προσφυγή στο ΔΔΧ,
για οριστική επίλυση της οριοθετήσεως)
(και μάλιστα αυτό επιρρωνύεται
και από το άρθρο 56 παρ. 3 που θέλει την εκμετάλλευση του βυθού και του
υπεδάφους της ΑΟΖ, να ασκείται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των σχετικών διατάξεων
περί της ΥΦΑΛ).
Εάν μεταξύ των Κρατών δεν
παρεμβάλλονται Νησιά ή και Βράχοι, η οριοθέτηση καταλήγει πιο εύκολα σε
συμφωνία με βάση την θεμελιώδη αρχή της μέσης γραμμής – ίσης αποστάσεως. Άλλως,
όταν τα Κράτη δεν μπορούν να συμφωνήσουν, τότε υποχρεούνται να προσφύγουν στην
ειρηνική διευθέτηση της διαφοράς τους, όπως ορίζεται από την σύμβαση (άρθρο
74), ή εθιμικώς.
Η οριοθέτηση της ΑΟΖ
επιβάλλεται προκειμένου να ασκηθούν νομίμως τα προβλεπόμενα κυριαρχικά
δικαιώματα των Κρατών.
Και η οριοθέτηση της ΥΦΑΛ
ακολουθεί τις ίδιες αρχές (σύμφωνα με την πανομοιότυπη της ανωτέρω για την ΑΟΖ,
διατυπώσεως του άρθρου 83 της Συμβάσεως). Θα πρέπει όμως να συγκρατείται πως,
για την περίπτωση της ΥΦΑΛ, η ανάγκη οριοθετήσεως είναι δυνητική, αφού ένα
Κράτος μπορεί να εκμεταλλευτεί τους πόρους της στον βυθό και το υπέδαφός του,
μέχρι το μέσον της αποστάσεως από τις ακτές του άλλου Κράτους, χωρίς συμφωνία
οριοθετήσεως και μάλιστα χωρίς προστριβές.
(Αυτήν την περίπτωση έχει
προωθήσει και ο χάρτης που δημοσιεύτηκε σε εφαρμογή του Ν. 4001/2011 στην
δυτική Ελλάδα, όπου η δημόσια διεθνής διακήρυξη διαγωνισμού προσκλήσεως
ενδιαφέροντος για έρευνα και εκμετάλλευση έχει οριοθετηθεί η ζώνη της ΥΦΑΛ με
Ιταλία και Λιβύη στην μέση γραμμή μεταξύ Ελλάδος- Ιταλίας – Λιβύης. Η οριοθέτηση
αυτή φυσικά έχει λάβει υπόψη την οριοθέτηση της ΥΦΑΛ με την Ιταλία στην μέση
απόσταση όπως έχει συμφωνηθεί από το 1977, αλλά έχει χαράξει ομοίως την μέση
γραμμή με την Λιβύη, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τον Κόλπο της Σύρτης, καίτοι οι
μεταξύ μας διαπραγματεύσεις το 2009, δεν τελεσφόρησαν).
Στην θάλασσα της ΑΟΖ, και τον
υπερκείμενο αυτής εναέριο χώρο, τα άλλα Κράτη, απολαμβάνουν των δικαιωμάτων της
ελεύθερης ναυσιπλοΐας, της υπερπτήσεως, καθώς και της ασκήσεως των ενόπλων τους
δυνάμεων, και τέλος, το δικαίωμα της ποντίσεως καλωδίων και σωληναγωγών, με τον
περιορισμό όμως ότι, οι ελευθερίες και τα δικαιώματα αυτά των τρίτων Κρατών, θα
πρέπει να ασκούνται με απόλυτο σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων του Κράτους
που έχει ορίσει την ΑΟΖ.
Όταν οριοθετηθεί η ΑΟΖ, η
έρευνα και εκμετάλλευση του βυθού και του υπεδάφους του γίνεται σύμφωνα με τις
πρόνοιες της Συμβάσεως για την ΥΦΑΛ (άρθρο 56 παρ. 3).
«Ανοικτή Θάλασσα» (άρθρο 86),
είναι οι θαλάσσιες εκτάσεις που βρίσκονται έξω από την ΧΘ των Κρατών, αλλά όταν
έχει οριοθετηθεί ΑΟΖ, τότε ΑΘ είναι οι θαλάσσιες εκτάσεις που βρίσκονται έξω
από αυτήν. Η ΑΘ αποτελεί κοινό αγαθό για όλα ανεξαιρέτως τα Κράτη (res
communis)
http://perialos.blogspot.gr/2013/05/blog-post_22.html
Για το Β΄ και τελευταίο ΜΕΡΟΣ
πιέσατε ΕΔΩ