Πληροφορίες
που προέρχονται από το προσωπικό αρχείο
ενός Ανδριώτη Πλοιάρχου
Περί Αλός
Tης Ελένης Μπενέκη
Δημοσιεύθηκε
στο περιοδικό «Περίπλους», τ.67, σελ. 32,
έκδοση
του Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος, ΑΠΡ-ΙΟΥΝ. 2009.
Αναδημοσίευση
στο Περί Αλός με την έγκριση του ΝΜΕ.
Ατμόπλοιο Ανδριάνα, ναυπήγησης
1906, 1.867 κκχ., ιδιοκτησίας
Κ.Λ. Εμπειρίκου. Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο Πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα.
ΦΩΤΟ: Περίπλους
|
H ελληνική
ναυτιλιακή ιστορία αντιμετωπίζει, όσον αφορά την τεκμηρίωσή της, προβλήματα και
ελλείψεις σε πηγές αναφοράς, όπως επίσημες στατιστικές, οργανωμένα αρχεία
συναφών φορέων και ογκώδη αρχειακά σύνολα, βάσει των οποίων να καθίστατο δυνατή
η ανασυγκρότηση της ιστορίας ενός κλάδου της οικονομίας της χώρας με ζωτική
σημασία. Επιπλέον, λόγω της φύσης των δραστηριοτήτων του κλάδου, το
πρόβλημα των ερευνητών συχνά συνίσταται στη συστηματοποίηση και το συντονισμό της
έρευνας για τον εντοπισμό υλικού που είναι τόσο θεματικά, όσο και γεωγραφικά
διασπασμένο [1].
Η βιβλιογραφία η σχετική με την
ιστορία της ελληνόκτητης ναυτιλίας έχει αναδείξει την οικογένεια ως βάση για
την οργάνωση της ναυτιλιακής επιχείρησης καθώς και την αξιοποίηση οικογενειακών
και τοπικών δικτύων (ανά ναυτότοπο ή σύνολο ναυτοτόπων) για την εξασφάλιση
επιχειρηματικής συνοχής, εμπιστοσύνης και επικοινωνίας [2]. Η έρευνα δεν έχει
όμως αποδώσει ακόμη σε βάθος αναλύσεις των παραγωγικών μονάδων, των
οικογενειακών επιχειρήσεων, στους κλάδους του
εμπορίου και της ναυτιλίας καθώς και της ένταξης αυτών σε τοπικό, εθνικό και
διεθνές περιβάλλον.
Ένας από τους λόγους είναι ότι
το αναγκαίο υλικό για την εξέταση της ιστορίας των ναυτιλιακών οίκων και των
εφοπλιστικών οικογενειών ως επιχειρηματικών μονάδων αποδεικνύεται συχνά εξαιρετικώς
διάσπαρτο και κατακερματισμένο. Σπάνια απαντούν συγκροτημένα αρχεία εμπορικών ή
εφοπλιστικών επιχειρήσεων ή και οικογενειακά αρχεία ικανά να φωτίσουν την
εμποροναυτιλιακή δραστηριότητα. Ως αιτία, μεταξύ άλλων, καταγράφεται και η τάση
των παραδοσιακών εφοπλιστικών οικογενειών να μη διατηρούν ή να κρατούν κλειστά
στην έρευνα τα επαγγελματικά βιβλία των προγόνων τους [3]. Η έλλειψη αρχείων
επιχειρήσεων αλλά και συγκροτημένων ιδιωτικών αρχείων καθώς και η διασπορά και πολυσχιδία
των δραστηριοτήτων των εφοπλιστικών οικογενειών επιβάλλει συχνά την αναπλήρωσή
τους και τη συμπληρωματικότητα των αρχειακών συνόλων στα οποία αναζητείται η
πληροφορία.
Η οικογένεια Εμπειρίκου, μια
πολύκλαδος και πολυσχιδής, όσον αφορά την επιχειρηματική της δράση, οικογένεια
μπορεί να θεωρηθεί ως μια περίπτωση κατάλληλη για τη μελέτη της ιστορίας της
ελληνόκτητης ναυτιλίας [4]. Συνδέθηκε στενά με τη ναυτιλιακή ιστορία της
Άνδρου, της γενεθλίου νήσου της [5], η δε επιτυχής πορεία της στο εμπόριο και
τη ναυτιλία βασίσθηκε στη δραστηριοποίηση πολλών από τα μέλη της στον καιρό των
ιστίων [6] αλλά ταυτίστηκε με τη μετάβαση στον ατμό. Το 1900, η οικογένεια
διέθετε ήδη στόλο έντεκα ατμοπλοίων, τέσσερα από τα οποία ήταν νεότευκτα, αξίας
245.000 λιρών. Το 1914, ο στόλος της οικογένειας Εμπειρίκου ήταν ο μεγαλύτερος
στην Ελλάδα με περισσότερα από τριάντα ατμόπλοια των 100.000 κ.ο.χ. περίπου [7],
που αντιστοιχούσαν στο 13% του ελληνόκτητου στόλου, καθιστώντας αυτή την
ισχυρότερη εφοπλιστική οικογένεια της Ελλάδας της εποχής [8].
Τα μέλη της οικογένειας
Εμπειρίκου που πέρασαν στον εφοπλισμό το έκαναν με ίδια κεφάλαια, τα οποία
προέκυψαν ως πλεόνασμα από το εμπόριο των σιτηρών που διεξήγαγαν από τη
δεκαετία του 1870 ακολουθώντας τους θαλάσσιους δρόμους και τις επιχειρηματικές επιλογές
ενός συνόλου Ελλήνων εμπόρων και εφοπλιστών που συγκροτούν αυτό που η σχετική
βιβλιογραφία διακρίνει ως «ιόνιο» δίκτυο [9]. Ο πρωτότοκος γιος του
Κωνσταντίνου Λεον. Εμπειρίκου, Λεωνίδας (1836-1894) εγκαταστάθηκε στην
παραδουνάβια πόλη της Ρουμανίας Βραΐλα, όπου έθεσε τις βάσεις εμπορικής
επιχείρησης σιτηρών και ναυτιλιακών επιχειρήσεων των υιών Κ. Λ. Εμπειρίκου.
Αναστάσιος Σύρμας, 1842-1924.
Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο Πλοιάρχου
Αναστασίου
Σύρμα.
ΦΩΤΟ:
Περίπλους |
Αργότερα, στην ίδια πόλη τον
ακολούθησαν οι αδελφοί του Αλκιβιάδης (1842-1924), με τον οποίο επωμίστηκαν από
κοινού τη διεύθυνση των εκεί επιχειρήσεων, και Επαμεινώνδας (1858-1924) [10].
Στο γραφείο αυτό της Βραΐλας ασκήθηκαν στην αρχή της σταδιοδρομίας τους ο
Σταμάτιος του Γεωργίου και οι Λεωνίδας [11] και Μιχαήλ του Ανδρέα, μέλη της
οικογένειας που εξελίχθηκαν Δυστυχώς, και στην περίπτωση της οικογένειας
Εμπειρίκου, δεν διασώζονται αρχεία των εμποροναυτιλιακών οίκων που ίδρυσαν και
διήθυναν μέλη των διαφορετικών κλάδων της οικογένειας, συχνά σε συνεργασία
μεταξύ τους, και κυρίως από τη δράση τους στη Ρουμανία που αποτέλεσε το
εφαλτήριο για την επιχειρηματική επιτυχία της οικογένειας.
O Καναδός ιστορικός Eric Sager
έχει επισημάνει ότι δεν υπήρξε στη ξηρά επάγγελμα αντίστοιχο εκείνου του
πλοιάρχου, όσον αφορά το εύρος των αρμοδιοτήτων του. Ο πλοίαρχος ήταν
«εργοδότης και εργαζόμενος, μισθωτός και πράκτορας του ναυτιλιακού γραφείου, εργάτης
της θάλασσας και έμπιστος του κεφαλαίου» [13]. Στη συνεχή επικοινωνία
πλοιάρχου, ιδιοκτητών και ναυτιλιακού γραφείου –την εποχή του ταχυδρομείου και
του τηλέγραφου– αποτυπώνονται με τον πληρέστερο τρόπο οι μεταξύ τους σχέσεις
και ο τρόπος οργάνωσης των ναυτιλιακών
επιχειρήσεων. Για το λόγο αυτό, ιδιωτικά αρχεία πλοιάρχων, όταν έχουμε την τύχη
να διασώζονται, μπορούν να καλύψουν το προαναφερθέν ερευνητικό κενό.
- «Δεν είμαι εγωιστής και το
χρέος μου προς τους ανωτέρους το γνωρίζω διότι δεν είναι και πρώτη φορά όπου
υπηρετώ δούλος. Οι προϊστάμενοι έχουν δικαίωμα να κάμουν παρατηρήσεις εις τας εργασίας
του ατμοπλοίου, διότι αύται υποβοηθούν τον πλοίαρχον εις τα καθήκοντά του, αλλ’
ουχί και να επιπλήττουν, διότι οι πλοίαρχοι δεν είναι είλωτες, αλλ’
αντιπρόσωποί των» [14].
- «...εναπόκειται δε εις υμάς,
καθό ο πλοίαρχος του ατμοπλοίου, να βάλητε τάξιν εις το κάθε τι» [15].
Τα παραπάνω είναι αποσπάσματα από την επαγγελματική αλληλογραφία του πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα προς τους εργοδότες του, Εμπειρίκους της Βραΐλας. Είναι δε
μέρος του περιεχομένου ενός προσωπικού και επαγγελματικού
αρχείου που αυτός κληροδότησε, απόκειται στις συλλογές του Ελληνικού
Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου και αποτελείται από ημερολόγια πλοίων,
λογιστικά βιβλία, βιβλία εξόδων και μισθοδοσίας, βιβλία-αντίγραφα επιστολών
(copie des lettres), έγγραφα όπως φορτωτικές, ναυλοσύμφωνα, αποδείξεις προμηθευτών
και τραπεζών αλλά και έγγραφα προσωπικής φύσης που αφορούν στην ιστορία της
οικογένειας Σύρμα, καθώς και από ένα σχεδίασμα αυτοβιογραφίας του ίδιου [16].
Αναστάσιος Σύρμας προς Κ. Λ.
Εμπειρίκο, 30 Δεκεμβρίου 1907.
Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, Επαγγελματική
αλληλογραφία, 19.7.1906-4.3.1909.
ΦΩΤΟ:
Περίπλους |
Το σύνολο των πληροφοριών που
εκλύονται από το αρχείο αυτό επιτρέπει να παρακολουθήσει κανείς όχι μόνον την
επαγγελματική αλλά, δευτερευόντως, και την προσωπική ιστορία ενός επί δεκαετίες
ενεργού εργάτη της ελληνόκτητης ναυτιλίας την εποχή της μετάβασης από το ιστίο
στον ατμό. Καθιστά, εξάλλου, δυνατή την καταγραφή των δραστηριοτήτων των πρώτων
ελληνικών
ατμοπλοίων. Από την περιγραφή
των πράξεων του πλοιάρχου ή του πλοιοκτήτη προκύπτουν συμπεράσματα σχετικά με τις
αρμοδιότητες του πλοιάρχου, τη σχέση με τον πλοιοκτήτη, τις επαγγελματικές
πρακτικές και την επαγγελματική ηθική, τον τρόπο σύμπηξης συνεργασιών και την
επιβεβαίωση των συγγενικών και τοπικών δικτύων. Το
αρχειακό υλικό δίνει τη δυνατότητα για παρατηρήσεις όσον αφορά τη φύση του
λόγου της επαγγελματικής αλλά και εκείνου της προσωπικής αλληλογραφίας.
Περιγράφονται δε σ’ αυτό ατυχήματα, ναυάγια και επισκευές του πλοίου, η ζωή στο
πλοίο, ο υλικός πολιτισμός που είχε στη διάθεσή του το πλήρωμα και ο
καπετάνιος, η σύνθεση των πληρωμάτων, οι σχέσεις των μελών του πληρώματος
μεταξύ τους, οι συνήθειες και το διαιτολόγιό τους, τα ταξίδια των ναυτικών στον
κόσμο (επιστολικά δελτάρια) καθώς και ο υλικός πολιτισμός
που έφερναν πίσω στην πατρίδα και στο σπίτι τους. Το σημαντικότερο είναι ότι οι
πληροφορίες αυτές συμβάλλουν, με τον πιο άμεσο τρόπο, στην εκ των έσω ανασυγκρότηση
της ναυτιλιακής δραστηριότητας, της διαχείρισης των πλοίων, της ναυτιλιακής
ιστορίας.
Ο πλοίαρχος Αναστάσιος Σύρμας
(1842-1924) δεν είναι άγνωστος στη ναυτιλιακή βιβλιογραφία αφού το αρχείο του
πρωτοεντόπισε και αξιοποίησε η Τζελίνα Χαρλαύτη, προκειμένου να φωτίσει περισσότερο
τον τρόπο που ταξίδευαν τα πλοία και τα πληρώματά τους [17]. Ο Υδραίος στην
καταγωγή καπετάν -Αναστάσης Σύρμας πολιτογραφήθηκε Ανδριώτης και εργάσθηκε ως
καπετάνιος ιστιοφόρων και ατμοπλοίων μερικών από τις σημαντικότερες
εφοπλιστικές οικογένειες της εποχής του έως το 1914 που συνταξιοδοτήθηκε.
Αυτοδίδακτος, μεταπήδησε, διανύοντας ένα δύσκολο προσωπικό δρόμο και περνώντας
μέσα από την ανεργία, από το ιστίο στον ατμό. Γεννήθηκε στην Ύδρα το 1842 και
ήταν εγγονός καπετάνιου και γιος
ναυκλήρου, ο οποίος «κατά πρώραν ευρισκόμενος με φουσκοθαλασσιά, μέγα κύμα τον
ήρπασεν και εβύθισεν αυτόν εις την θάλασσαν και απεβίωσεν…». Δεκαετής μπαρκάρησε
για επτά μήνες ως ναυτόπαις στην ημιολία Ιουλία του πλοιάρχου Νικολάου Βώτση [18]
όπου ο θείος και νονός του Ανδρέας Καραντώνης ήταν ναύκληρος και αργότερα
καπετάνιος. Όταν λίγο αργότερα ο Ανδρέας Καραντώνης ναυτολογήθηκε στο πλοίο του
πρώτου ξαδέλφου του, Αντωνίου Γκέλη, ο μικρός Αναστάσιος Σύρμας προσελήφθη στο
ίδιο πλοίο ως θαλαμηπόλος με μισθό 30 δραχμές το μήνα [19].
Στην προστασία του ίδιου
συγγενή παρέμεινε έως το 1864, διεξερχόμενος την ιεραρχία ως ναύκληρος,
γραμματικός και ανθυποπλοίαρχος. Η επίσημη ναυτολόγησή του καταγράφεται το 1862
[20] ενώ το 1866 παρακολούθησε ένα μηνιαίο κύκλο θεωρητικών σπουδών στη Σύρο,
απέκτησε δίπλωμα πλοιάρχου και, όταν τον επόμενο χρόνο απέκτησε και δίπλωμα
πλοιάρχου Α΄ τάξεως [21], ήταν πια σε θέση να αναλάβει την πρώτη πλοιαρχία του.
Αυτό έγινε το 1867: το πρώτο πλοίο του ήταν το Βρισηίς, των Αφών Κοσμά, μπρίκι 144
τόνων που είχε ναυπηγηθεί το 1857 [22]. Σε ιστιοφόρα των ίδιων εργάσθηκε έως το
1875, οπότε αντιμετώπισε μια δίχρονη περίοδο ανεργίας στη διάρκεια της οποίας
επιχείρησε να εργασθεί για την εταιρεία Papayianni & Co., ως ναύτης στο
ατμόπλοιο Αρκαδία με μηνιαίο μισθό 3,4 λίρες για δύο μήνες κάνοντας το ταξίδι:
Λίβερπουλ, Κωνσταντινούπολη, Σύρος, Σμύρνη, Λίβερπουλ. Παραιτήθηκε, όμως, γιατί
όπως διαπίστωνε ο ίδιος: «...είναι αδύνατον να ζήσει άνθρωπος ξένος με Άγγλους,
εάν δεν συγχωνευθεί με αυτούς εις τας πράξεις των και αποβάλλει κάθε ιερόν, ως
εκ τούτου αποφάσισα να επιστρέψω εις την Πατρίδα...» [23]. Μετά από
επαγγελματικές περιπέτειες που διήρκεσαν δύο χρόνια, το 1877 επανήλθε στην υπηρεσία
των Αφών Κοσμά όπου και παρέμεινε έως το 1880 οπότε παραιτήθηκε,
εγκαταλείποντας ταυτόχρονα και τη δουλειά στα ιστιοφόρα, «...διότι εγνώριζα
πλέον ότι δεν είναι εργασία δια να ζήσω με όλας μου τας θυσίας» [24]. Την ίδια
χρονιά, η συνάντησή του στο Λίβερπουλ με τον Δημ. Νικολόπουλο από τη Βραΐλα του
παρείχε μια νέα επαγγελματική ευκαιρία: να παρακολουθήσει στο Sunderland τη
ναυπήγηση του α/π Καλλιόπη Νικολοπούλου, του οποίου υπήρξε πλοίαρχος για τα
επόμενα τρία χρόνια, περίοδος που αντιπροσωπεύεται στο Αρχείο Σύρμα από βιβλία
αντιγράφων αλληλογραφίας με τους
ιδιοκτήτες του. Περιμένοντας την ολοκλήρωση του πλοίου, ο Α. Σύρμας μετέφρασε
από τα αγγλικά το μικρό εγχειρίδιο Examination of
a
Steam
Engine,
το χειρόγραφο και ανάτυπο του οποίου περιέχεται επίσης στο Αρχείο του. Ήταν με
την ευκαιρία ενός ταξιδιού του ίδιου πλοίου που γνώρισε την Άννα Πολέμη, από
γνωστή οικογένεια πλοιοκτητών της Άνδρου της εποχής [25], για να ακολουθήσει ο
γάμος τους το 1882 –με κουμπάρο τον Σ. Εμπειρίκο [26]– και η εγκατάσταση του
Υδραίου καπετάνιου στο νησί της Άνδρου.
Νέα περίοδο ανεργίας
αντιμετώπισε ο Α. Σύρμας το διάστημα 1883-1886, οπότε μετά από ένα μικρό
διάστημα υπηρεσίας στο α/π Σκαραμαγκάς του Βασιλείου Εμπειρίκου, του πρώτου
ατμοπλοίου της Άνδρου [27], εργάστηκε σε πλοία της εταιρείας Φώσκολος, Μάγκος &
Σια, μεταξύ τους και το α/π Δημήτριος Σκυλίτσης, βιβλία του οποίου περιέχονται
επίσης στο Αρχείο.
Το 1886, η οικογένεια
Εμπειρίκου του απηύθυνε την πρόταση να αναλάβει την πλοιαρχία του α/π
Α.Embiricos, με μισθό 300 φράγκα, «διότι περισσότερα ένεκεν της γνωστής υμών
κρίσεως των ατμοπλοίων δεν δυνάμεθα να πληρώσωμεν». Ο Α. Σύρμας απάντησε ότι,
καθώς τότε βρισκόταν στην υπηρεσία των Π.Μ. Κουρτζή, «...δεν δύναμαι χωρίς να
προειδοποιήσω αυτούς να παραιτηθώ αίφνης της θέσεώς μου διότι τούτο
αντιβαίνει εις την ηθικήν» [28]. Τελικώς, προσλήφθηκε από τους Εμπειρίκους το
1904, έμεινε στην υπηρεσία τους για δέκα περίπου χρόνια κυβερνώντας τρία
ατμόπλοιά τους και η εξέταση του αρχειακού υλικού που διασώθηκε κυρίως από την
πλοιαρχία του επί δύο εξ αυτών είναι εξαιρετικά διαφωτιστική για τη συμπλήρωση
της εικόνας των ναυτιλιακών επιχειρήσεων της οικογένειας Εμπειρίκου.
Αλκιβιάδης Κωνσταντίνου
Εμπειρίκος, 1842-1924.
Καΐρειος Βιβλιοθήκη
Άνδρου.
ΦΩΤΟ:
Περίπλους |
Το πρώτο ατμόπλοιό τους στο
οποίο πλοιάρχευσε ήταν το α/π Λεωνίδας, 1.750 κκχ, ναυπήγησης 1896 και
ιδιοκτησίας του εγκατεστημένου στη Βραΐλα Αλκιβιάδη Εμπειρίκου ενώ πράκτοράς του
στο Λονδίνο ήταν το γραφείο C.L. Embiricos. Το Ημερολόγιο του πλοίου παρέχει
συστηματική και λεπτομερή αναφορά για κάθε ταξίδι, παραθέτοντας το ένα μετά το
άλλο τα ακρωτήρια, τα νησιά, τις ακτές απ’ όπου διέρχεται το πλοίο, τα μίλια
που καλύπτει, το στίγμα του στη θάλασσα καθώς και την ταχύτητά του. Τις χρονιές
1905 και 1906, το πλοίο μετέφερε αποκλειστικώς σιτηρά από το Ταϊγάνιο, το
Γέισκ, το Αχταρύ, το Νοβοροσίσκ, το Γαλάτσι, τη Βραΐλα και το Μπουργκάς προς το
Λονδίνο, το Λίβερπουλ, το Άμστερνταμ και το Ρότερνταμ στα δυτικά ταξίδια, και
κάρβουνο από το Κάρδιφ προς τη Μασσαλία, τη Νάπολι, το Τόρε Ανουντσιάτο, τη
Γένοβα και τη Σαβόνα, προς ανατολάς [29].
Το 1906, οι Εμπειρίκοι
εμπιστεύτηκαν στον Αναστάσιο Σύρμα το νεότευκτο α/π Ανδριάνα, 1.867 κκχ, που
είχε κατασκευαστεί την ίδια χρονιά και κόστισε 27.600 λίρες [30]. Μετέβη δε ο
ίδιος στο Sunderland για να το παραλάβει και, φανερά ευχαριστημένος, έγραφε από
κει στον Αλκιβιάδη Εμπειρίκο:
«Κύριε Α. Εμπειρίκε,
έλαβον την επιστολή σας της 6ης
τρεχ. και σας απαντώ ότι το κάθε τι εις το α/π «Ανδριάνα» είναι εντάξει και δεν
του λείπει ούτε ένα βελόνι, και χωρίς κολακείαν είναι εύμορφον, ισχυρόν και
αναλόγως ταχύ, η δε τακτική ταχύτης του ανήλθε εις θάλασσαν μίλια (knots) (9)
με κατανάλωση αγγλικούς άνθρακες 21 τόνων περίπου και υπολογίζουμε μετά του
αρχιμηχανικού του πλοίου ότι μετά της αυτής τακτικής ταχύτητος 9 μιλίων θα
καταναλίσκει από τα συνηθισμένα κάρβουνα Cardiff περί τους 19 τόνους. Είμαι
πολύ ευχαριστημένος από το κυβέρνισμα του πλοίου,
καθώς και από το ταξίδευμα, επίσης και από όλας του τας διαιρέσεις των
αμπαριών, αι οποίαι θα μας παρέχουν
μεγάλην ευκολίαν εις την παραλαβήν πολλών ειδών φορτίου, και επεύχομαι αυτό να
είναι καλορήζικον» [31].
Στις σελίδες του
Εξοδολογίου/Ταμείου του ατμοπλοίου παρακολουθεί κανείς αναλυτικά το πρώτο
ταξίδι του Ανδριάνα. Ο Αναστάσιος Σύρμας μεταβαίνει από την Άνδρο στο
Sunderland μέσω Πειραιά, Πατρών, Brindisi, Παρισιού και Λονδίνου, χρεώνοντας
αργότερα το λογαριασμό του πρώτου αυτού ταξιδιού του πλοίου με εισιτήρια, βαρκαδιάτικα,
αμαξιάτικα, έξοδα διερμηνέα, τηλεγραφικά και λοιπά έξοδα καθώς και με αυτά της
παραμονής του στο Sunderland περιμένοντας την αποπεράτωση της
κατασκευής του πλοίου στα ναυπηγεία από τους Short Brothers. Εκείνη την περίοδο
ο μισθός του είναι 400 φράγκα. Στη θέση του ανθυποπλοιάρχου θα ταξίδευε ο γιος
του Θεόδωρος Σύρμας, με μισθό 150 φράγμα. Ο πλοίαρχος ναυτολογεί επίσης 14
ναύτες και 4 θερμαστές, των οποίων τα έξοδα ταξιδιού προς το Sunderland
βαρύνουν επίσης το λογαριασμό του ταξιδιού. Για τις ανάγκες του
ταξιδιού, που θα άρχιζε από το Dunston-on-Tyne, προμηθεύεται τρόφιμα από την
εταιρεία T.Craig: κρέας, ψάρια, μπύρα, οπωρικά
και λαχανικά, και καταβάλλει τα απαιτούμενα δώρα στον επιστάτη, τους εργάτες
της φόρτωσης καθώς και «στον άνθρωπο των κατασκευαστών του πλοίου».
Αγοράζει επίσης κάποια εργαλεία
για το πλοίο, γραφική ύλη και σκεύη μαγειρικής, πληρώνει τα φορτωτικά, τη
μισθοδοσία, και χρεώνει διάφορα έξοδα πλοιάρχου στο λογαριασμό του ταξιδιού.
Το ταξίδι εκείνο τέλειωσε στη
Μασσαλία στις 28/10 Αυγούστου 1906 και ο Αναστάσιος Σύρμας έστειλε στους
πλοιοκτήτες στη Βραΐλα το λογαριασμό του ταξιδιού λίγες μέρες αργότερα, από το
Αχταρύ, όπου βρισκόταν το πλοίο στο πλαίσιο του δεύτερου ήδη ταξιδιού του [32].
Όπως υπαγόρευε στον Αν. Σύρμα ο
Αλκιβιάδης Εμπειρίκος,
«...έκαστον ταξείδι θα αρχίζει
από την ημέραν της αναχωρήσεως εκ του λιμένος εκφορτώσεως και θα κλείη την
προτεραίαν της εκ του λιμένος εκφορτώσεως» [33]. Έτσι, το πλοίο απέπλευσε την επομένη,
29/11 Αυγούστου 1906, για την Κωνσταντινούπολη για να καταλήξει στο Αχταρύ όπου
φόρτωσε για λογαριασμό της Louis
Dreyfous
& Co.
φορτίο κριθαριού. Στο παρθενικό του εκείνο ταξίδι στην Αζοφική, το α/π Ανδριάνα
υπέστη το πρώτο του μικρό ατύχημα. Στις 10 Σεπτεμβρίου 1906, ο καπετάν Σύρμας
έστελνε στα γραφεία των Εμπειρίκων στη Βραΐλα και το Λονδίνο, τηλεγράφημα που
μιλούσε για προσάραξη του πλοίου στα ρηχά, 35 μίλια από το Αχταρύ, για την
απώλεια 60 τόνων καυσίμων και 70 τόνων φορτίου αλλά και για την επιθεώρηση του
πλοίου από τους Lloyds που απέδειξε καμία βλάβη καρίνα και μικρή μόνο βλάβη
στις μηχανές, η οποία επέτρεπε πάντως τον απόπλου του πλοίου [34]. Υγειονομικά, προρατικά και βαρκαδιάτικα
βάρυναν το λογαριασμό εκείνου του ταξιδιού μαζί με νέες προμήθειες τροφίμων:
όρνιθες, αυγά, ψωμιά και καπνιστά ψάρια αγοράσθηκαν για το ταξίδι που θα
κατέληγε δύο μήνες περίπου αργότερα -λίγο περισσότερο από ό,τι διαρκούσαν συνήθως
τα ταξίδια του Ανδριάνα- στο Brake της Γερμανίας [35].
Το Βιβλίο Μισθοδοσίας
Πληρώματος του α/π Ανδριάνα παρέχει αναλυτικές πληροφορίες για τη σύνθεση του
πληρώματός του κατά ειδικότητες και το ύψος των μισθών και καταδεικνύει σχετική
σταθερότητα σε πρόσωπα αλλά και την επιλογή ανδριώτικων πληρωμάτων, επιλογή που
επιβεβαιώνει τη λειτουργία δικτύων σε επίπεδο ναυτότοπου. Ο πλοίαρχος δεχόταν
επιστολές από τους ιδιοκτήτες σχετικά με τη διαχείριση του πληρώματος και ιδίως
σχετικά με τον περιορισμό των εξόδων σε μισθούς και τροφοδοσία [36]. Εκείνος,
κάποτε απάντησε: «...Έκαστον πλοίον έχει ξεχωριστόν βιβλίον και διαφορετικήν
διαχείρισιν ένας έκαστος πλοίαρχος, δια τούτο οι κ.κ. Συνάδελφοί μου των
ατμοπλοίων σας πρέπει να κοιτάξουν τα άλλα έξοδά των και όχι μόνον την μείωσιν των
μισθοδοσιών και των τροφίμων δια το πλήρωμα» [37]. Και στο εν λόγω Αρχείο περιλαμβάνεται
μικρό ποίημα του Δημητρίου Μ. Καΐρη, του 1908, στο οποίο εξαίρεται η τιμιότητα
του Α. Σύρμα, ως του μόνου «...όστις του χρυσού ηρνίθη την λατρείαν / Κι’
απεσκοράκισε μακράν κλοπήν και αδικίαν...», σε σύγκριση μάλιστα με ορισμένους συναδέλφους
του, οι οποίοι «του ρακενδύτου ναύτου των ζητούν να πίουν αίμα» [38].
Ο Α. Σύρμας πλοιάρχευσε του α/π
Ανδριάνα επί τέσσερα χρόνια.
Στα ταξίδια αυτά το πλοίο
μετέφερε σιτηρά από το Δούναβη και την Αζοφική προς τα λιμάνια της ηπειρωτικής
βόρειας Ευρώπης (Αμβέρσα, Ρότερνταμ, Άμστερνταμ, Έμντεν και Βρέμη) [39]. Τα
συνήθη ταξίδια του διακόπηκαν για λίγο τον Οκτώβριο του 1908, εξαιτίας περιστατικού
το οποίο χάρισε στον πλοίαρχο Σύρμα μετάλλιο από την ιταλική κυβέρνηση. Ενώ
ταξίδευε έξω από τις βορειοδυτικές ακτές της Ισπανίας με κατεύθυνση το Κάρδιφ,
σύμφωνα με τη διήγηση του πλοιάρχου:
«Απαντήσαμεν ατμόπλοιον ευρισκόμενον εις κινδυνώδην κατάστασιν διακρίνοντες
αυτό εκ των ερυθρών φανών και ως εκ τούτου πλησιάσαντες αυτό, και ηρωτήσαμεν αυτούς
τι έχουν ανάγκην και μας απήντησαν ότι βυθίζονται από ύδατα, συνάμα βλέποντες
αυτούς να καταβάζωσι τας λέμβους.
Μετά ημισίαν ώραν εσώσαμεν
πέντε άτομα εκ μίας λέμβου ημιβυθισμένης από ύδατα. Την λέμβον αυτήν ως εκ των
πολλών υδάτων που είχε, δεν ηδυνήθημεν να την σηκώσωμεν και ούτως εβυθίσθη και
απωλέσθη. Οι δε απομείναντες εν τω πάσχοντι πλοίω, έκραζον αδιακόπως ζητούντες
βοήθειαν δια να τους σώσωμεν και τους απαντήσαμεν τρις δια
της ατμοσυρίχτρας, σημείον ότι καθήμεθα και επιβλέπομεν αυτούς προς σωτηρίαν,
κρατούντες το πλοίον μας πλησίον όσον ήτο δυνατόν. Κατ’ αυτόν τον τρόπον εστάθημεν
επί οκτώ ώρας. Εις τας 7 ώρας της πρωίας, βλέποντες τους εν κινδύνω
ευρισκόμενους εν τω βυθιζόμενον ατμόπλοιον το οποίο εξακριβώσαμεν ότι ήτο
Ιταλικόν εκ Γενούης ονόματι “Providenzia” και κράζοντες δια να τους σώσωμεν
καθ’ όσον δεν είχον άλλην λέβον, ως εκ τούτου
ερρίψαμεν την μεγάλην λέμβον μετά τεσσάρων ανθρώπων. Του υποπλοιάρχου, του
αρχιθερμαστού, ενός ναύτου και ενός Ιταλού εκ των διασωθέντων πέντε, οίτινες κατά
την διαταγήν μου μετέβησαν αυτοθελήτως εις το πλάγιον του βυθίζοντος πλοίου και
προσέλαβον τους υπολοιπομένους εκ του πληρώματος, ένδεκα τον αριθμόν, και τους
μετέφερον εις το πλοίον μας σώους. Μετά ταύτα εβάλαμεν την λέμβον εις την θέση
της και αμέσως εκκινήσαμεν ολοταχώς εις
τον δρόμον μας. Εκ των 21 του πληρώματος του “Providenzia” εσώσαμεν τους 16,
τους οποίους αποβιβάσαμεν εις Barry Dock» [40].
Μεγάλος όγκος του Αρχείου Σύρμα
(ναυλοσύμφωνα, ασφαλίσεις, γραμμάτια τραπεζών, εξοδολόγια, μισθοδοσίες,
αποσπάσματα ημερολογίων, αλληλογραφία με το πρακτορεύον γραφείο του) αφορά στη
διαχείριση του ατμοπλοίου Anastassios A. Syrmas, ναυπήγησης 1894 και
χωρητικότητας 2.079 τόνων, για το διάστημα 1923-1929, από το γραφείο S.G.
Embiricos που διατηρούσαν επί πολλές δεκαετίες στο Λονδίνο οι Εμπειρίκοι, και
κυρίως ο Σταμάτιος Γ. Εμπειρίκος και οι απόγονοί του [41]. Το πλοίο ανήκε στο γιο
του Αναστασίου, Θεόδωρο Σύρμα
(1862-1930), ένα μοναχοβαπορά που άρχισε την καριέρα του δίπλα στον πατέρα του,
δούλεψε στα πλοία της οικογένειας Εμπειρίκου και ανέθεσε το μοναδικό του πλοίο
στο μεγάλο ανδριώτικο γραφείο του Λονδίνο, από το οποίο, το 1924, πήρε δάνειο
7.500 λιρών με τόκο 5% και υποθήκη το πλοίο κατά 96%. Στο αρχειακό υλικό
καταγράφονται ταξίδια και κέρδη του πλοίου καθώς και μεταβολές στην πλοιοκτησία
του της τάξης του 1-2%, αποτελώντας ένα τυπικό
παράδειγμα χρηματοδότησης της πλοιοκτησίας του ενός βαποριού κατά το
Μεσοπόλεμο.
Υλικό ανάλογης φύσης και όγκου,
όπως αυτό του Αρχείου Σύρμα, συνδυαζόμενο με άλλα σύνολα, όπου αυτά
διασώζονται, μπορεί να συμπληρώνει με επάρκεια την εικόνα της λειτουργίας της
ελληνόκτητης ναυτιλιακής επιχείρησης και να παρέχει τη δυνατότητα να
ανασυσταθεί, κατά το δυνατόν, η ναυτιλιακή ιστορία της χώρας. Προς την
κατεύθυνση αυτή μπορούν σημαντικά να συμβάλλουν ναυτικά Μουσεία ή/και τοπικά
Αρχεία που λειτουργούν στους παραδοσιακούς ναυτότοπους και έχουν τη δυνατότητα
να εντοπίσουν, να χαρτογραφήσουν και να διασώσουν –έστω εξ αντιγράφων– αρχειακό
και φωτογραφικό/τεκμηριωτικό υλικό που απόκειται σήμερα –για
λίγο ίσως ακόμη– μεταξύ κάποιων ξεχασμένων οικογενειακών κειμηλίων. http://perialos.blogspot.gr/2013/05/blog-post_29.html
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Χαρλαύτη Τζελίνα, «Ελληνική
ναυτιλιακή ιστορία: όρια και πηγές», περιοδικό Τα Ιστορικά 14-15 (1991),
222-223.
[2] Ως δίκτυο ορίζεται ένας συγκεκριμένος τύπος
σχέσης που συνδέει μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων. Βλ. τον ορισμό αυτό στο
Χαρλαύτη Τζελίνα, Ιστορία της ελληνόκτητης ναυτιλίας, Νεφέλη, Αθήνα 2001, 39
ενώ για τη λειτουργία των υπερεθνικών δικτύων των Ελλήνων ως παράγοντα
επιτυχίας της ελληνόκτητης ναυτιλίας βλ. ό.π., 463. Για τη συγκρότησή τους στον
καιρό των ιστιοφόρων βλ. Χαρλαύτη Τζελίνα - Χαριτάτος Μάνος - Μπενέκη Ελένη,
Πλωτώ. Έλληνες καραβοκύρηδες και εφοπλιστές από τα τέλη του 18ου αιώνα έως τον
Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, Ε.Λ.Ι.Α, Αθήνα 2002, 17, για τη συνέχιση της δράσης τους
στο Μεσοπόλεμο βλ. Χαρλαύτη Τζελίνα, ό.π., 349-352 ενώ για το ρόλο τους στη
μεταπολεμική φάση ανάπτυξης της ελληνόκτητης ναυτιλίας βλ. Θεοτοκάς Γιάννης -
Χαρλαύτη Τζελίνα, Ευπόμπη. Ελληνικές ναυτιλιακές επιχειρήσεις, 1945-2000.
Οργάνωση, διοίκηση και στρατηγικές, Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 2004, 57, 83 και Harlaftis
G., A History of the Greek- Owned
Shipping.
The Making of an International Tramp Fleet, 1830 to
the Present Day, Routledge, 1996, 203-204, 274-277. [3] Χαρλαύτη Τζελίνα, ό.π.,
302.
[4] Για μια αναλυτική
βιογράφηση των μελών της βλ. Εμπειρίκος Αύγουστος Ν., Η ιστορία της οικογένειας
των Εμπειρίκων. Ρίζες-δράση. Βιογραφία διακριθέντων. Γενεαλογικό δέντρο,
1765-1996, β΄ έκδοση, εκδόσεις Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, Αθήνα 1998.
[5] Πολέμης Ι.Δ., «Ο Ανδρέας
Εμπειρίκος βιογραφεί τον πατέρα του», Πέταλον. Συλλογή ιστορικού υλικού περί
της νήσου Άνδρου, τεύχος πέμπτον, Άνδρος 1990, 5-6. και Μουστάκας Διον. Ε.,
«Περί τον πλούτον της Άνδρου. Ο εμπορικός στόλος αυτής», Ανδριακόν Ημερολόγιον
1925, 67.
[6] Πολέμης Δημήτριος Ι., «Περί
την ιστορίαν της Άνδρου κατά τον ΙΘ΄ αιώνα», Πέταλον. Συλλογή ιστορικού υλικού
περί της νήσου Άνδρου, τεύχος πρώτον, Άνδρος 1977, 16.
[7] Χαρλαύτη Τζελίνα, ό.π.,
203, πίν. 4.17.
[8] Χαρλαύτη Τζελίνα –
Χαριτάτος Μάνος - Μπενέκη Ελένη, ό.π.,141.
[9] Το εμποροναυτιλιακό αυτό
δίκτυο, του οποίου η πλειοψηφία των μελών κατήγετο από τα νησιά του Ιονίου
πελάγους, συγκέντρωσε τη δραστηριότητά του στην ανατολική Ευρώπη, στα λιμάνια
του Δούναβη, τη Βραΐλα, το Γαλάτσι, το Σουλινά και τα λιμάνια της Αζοφικής, το
Ταϊγάνιο ή Τανγκαρόκ και τη Μαριούπολη, ενώ στη δυτική Ευρώπη βασικά άκρα του
ήταν η Μασσαλία και το Λονδίνο. Βλ. αναλυτικά Χαρλαύτη Τζελίνα, ό.π., 174-213.
[10] Χαρλαύτη Τζελίνα -
Χαριτάτος Μάνος - Μπενέκη Ελένη, ό.π.
[11] Πολέμης Ι.Δ., «Ο Ανδρέας
Εμπειρίκος βιογραφεί τον πατέρα του», ό.π., 38.
[12] Χαρλαύτη Τζελίνα-Χαριτάτος Μάνος-Μπενέκη Ελένη, ό.π.
[13] Sager W. Eric, Seafaring Labour: The Merchant Marine of Atlantic
Canada, 1820-1914, Montreal, McGill-Queen’s University Press, 1989, 81.
[14] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, Επαγγελματική αλληλογραφία πλοιάρχου Αναστ. Σύρμα με C.L.
Embiricos (Λονδίνο) και Α. Embiricos (Βραΐλα), 10/7/1906 -4/3/1909.
[15] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, Copie des letters, Βραΐλα, 3/16 Ιουνίου 1908, Αλκιβιάδης
Εμπειρίκος προς Α. Σύρμα.
[16] Το αρχείο συγκρότησε ο
εγγονός του, ναύαρχος Αναστάσιος Ζωγράφος, και αποτελείται από 13 φακέλους λυτών
εγγράφων και 4 κουτιά με δεμένα βιβλία και φωτογραφικό υλικό.
[17] Χαρλαύτη Τζελίνα, ό.π.,
284-297.
[18] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, «Αυτοβιογραφία του Αναστασίου Σύρμα».
[19, 20, 21] Ό.π. 22 Χαρλαύτη
Τζελίνα-Βλασσόπουλος Στ. Νίκος (επιμέλεια Ελένη Μπενέκη), Ποντοπόρεια.
Ποντοπόρα ιστιοφόρα και ατμόπλοια, 1830-1939, Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 2002.
[23] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, «Αυτοβιογραφία του Αναστασίου Σύρμα».
[24] Ό.π.
[25] Περισσότερα σχετικά με την
οικογένεια Πολέμη, βλ. Χαρλαύτη Τζελίνα - Χαριτάτος Μάνος - Μπενέκη Ελένη,
ό.π., 153-155, και Θεοτοκάς Γιάννης - Χαρλαύτη Τζελίνα, ό.π., 364-367.
[26] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, «Αυτοβιογραφία του Αναστασίου Σύρμα».
[27] Πολέμης Ι. Δημήτριος, «Η
ναυτιλία της Άνδρου στην περίοδο του ατμού», περιοδικό Ιστορικά, εφημ.
Ελευθεροτυπία, 31 Ιουλίου 2003, 16-17.
[28] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, φάκελος 2, αλληλογραφία Νικ. Εμπειρίκου και Α. Σύρμα, Νοέμβριος
1886.
[29] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, Ημερολόγιον του α/π Λεωνίδας, 17/6/1904-2/5/1906.
[30] Χαρλαύτη Τζελίνα, ό.π.,
302.
[31] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, Επαγγελματική αλληλογραφία πλοιάρχου Αναστ. Σύρμα με C.L.
Embiricos (Λονδίνο) και Α. Embiricos (Βραΐλα), 10/7/1906 -4/3/1909.
[32] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, Εξοδολόγιον/Ταμείον του α/π Ανδριάνα, 5/6/1906-5/2/1910.
[33] Χαρλαύτη Τζελίνα, ό.π.,
297.
[34] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, Copie des letters, 19/7/1906-4/3/1909, Ημερολόγιον του α/π
Ανδριάνα, 5/3/1908-12/7/1909 και Εξοδολόγιον/Ταμείον του α/π Ανδριάνα
5/6/1906-5/2/1910.
[35] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, Εξοδολόγιον/Ταμείον του α/π Ανδριάνα, 5/6/1906-5/2/1910.
[36] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, Copie des letters, Bραΐλα, 11/24 Αυγ. 1908, Αλκιβιάδης
Εμπειρίκος προς Α. Σύρμα.
[37] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, Επαγγελματική αλληλογραφία πλοιάρχου Αναστ. Σύρμα με C.L.
Embiricos (Λονδίνο) και Α. Embiricos (Βραΐλα), 10/7/1906 -4/3/1909.
[38] Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου
Αναστασίου Σύρμα, φάκ. 4.
[39] Χαρλαύτη Τζελίνα, ό.π.,
294-295, πίν. 6.7. 40 Ε.Λ.Ι.Α., Αρχείο πλοιάρχου Αναστασίου Σύρμα, Ημερολόγιον
του α/π Ανδριάνα, 5/3/1908 - 12/7/1909. 41 Χαρλαύτη Τζελίνα - Χαριτάτος Μάνος -
Μπενέκη Ελένη, ό.π., 141 και Θεοτοκάς Γιάννης - Χαρλαύτη Τζελίνα, ό.π., 185,
190.