Περί Αλός
Μελέτη του 1955!
Του Ανθυποπλοιάρχου (Μ) Δ. Ανδριτσοπούλου, Β.Ν.
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Ναυτική Επιθεώρηση»,
τεύχος 248, σελ.91, εκδ. ΓΕΝ/Ιστορική Υπηρεσία Β.Ν.,
ΙΑΝ-ΦΕΒ 1955. Αναδημοσίευση στο Περί Αλός με την
έγκριση της Ναυτικής Επιθεωρήσεως.
Αποτέλεσμα υποθαλάσσιας πυρηνικής έκρηξης ΦΩΤΟ: http://www.militarypictures.info |
Η καταπληκτική ανάπτυξις του ατομικού όπλου κατά την τελευταίαν δεκαετίαν, είχε σοβαρότατον αντίκτυπον εις όλους τους τομείς της πολεμικής δραστηριότητος. Το ναυτικόν ασφαλώς δεν παρέμεινεν ανεπηρέαστον.
Ήδη κατά τα πρώτα στάδια της εξελίξεως της ατομικής βόμβας, πλεμικά πλοία εξελέγησαν ως στόχοι δοκιμών, ως τούτο συνέβη εις Bikini.
Τα εξαχθέντα συμπεράσματα, μεταξύ άλλων, έδωσαν και την αρχικήν κατευθυντήριον γραμμήν δια τον τρόπον αντιμετωπίσεως ατομικής επιθέσεως υπό των πολεμικών πλοίων.
Η εξέτασις όμως των διαφόρων προβλημάτων δια την επιτυχήν αντιμετώπισιν ατομικής επιθέσεως καθιστά αναγκαίαν την γνώσιν των διαφόρων φαινομένων τα οποία έχουν ως αρχικήν των αιτίαν την ατομικήν έκρηξιν.
Α) Η ατομική έκρηξις
Η ατομική έκρηξις εν θαλάσση δυνατόν να λάβη χώραν είτε εναερίως είτε υποβρυχίως, αναλόγως της εκάστοτε επικρατούσης τακτικής καταστάσεως, ως αύτη εκτιμάται υπό του αντιπάλου.
Α) Εναέριος έκρηξις.
Η έκλυσις τεραστίας ποσότητος θερμότητος δημιουργεί εκτυφλωτικήν λάμψιν, ήτις μεταδιδομένη με την ταχύτητα του φωτός παρέχει την πρώτην ένδειξιν ατομικής επιθέσεως.
Η προκαλουμένη ακτινοβολία αποτελείται από ορατάς ακτίνας, συνοδευομένας υπό υπερύθρων, υπεριωδών και ακτίνων γ. Η ορατή ακτινοβολία επιφέρει απώλειαν της οράσεως εις πρόσωπα ατενίζοντα την περιοχήν της εκπομπής της, ο βαθμός και η διάρκεια της οποίας εξαρτάται από την απόστασιν.
Ταυτοχρόνως με την οπτικήν μεταφέρεται και η θερμική ακτινοβολία, προκαλούσα εγκαύματα, και υπό ορισμένας συνθήκας ανάφλεξιν υλικών επί των πλοίων.
Παραλλήλως με τα ανωτέρω, η εκλυομένη θερμότης σχηματίζει μίαν πυρίνην σφαίρα αποτελουμένην από μόρια εξόχως θερμών αερίων.
Η πυρίνη σφαίρα εκτονούται, ενώ ταυτοχρόνως χάνει την αρχικήν της λάμψιν ανέρχεται ταχέως, και εντός ολίγου μεταμορφώνεται σχηματίζουσα το γνωστόν νέφος υπό μορφήν μύκητος.
Η ταχεία εκτόνωσις της πυρίνης σφαίρας δημιουργεί κύμα πιέσεως συνοδευόμενον υπό ρεύματος αέρος ισχυράς πιέσεως. Το κύμα πιέσεως προκαλεί τας μεγαλυτέρας υλικάς καταστροφάς επί των πλοίων.
Πλοία ευρισκόμενα εντός ορισμένης ακτίνος εκ του Σημείου Μηδέν (Σ.Μ.)[1] θα βυθισθούν ή θα υποστούν εξαιρετικώς σοβαράς ζημίας ώστε η περαιτέρω αξία των ως μαχητικών μονάδων να καθίσταται μηδαμινή.
Πέραν της ακτίνος ταύτης η έκτασις των βλαβών εξαρτάται από τον τύπον του πλοίου καθώς και από τον προσανατολισμόν σχετικώς με το Σ.Μ.
Η έκτασις των προκαλουμένων ζημιών είναι μεγαλυτέρα εις τα καταστρώματα και τας υπερκατασκευάς παρά εις αυτό τούτο το σκάφος.
Το κύμα πιέσεως προσκρούον επί του πλοίου προκαλεί παραμόρφωσιν ελασμάτων, καπνοδόχων, παρασύρει ασθενείς υπερκατασκυεάς, κεραίας Α/Τ, Ρ/Ε, λέμβους, μεταφερόμενον δε και εις το εσωτερικόν του σκάφους προξενεί βλάβας αίτινας δυνατόν να επηρεάσουν σοβαρώς τον βαθμόν υδατοστεγανότητος.
Μέχρι τούδε τα αποτελέσματα της εκρήξεως της ατομικής βόμβας συναντώνται τηρουμένων των αναλογιών εις συνήθη έκρηξιν.
Εκείνο το οποίον υπογραμμίζει την διαφοράν, είναι η ραδιενέργεια.
Κατά την δημιουργημένην αντίδρασιν, εκτός της τεραστίας ελκυομένης ποσότητος ενεργείας, λαμβάνει χώραν και εντατική ακτινοβολία ακτίνων γ, νετρονίων και των προϊόντων της ατομικής διασπάσεως.
Η εκπομπή των ακτίνων γ γίνεται ταυτοχρόνως με την εκτυφλωτικήν λάμψιν, είναι δε θανατηφόρος εντός ωρισμένης ακτίνος. Αφ’ ετέρου όμως η παρουσία των νετρονίων και των προϊόντων της διασπάσεως, μέγα μέρος των οποίων ευρίσκεται εις το μυκητοειδές νέφος δημιουργεί μίαν δευτερογενή πηγήν ραδιενεργού ακτινοβολίας. Το νέφος τούτο μεταφερόμενον υπό του ανέμου και συμπυκνούμενον εις βροχήν, δύναται να εξαπλώση την ραδιενέργειαν ακόμη και εις περιοχάς ευρισκόμενας μακράν του Σ.Μ.
Β) Υποβρύχιος Έκρηξις
Κατά την υποβρύχιον έκρηξιν παρατηρούνται τα αυτά φαινόμενα ως και κατά την εναέριον, εις διαφορετικήν όμως κλίμακα. Ούτω η λάμψις και η αρχική ακτινοβολία (οπτική, θερμική και ακτίνων γ) απορροφάται κατά μέγα μέρος υπό του ύδατος.
Η εκλυομένη θερμότης σχηματίζει εντός του ύδατος σφαίραν αερίων ήτις εκτονουμένη προκαλεί το υποβρύχιον κύμα πιέσεως το οποίον κινούμενον με την ταχύτητα του ήχου εντός του ύδατος επιφέρει τας σημαντικοτέρας των καταστροφών εις τα πλοία.
Η σφαίρα των αερίων ανερχομένη εις την επιφάνειαν δημιουργεί κύμα πιέσεως και εις στην ατμόσφαιραν, παρόμοιον με το παρατηρούμενον κατά την εναέριον έκρηξιν, αλλά σαφώς μικροτέρας εντάσεως. Επίσης παρασύρει μεθ’ εαυτής ποσότητα ύδατος ήτις καταπίπτουσα εντός ολίγου σχηματίζει εν μέτωπο ομίχλης κινούμενον ακτινοειδώς εκ του Σ.Μ.
Τα εκπεμπόμενα νετρόνια και προϊόντα της διασπάσεως καθιστούν ραδιενεργόν την ομίχλην εις βαθμόν ώστε να αποτελή σοβαρώτατον κίνδυνον εις πλοία ευρισκόμενα εντός της περιοχής της.
Εξ άλλου, η εκπομπή νετρονίων καθιστά ραδιενεργά ωρισμένα στοιχεία του θαλασσίου ύδατος προσθέτουσα ούτω μιαν επί πλέον πηγήν ραδιενεργείας εις την περιοχήν του στόχου.
Αι ακτίνες καταστροφών παραμένουν περίπου αι αυταί ως και κατά την εναέριον έκρηξιν ισοδυνάμου ατομικής βόμβας.
Εντυπωσιακή απεικόνιση των αποτελεσμάτων υποβρύχιας πυρηνικής έκρηξης κατά την επιχείρηση WIGWAM. ΦΩΤΟ: http://en.wikipedia.org/wiki/Underwater_explosion |
Αντιμετώπισις της ατομικής εκρήξεως.
Το πρόβλημα της αντιμετωπίσεως ατομικής επιθέσεως συγκεντρώνεται εις την προσπάθειαν διατηρήσεως του πλοίου ως μαχητικής μονάδος εφ’ όσον τούτο ευρεθή εκτός της ακτίνος ολοκληρωτικής καταστροφής.
Η ποικιλία των εκδηλώσεων της ατομικής εκρήξεως επιβάλλει μίαν πολύπλοκον κατάστασιν πραγμάτων, τόσον δια το υλικόν όσον και δια το προσωπικόν του πλοίου.
Αλλά ας εξετάσωμεν την κατάστασιν ως αύτη εμφανίζεται κατά την ατομικήν έκρηξιν, παρακολουθούντες την σειρά των φαινομένων ως κατωτέρω:
Ελέχθη ότι η αρχική εκτυφλωτική λάμψις προκαλεί απώλειαν της οράσεως ήτις δυνατόν να διαρκέση επ’ αρκετόν, ακόμη και δια πρόσωπα ευρισκόμενα εις απόστασιν μιλίων εκ του Σ.Μ.
Τούτο δέον να θεωρείται σημαντικόν διότι θέτει τους υποστάντας ταύτην «εκτός μάχης» ακριβώς κατά την περίοδον κατά την οποίαν ο μεγαλύτερος βαθμός ετοιμότητος του προσωπικού είναι απαραίτητος.
Εκτός τούτου και η επίδρασις επί του ηθικού θα πρέπει να αναμένεται σημαντική.
Προφανώς εν μέτρον δια την αντιμετώπισιν της εκτυφλωτικής λάμψεως είναι ο εφοδιασμός του προσωπικού δια σκοτεινών διόπτρων. Αλλά αύται θα πρέπει να είναι τόσο σκοτειναί όσον τουλάχιστον αι χρησιμοποιούμεναι κατά την ηλεκτροσυγκόλλησιν, τότε όμως θα παρεμποδίζεται η όρασις και συνεπώς η δραστηριότης του φέροντος. Μία πλέον ρεαλιστική πρότασις είναι η παρουσία όσο το δυνατόν μικροτέρου αριθμού ανδρών εις ανοικτούς χώρους, π.χ. εις την γέφυραν, και η απομάκρυνσις των υπολοίπων εις το εσωτερικόν του πλοίου καθ’ ον χρόνον τούτο ευρίσκεται εν συναγερμώ αντιμετωπίσεως πιθανής ατομικής επιθέσεως.
Η κάλυψις προς αποφυγήν της εκτυφλωτικής λάμψεως παρέχει προστασίαν του προσωπικού και κατά της θερμικής ακτινοβολίας. Επιπροσθέτως όμως επιβάλλεται η απομάκρυνσις ευφλέκτων υλικών εκ των καταστρωμάτων.
Τα καταστρεπτικά αποτελέσματα του κύματος πιέσεως δημιουργούν οσβαρότατα προβλήματα δια το υλικόν.
Ενίσχυσις της όλης κατασκευής του πλοίου δεν είναι δυνατόν να γίνη χωρίς παράλληλον μείωσιν της ταχύτητος, ακτίνος ενεργείας, οπλισμού κ.τ.λ. Η ενίσχυσις όμως ωρισμένων ασθενών σημείων του πλοίου, όπως αι υπερκατασκευαί, καπνοδόχοι, κεραίαι Α/Τ, Ρ/Ε, είναι απαραίτητος.
Επίσης όλαι αι πιθαναί δίοδοι του κύματος πιέσεως προς το εσωτερικόν του πλοίου (π.χ. δίκτυον αερισμού) χρήζουν ιδιαιτέρας προσοχής. Θα πρέπει να είναι ισχυράς κατασκευής, αεροστεγείς και να παραμένουν κλεισταί κατά την επίθεσιν.
Τα προβλήματα τα οποία θέτει η ραδιενέργεια είναι εξαιρετικώς πολύπλοκα. Η δημιουργουμένη κατάστασις είναι δυνατόν να συγκριθή μόνον με εκείνην κατά την επίθεσιν δια πολεμικών αερίων.
Η διαφορά είναι, ότι η ραδιενέργεια αφ’ ενός μεν δεν είναι αισθητή, αφ’ ετέρου δε η αναχαίτησίς της καθίσταται δυσκολοτάτη.
Πρόσωπα υποκείμενα εις ραδιενεργόν ακτινοβολίαν, υφίστανται την λεγομένην ραδιενεργόν μόλυνσιν ήτις αναλόγως της εκτάσεώς της δυνατόν αν έχη καταστρεπτικά αποτελέσματα επί του ανθρωπίνου οργανισμού.
Η αιτία της ραδιενεργού μολύνσεως είναι: α) η αρχική ακτινοβολία ακτίνων γ και β) η δευτερογενής ακτινοβολία η προκαλουμένη εκ της εκπομπής νετρονίων και των προϊόντων της ατομικής διασπάσεως. Η δευτερογενής ακτινοβολία συνεχίζεται επί αρκετόν χρονικόν διάστημα (πιθανών και μετά την πάροδο 48 ωρών) τόσον εις την περιοχήν του στόχου, όσον, αναλόγως των επικρατούντων καιρικών συνθηκών, και μακράν τούτου.
Ως μονάς δόσεως ραδιενεργού μολύνσεως χρησιμοποιείται το Roentgen (r).
Αρκεί δόσις ολίγων εκατοντάδων (r) δια να προσβληθή το σύνολον του προσωπικού εις τοιούτον βαθμόν, ώστε να καθίσταται ανίκανον δια πάσαν εργασίαν επί αρκετόν χρονικόν διάστημα. Επί πλέον σημαντικόν ποσοστόν εκ των ανωτέρων κρουσμάτων εξελίσσονται εις θανατηφόρα.
Εξ άλλου είναι γνωστόν ότι εις την περιοχήν του στόχου, εάν δεν ληφθούν κατάλληλα προστατευτικά μέτρα, ολική δόσις αρκετών εκατοντάδων (r) είναι αναπόφευκτος!
Δια την ραδιενεργόν ακτινοβολίαν ισχύουν οι ακόλουθοι τρεις βασικοί νόμοι:
Α) Η έντασις της ακτινοβολίας ελαττούται αναλόγως του τετραγώνου της αποστάσεως εκ του σημείου της εκπομπής του.
Β) Η έντασις ελαττούται κατά την δίοδον εκ τινος σώματος και
Γ) Η έντασις ελαττούται με την πάροδον του χρόνου.
Ήδη καθίσταται αμέσως αντιληπτόν ότι προφύλαξις εκ ραδιενεργού ακτινοβολίας προϋποθέτει τρεις βασικούς παράγοντας:
Α) Ικανήν απόστασιν.
Β) Ικανήν κάλυψιν.
Γ) Επωφελή εκμετάλλευσις του χρόνου…
Ας εξετάσωμεν όμως τους ανωτέρω απαράγοντας εν συνδυασμώ με την αντιμετώπισιν της ραδιενέργείας υπό των πολεμικών πλοίων.
Κατ’ αρχάς το πλοίον θα πρέπη να απομακρυνθή το ταχύτερον δυνατόν εκ της περιοχής της ατομικής εκρήξεως ακολουθούν πορεία αντίθετον της διευθύνσεως του ανέμου. Ασφαλώς το πλοίον θα έχη ήδη υποστή την αρχικήν ακτινοβολίαν γ, αλλά απομακρυνόμενον ελαττώνει την ποσότητα (και εν μέρει την πιθανότητα) της ραδιενεργού μολύνσεως εκ της δευτερογενούς ακτινοβολίας.
Η κάλυψις έχει πρωταρχικήν σημασίαν δια την προφύλαξιν εκ της ραδιενεργού μολύνσεως. Βεβαίως η αρχική ακτινοβολία γ είναι ισχυροτάτη και στιγμιαία, ώστε δια την τελείαν εξουδετέρωσίν της, το προσωπικόν θα πρέπει να καλύπτεται υπό στρώματος υλικών υψηλού ατομικού αριθμού και ικανού πάχους π.χ. μολύβδου. Οι γνωστοί όμως περιορισμοί βάρους αποκλείουν την τοποθέτησιν τοιούτων στρωμάτων εις πολεμικά πλοία.
Ούτω η κάλυψις υπό τα καταστρώματα προσφέρει σχετικήν μόνο προστασίαν κατά της αρχικής ακτινοβολίας.
Αι πηγαί της δευτερογενούς ακτινοβολίας ευρίσκονται εις το νέφος ή την ομίχλην ήτις σχηματίζεται κατά τα πρώτα στάδια της ατομικής εκρήξεως. Η ομίχλη ή βροχή εκ της συμπυκνώσεως του νέφους, συναντώσαι το πλοίον, δημιουργούν λίαν εκτεταμένας εστίας ραδιενεργού μολύνσεως, αι οποίαι πάση θυσία πρέπη να τηρηθούν μακράν του προσωπικού. Η κάλυψις υπό τα καταστρώματα προσφέρει ικανοποιητικήν προστασίαν κατά της ασθενούς δευτερογενούς ακτινοβολίας, αλλά δυνατόν η ραδιενεργός ομίχλη ή βροχή να εισέλθη εντός του εσωτερικού του πλοίου δια των οιασδήποτε φύσεως ανοιγμάτων άτινα ευρίσκονται επί των καταστρωμάτων.
Δια τούτο κατά την περίοδον αυτή, η κάλυψις πρέπει να λάβη την μορφήν πλήρους απομονώσεως εκ του εξωτερικού χώρου. Τοιαύτη κατάστασις προξενεί σοβαρώτατα προβλήματα αερισμού, κυβερνήσεως και προώσεως του πλοίου.
Αι εστίαι της δευτερογενούς ακτινοβολίας είναι μεν ασθενούς εντάσεως αλλά επίμοναι, η ακτινοβολία των δυνατόν να διαρκέση επί αρκετάς ώρας, ώστε η ολική δόσις ραδιενεργού μολύνσεως, η οποία είναι το γινόμενον της εντάσεως επί τον χρόνον, να ανέλθη εις επικίνδυνα επίπεδα. Ως εκτούτου καθίσταται απολύτως ουσιώδης η ταχυτάτη και αποτελεσματική απαλλαγή του πλοίου εκ των ραδιενεργών εστιών. Μία πρακτική αντιμετώπισης του ζητήματος είναι η ράντισις δια θαλασσίου ύδατος των καταστρωμάτων και υπερκατασκευών ώστε δια της αποπλύσεως των να επιτυγχάνεται η απομάκρυνσις των ραδιενεργών εστιών. Προς την κατεύθυνσιν αυτήν έχουν ήδη εκτελεσθή δοκιμαί επί πλοίων του Αμερικανικού και Βρεταννικού ναυτικού.
Δια να τεθή εις ενέργειαν ο μηχανισμός αντιμετωπίσεως της ραδιενεργείας, είναι απαραίτητος η έγκαιρος και ακριβής εξακρίβωσις της παρουσίας της. Δια τούτο είναι αναγκαία η ύπαρξις οργάνων δια την ανίχνευσιν και μέτρησιν της εντάσεως της διενεργού ακτινοβολίας. Τα πλέον ευρέως χρησιμοποιούμενα όργανα είναι οι μετρηταί Geiger.
Αι εξαιρετικαί ιδιότητες των οργάνων αυτών (μικρόν βάρος και όγκος, ακρίβεια ενδείξεων) καθιστούν δυνατοτάτην την χρησιμοποίησίν των και υπό των πολεμικών πλοίων.
Δια την μέτρησιν της δόσεως ραδιενεργού μολύνσεως χρησιμοποιείται ειδική φωτογραφική πλαξ φερομένη υπό ενός εκάστου των ανδρών. Η πλαξ προσβαλλομένη υπό ραδιενεργού ακτινοβολίας υφίσταται αλλοίωσιν εις βαθμόν ανάλογον με την έκτασιν της προσβολής της.
Εν συνεχεία κατάλληλος εμφάνισις της πλακός δίδει κατευθείαν το ποσοστόν ραδιενεργού μολύνσεως του κατόχου της εις (r).
Ανασκόπησις.
Η αντιμετώπισις των διαφόρων προβλημάτων δια την καταπολέμησιν των αποτελεσμάτων της ατομικής επιθέσεως, είναι εις εκ των σημαντικοτέρων παραγόντων οίτινες θα κατευθύνουν την περαιτέρω εξέλιξιν του πολεμικού πλοίου.
Ιδιαιτέρως η ανάγκη της αποτελεσματικής καλύψεως του προσωπικού ήτις συναντάται καθ’ όλα τα στάδια, θα παίζη πρωτεύοντα ρόλον τόσον εις την οργάνωσιν όσον και την κατασκευήν του πλοίου. Επιτυχής λύσις του προβλήματος αυτού, εκμηδενίζει την πιθανότητα ακινητοποιήσεως πολεμικού πλοίου λόγω ραδιενεργού μολύνσεως του πληρώματός του, ενώ το πλοίον από απόψεως υλικού θα παραμένη καθ’ ολοκληρίαν άθικτον.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
[1] Ως Σημείον Μηδέν (Σ.Μ.) ορίζεται η προβολή του σημείου της εκρήξεως επί της επιφανείας της θαλάσσης.