Παραδοσιακή
αλιεία με εκπαιδευμένους κορμοράνους
Περί Αλός
Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου
Συγγραφεύς – Ερευνήτρια
Ναυτικής Ιστορίας
Δημοσιεύθηκε
στο περιοδικό ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΣ
Εκδ.
ΕΘΕ/ΓΕΝ, Ιούνιος 2019, τ. 1028, σελ. 63-65.
Κορμοράνος επί τω έργω ΦΩΤΟ: Steve Simnett https://www.flickr.com/photos/imperialeagle/albums |
Ανάμεσα
στις τόσο όμορφες και παράξενες παραδοσιακές μεθόδους αλιείας του κόσμου συγκαταλέγεται
κι εκείνη που οι αλιείς χρησιμοποιούν εκπαιδευμένους κορμοράνους.
Ο
κορμοράνος είναι πτηνό της οικογένειας Φαλακροκορακίδαι (Phalacrocoracidae),
η οποία περιλαμβάνει περίπου 30 είδη. Έχουν γαμψό και δυνατό ράμφος και δάχτυλα
ενωμένα με νηκτική μεμβράνη. Βρίσκονται σχεδόν σε όλο τον κόσμο. Η τροφή τους
αποτελείται κυρίως από ψάρια τα οποία συλλαμβάνουν βουτώντας στο νερό[1].
Εξαιτίας της εξαιρετικής ικανότητάς τους να ψαρεύουν ο άνθρωπος, κατά καιρούς, τους
εξημέρωσε, τους εκπαίδευσε και τους χρησιμοποίησε για να τον βοηθούν στην
αλιεία. Στην Ιαπωνία χρησιμοποιούνται κυρίως τα είδη Phalacrocorax capillatus
και Phalacrocorax carbo
ενώ το Phalacrocorax carbo sinensis στην Κίνα. Στην Ευρώπη χρησιμοποιήθηκε ο
κορμοράνος Phalacrocorax carbo
με τα υποείδη sinensis
και carbo
[2].
Godo on the Kisokaido, ukiyo-e prints by Keisai Eisen (1790-1848) |
Η
αλιεία με τη χρήση κορμοράνων είναι μια τέχνη που έχει τις ρίζες της στην
αρχαία Ιαπωνία όπως περιγράφεται στα χρονικά της Κίνας, της Δυναστείας Sui (590-617
μ.Χ) [3]. Στο αρχαιότερο χρονικό της Ιαπωνίας Kojiki, που ολοκληρώθηκε το 712 μ.Χ.,
ο Ιάπων Αυτοκράτωρ Jimmu
έγραψε ποίημα για τους φύλακες των κορμοράνων αλλά υπάρχουν επίσης αναφορές ότι
η αλιεία με κορμοράνους έχει τις ρίζες της και παλαιότερα από το 459 μ.Χ. στην
Ιαπωνική μυθολογία [4]. Η τέχνη της αλιείας με κορμοράνους καλείται στην
ιαπωνική γλώσσα «u-kai» (u =
κορμοράνος) που όμως με την ακριβή έννοια σημαίνει αλιεύς ή φύλακας κορμοράνων
[5]. Σε αναφορές από το 1028 μαθαίνουμε ότι στην ιαπωνική πόλη Gifu, οι
αλιείς χρησιμοποιούσαν 12 κορμοράνους σε ένα σκάφος, ακριβώς όπως και σήμερα [6].
Οι Ευρωπαίοι έμαθαν για τους κορμοράνους πολύ αργότερα, κατά τον 14ο αιώνα,
όμως η χρήση τους για αλιεία φαίνεται να ξεκίνησε μόνο ως ψυχαγωγία. Ο Ιάκωβος
Α’ (1566-1626) και ο Κάρολος Α’ (1600-1649) της Αγγλίας ήταν τόσο μεγάλοι
θαυμαστές της ψυχαγωγικής δραστηριότητος αλιείας με κορμοράνους ώστε
διατηρούσαν σε μέλος της βασιλικής αυλής τον τίτλο «Master of
Cormorants».
Αυτό το μέλος ήταν επιφορτισμένο να φροντίζει και να εκπαιδεύει κορμοράνους-ψαράδες
για την τέρψη του βασιλέως[7].
Κίνα,
Xitang 2006 ΦΩΤΟ: Brian Yap (葉) |
Ο Ιάκωβος Α’ εκτός από τους κορμοράνους είχε και εξημερωμένες ενυδρίδες τις οποίες, ο Master of Cormorants John Wood, εκπαίδευε για τον ίδιο σκοπό[8].
Στην
Ευρώπη, η πρώτη περιγραφή αλιείας με χρήση κορμοράνων από τους Ιάπωνες αλιείς, φαίνεται
να είναι από το ημερολόγιο του Άγγλου εμπόρου, Richard Cocks το
1617, ο οποίος περιγράφει πως περνούσαν τον κρίκο οι Ιάπωνες στους κορμοράνους
και πως τα πτηνά αυτά ψάρευαν:
«I forgot to
note downe how Soyemon Dono made a fishing over against English howse with
cormorants made fast to long cordes behind their winges, and bridles from thence
before their neckes to keep the fish from entering their bodies, so that when
they took it they could take yt out of their throtes againe»[9].
ΦΩΤΟ: GTPIX https://www.flickr.com/photos/ggt1/albums |
Προς
τα τέλη του 19ου αιώνα περισσότερες πληροφορίες έρχονται στο φως της
δημοσιότητος μεταξύ των οποίων κι ένα άρθρο του 1889, το οποίο δημοσιεύθηκε
στους Times του Λονδίνου από τον Υποστράτηγο
του Βασιλικού Μηχανικού Henry
Palmer.
Ο Palmer
περιγράφει την πρακτική της
συγκεκριμένης αλιείας στον ποταμό της Ιαπωνίας Nagara όπως ακριβώς συνηθίζεται
σήμερα στις περιοχές Gifu,
Fuefuki,
Kyoto
και Uji[10].
Το περιστατικό λάμβανε χώρα κατά τη νύχτα και οι παρευρισκόμενοι με το φως των
πυρσών έτρωγαν, έπιναν και απολάμβαναν ένα μοναδικό θέαμα. Επισημαίνει ότι
υπήρχαν 7 αλιευτικά σκάφη τα οποία έφεραν 4 αλιείς έκαστο και ότι οι κορμοράνοι
είχαν στο λαιμό τους μεταλλικούς κρίκους [11].
Στη
Γαλλία ο Λουδοβίκος ΙΓ’ (1610-1643)
είχε εκπαιδευμένους κορμοράνους, δώρο από
τον Ιάκωβο Α’ της Αγγλίας. Σε αρχείο του Fontainebleau Palace
βλέπουμε ότι υπάρχει o
τίτλος «garde
de
cormoranes»,
από το 1698 μέχρι και το 1736, για τον φροντιστή, εκπαιδευτή ή φύλακα των
κορμοράνων[12]. Τον 19ο αιώνα ο M. Le Comte
Le
Couteulx de
Cantreleu
είχε κορμοράνους στο κάστρο του και ο μεγάλος ενθουσιασμός του για το πτηνό
αυτό τον ώθησε το 1870 να γράψει ένα μικρό βιβλίο με τίτλο La
Pêche
au
Cormoran.
Στο εσώφυλλο υπάρχει χαρακτικό το οποίο απεικονίζει έναν νεαρό Γάλλο να κρατά
έναν κορομοράνο με το όνομα Tobie[13].
Στην Ισπανία
μια πηγή του 17ου αιώνα μαρτυρεί την ύπαρξη κορμοράνων στο βιβλίο του Martinez de Espinar, το οποίο
εκδόθηκε το 1644. Ο κορμοράνος φέρει την κοινή ονομασία της εποχής «cuerbo marino».
«En Inglatierra y otras partes marítimas,
los acostumbran criar mansos, y los tienen por el provecho que sacan de ellos;
yo he visto dos de allá; y los soltaron
en un estanque y sacaron muchos pesces y los traían a su amo, que los
llamaba con una poca de carne; y si se tragaban algún pez, se le hacía vomitar
apretándole el buche y cuello»[14].
Στην Ολλανδία άργησε πολύ να εμφανιστεί η αλιεία με
κορμοράνους (19ος αι.) και μέχρι το 1890 σχεδόν εξαφανίστηκε από την Ευρώπη,
ενώ μια μεταγενέστερη πηγή αναφέρει ότι στο Saratow (Russia) κατά
το έτος 1912 υπήρξε μια ανάλογη τοπική δραστηριότητα [15]. Ακόμα και σήμερα σε
κάποιες περιοχές της Ασίας, και της Ευρώπης όπως στη λίμνη Δοϊράνη, ασχολούνται
με την συγκεκριμένη δραστηριότητα είτε ως τρόπος αλιείας για διατροφή είτε ως
τουριστικό θέαμα. Ο Αμερικανός συγγραφεύς και αθλητής Daniel Mannix
ψάρευε επιτυχώς με κορμοράνους στα 1960.
Επίσης, μια ομάδα ιθαγενών του Περού ασχολείται με αυτόν τον τρόπο αλιείας στη
λίμνη Τιτικάκα [16] κάτι που φαίνεται να έχει τις ρίζες της από την αρχαιότητα
καθώς σε αρχαία χρωματιστά αγγεία εικονίζονται σκηνές αλιείας με ψαράδες που
έχουν σε πρόχειρες σχεδίες κορμοράνους, οι οποίοι φέρουν κρίκους στο λαιμό [17].
Εκπαίδευση κορμοράνων και τρόπος
αλιείας
Οι
κορμοράνοι ζουν σε αιχμαλωσία και γνωρίζουν από
την στιγμή που γεννιούνται τον εκπαιδευτή/αλιέα τους. Εκείνος αφιερώνει αρκετές
ώρες για την εκπαίδευσή τους. Τους φροντίζει, τους μιλά, τους χαϊδεύει απαλά
ώστε μέρα με τη μέρα να εξημερώνονται. Το ράμφος τους λειαίνεται, ώστε να
αποφευχθούν τυχόν πληγές στον εκπαιδευτή, και τα φτερά τους κόβονται [18].
Κορμοράνος με κρίκο.
ΦΩΤΟ: Από το βιβλίο του James Hornell,
Fishing in many waters, Cambridge 1950:
σελ 230. Plate III B.
|
Στο
πρώτο μάθημα ένα σχοινί δένεται στο πόδι του νεαρού κορμοράνου. Η άλλη άκρη
δένεται σε ένα σταθερό σημείο μιας όχθης ποταμού, γέφυρας ή καναλιού. Το πτηνό
οδηγείται στο νερό κι ο εκπαιδευτής σφυρίζει έναν χαρακτηριστικό ήχο. Μικρά
ζωντανά ψάρια δίνονται στο πτηνό το οποίο με πολύ ευχαρίστηση τρώγει αφού
προηγουμένως είχε ακολουθήσει μια σχετική δίαιτα. Κατόπιν με έναν διαφορετικό
ήχο τον καλεί πίσω και με την βοήθεια του σχοινιού επιστρέφει το πτηνό στο
σημείο αφετηρίας. Αυτή η διαδικασία επαναλαμβάνεται καθημερινά για έναν μήνα
περίπου μέχρι ο κορμοράνος μάθει να ανταποκρίνεται μόνος του στους
χαρακτηριστικούς ήχους και τις διαταγές του εκπαιδευτού [19].
Το
δεύτερο μάθημα λαμβάνει χώρα στο σκάφος ακολουθώντας την ίδια διαδικασία με
πριν και διαρκεί 4-5 εβδομάδες, ανάλογα την ικανότητα του πτηνού. Στις
περιπτώσεις που οι νεαροί κορμοράνοι μαθητεύουν μαζί με μεγαλύτερους και καλά
εκπαιδευμένους κορμοράνους τότε τα μαθήματα έχουν μικρότερη χρονική διάρκεια
αφού διδάσκονται πιο εύκολα από τους μεγαλύτερους σε ηλικία [20]. Στους
«μαθητές» κορμοράνους συναντά κανείς τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά που
σκιαγραφούν και τους ανθρώπους. Έξυπνοι, κουτοί, περίεργοι, αδιάφοροι,
τεμπέληδες, εργατικοί κ.οκ. Έτσι δίνουν την δυνατότητα στον αλιέα να τους ξεχωρίζει
από την ομάδα, ακόμα και να τους ονοματίζει με διαφορετικά ονόματα στα οποία τα
πτηνά ανταποκρίνονται [21].
Την
στιγμή που πλέον έχουν περατώσει τον βασικό κύκλο εκπαιδεύσεως είναι έτοιμα να
περάσουν στο επόμενο στάδιο, της αλιείας.
Ο
αλιεύς τοποθετεί με πολύ προσοχή έναν κρίκο από ρατάν, μέταλλο ή σπάγκο στο
κάτω μέρος του λαιμού του κορμοράνου. Το μέγεθος του κρίκου είναι τόσο μεγάλο όσο
να μπορεί ο κορμοράνος να καταπιεί πολύ μικρά ψαράκια αλλά όχι τα μεγέθη εκείνα
που ενδιαφέρουν τον αλιέα. Στο πίσω μέρος του κρίκου προσαρμόζεται μια ταινία
μήκους 30, 48 εκατοστά (1 πόδι) από μπαμπού ή κόκκαλο φάλαινας. Ο σκοπός της ταινίας
αυτής είναι να χρησιμοποιείται ως «χερούλι» σε περίπτωση που χρειαστεί ο αλιεύς
να βγάλει τον κορμοράνο από το νερό.
Αλιεία με κορμοράνους στο Kyoto τη νύχτα. ΦΩΤΟ: philbutlerphoto https://www.flickr.com/photos/44238866@N03/albums |
Επιπροσθέτως, στην άκρη της ταινίας
υπάρχει ένας σπάγκος ή σχοινί μήκους 4,5-5,5 μέτρων, το οποίο δίνει την
δυνατότητα στον αλιέα να μπορεί να επέμβει στις κινήσεις του κορμοράνου και να
τον τραβήξει πίσω στο σκάφος όταν υπάρξει κίνδυνος ή όταν ο κορμοράνος δεν
υπακούσει στη λήξη της θήρας και συνεχίσει το κυνήγι[22]. Ο κορμοράνος βουτά
στο νερό και με δεξιοτεχνία και απίθανους ελιγμούς κυνηγά τα ψάρια, τα πιάνει
και τα επιστρέφει στον αλιέα. Επαναλαμβάνει το ίδιο αρκετές φορές μέχρι ο
αλιεύς να σημάνει τη λήξη της θήρας.
Τότε ο
κορμοράνος επιστρέφει στο σκάφος και ο αλιεύς αφαιρεί τον κρίκο από το λαιμό
του πτηνού. Ακολουθεί η επιβράβευση, συνήθως 1-2 μεγάλα ψάρια από εκείνα που
αλίευσε[23]. Σε πολλές περιπτώσεις, όταν οι κορμοράνοι είναι πολύ καλά
εκπαιδευμένοι, δεν έχουν την ανάγκη του κρίκου και βουτούν ελεύθεροι
επιστρέφοντας την λεία τους στον αλιέα.
Στην
Ιαπωνία, ο μεγαλύτερος και πιο ικανός κορμοράνος φέρει το όνομα «Itchi-ban» ή
«αριθμός 1», ενώ πλάι σε αυτόν θα καθήσουν αντίστοιχα και διαδοχικά οι
κορμοράνοι που έχουν την αμέσως κατώτερη ηλικία/ικανότητα [24].
Αλιεία με κορμοράνους στον ποταμό Nagara τη νύχτα. ΦΩΤΟ:S.R.G - msucoo93 https://www.flickr.com/photos/srgtravel/albums |
Θα
πρέπει να τονίσουμε την χαρακτηριστική ιδιοσυγκρασία των κορμοράνων. Είναι
πτηνά που μπορούν να δείξουν ζήλεια όσο αφορά στους βαθμούς της ιεραρχίας και
μπορούν να γκρινιάξουν έντονα εάν αντιληφθούν κάποια αδικία στη δική τους αίσθηση
περί δικαιοσύνης. Κατά την χειμερινή περίοδο ή σε κακοκαιρίες γίνονται
ιδιαίτερα απαιτητικοί καθώς δεν προσφέρουν υπηρεσίες στον αλιέα τουναντίον
αποζητούν συνέχεια τροφή, αφού εύκολα και γρήγορα την χωνεύουν [25].
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ο κόσμος των Φυτών και των
Ζώων, Χρυσός Τύπος Ε.Π.Ε., τ. Β, Αθήναι 1962: σελ. 114.
[2] Marcus Beike, The
history of Cormorant fishing in Europe. Μετάφραση στην αγγλική από το πρωτότυπο Die Geschichte der Kormoranfischerei in Europa (Vogelwelt 133: 1-21 (2012), σελ. 1.
[3] Jackson, C. E., "Fishing with cormorants". Archives of Natural History. 24 (2),
1997: σσ. 189–211. Andres Von Brandt, Fish
catching methods of the World, 1984: σελ. 27. Berthold Laufer, The
domestication of the Cormoran in China and in Japan, Chicago, 1931: σελ.
212.
[4] Laufer, 1931: σελ. 212.
[5] Laufer, 1931: 211.
[6] Von Brandt, 1984: σελ. 28.
[7] Jackson, 1997: σελ. 202, Laufer, 1931: 206.
[8] Laufer, 1931: σελ. 206.
[9] The diary of Richard Cocks, ed. Edward Maunde
Thompson, vol. 1, London, Hakluyt Society, 1883: σελ. 285.
[10]
Στις περιοχές αυτές διατηρείται μέχρι σήμερα ο τρόπος αλιείας με κορμοράνους, ο
οποίος λαμβάνει χώρα πέντε φορές το χρόνο και έχει μεταστρέψει την εμπορική και
παραδοσιακή αυτή δραστηριότητα σε πόλο έλξεως τουριστών.
[11] Palmer, Cormorant fishing in Japan: σελ. 171 στο Richard J. King, The
Devil’s cormorant: a natural history, University of New Hampshire Press
2013: σελ. 11.
[12] Jackson, 1997: σελ. 201. King, 2013: σελ. 12.
[13] Jean Baptise Emmanuel Hector Le Couteulx de Canteleu, La Pêche au
Cormoran, Paris Bureaux de la Revue Britannique, 1870. King, 2013: σελ. 12.
[14] Α. Martinez de Espinar, Arte de
ballesteria y monteria escrita con methodo para escusar la fadiga que occasiona
la ignirancia. Real, Madrid, 1644, έκδοση Napoles, 1739: σσ. 242-243.
[15] Beike, 2012: σελ. 1.
[16] King, 2013: σελ. 13. Beike, 2012: σελ. 16-17.
[17] Leight, Hermann, Pre-Inca Art
and Culture, New York, Orion Press 1960: σσ. 49–50.Von Brandt, 1984: σελ. 29.
[18] Von Brandt, 1984: σελ. 28.
[19] Laufer, 1931: σελ. 239.
[20] όπ. παρ. σελ. 239-240.
[21] όπ. παρ. 1931: σελ. 240.
[22] James Hornell, Fishing in
many waters, Cambridge 1950: σελ. 32.
[23] Cassell’s, Natural History.
The Feathered Tribes, New York, Alexander Montgomery 1854: σελ. 621.
[24] Hornell, 1950: σελ. 32.
[25] όπ. παρ. σελ. 33.