ECJbX0hoe8zCbGavCmHBCWTX36c

Φίλες και φίλοι,

Σας καλωσορίζω στην προσωπική μου ιστοσελίδα «Περί Αλός» (Αλς = αρχ. ελληνικά = η θάλασσα).
Εδώ θα βρείτε σκέψεις και μελέτες για τις ένδοξες στιγμές της ιστορίας που γράφτηκε στις θάλασσες, μέσα από τις οποίες καθορίστηκε η μορφή του σύγχρονου κόσμου. Κάθε εβδομάδα, νέες, ενδιαφέρουσες δημοσιεύσεις θα σας κρατούν συντροφιά.

Επιβιβαστείτε ν’ απολαύσουμε παρέα το ταξίδι…


Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου
Συγγραφεύς - Ερευνήτρια Ναυτικής Ιστορίας




Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011

Η ΝΑΥΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΝΟΔΟ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΗΓΕΜΟΝΙΑΣ 843-959


Χαράλαμπος Παπασωτηρίου

Επίκουρος καθηγητής στρατηγικών σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Χ. Παπασωτηρίου:
«Βυζαντινή Υψηλή Στρατηγική 6ος –11ος αιώνας»,
κεφ.8.4, σελ.199-202, Εκδόσεις Ποιότητα, 2000.

Σχέδιο: Χρήστος Γιαννόπουλος

Η οργάνωση του βυζαντινού ναυτικού παρουσίαζε ανάλογη δομή πηρύνα-περιφέρειας με τον στρατό ξηράς. Τον πυρήνα του βυζαντινού ναυτικού αποτελούσε ο κεντρικό στόλος στην Κωνσταντινούπολη υπό τον δρουγγάριο του πλοϊμου, ο οποίος ήταν ex officio αρχιναύαρχος όλων των βυζαντινών στόλων[1]. Ο κεντρικός στόλος είχε τη ζωτική αποστολή να προστατεύει την Κωνσταντινούπολη από ναυτικές επιθέσεις και αποκλεισμούς. Επίσης λειτουργούσε ως ο πυρήνας μεγάλων ναυτικών εκστρατευτικών δυνάμεων. Κατά τα φαινόμενα μονοπωλούσε το όπλο του «υγρού πυρός», ώστε να έχει εξασφαλισμένη τη στρατηγική ανωτερότητα έναντι των θεματικών στόλων σε περίπτωση στάσεως κατά της βυζαντινής κυβέρνησης. Μετά τον κεντρικό στόλο ιεραρχικά έρχονταν τα τρία ναυτικά θέματα της Ανατολής, των Κιβυρραιωτών στα νότια παράλια της Μικράς Ασίας, του Αιγαίου και της Σάμου. Τα τρία αυτά ναυτικά θέματα κάλυπταν την θαλάσσια άμυνα των κεντρικών επαρχιών της Αυτοκρατορίας έναντι των αραβικών στόλων. Πέρα από αυτά υπήρχαν  περιφερειακές μοίρες που λειτουργούσαν κάτω από διάφορα παραλιακά θέματα της Δύσης στα Βαλκάνια και στη νότια Ιταλία, οι τακτικές αποστολές των οποίων αφορούσαν την τοπική ναυτική άμυνα[2].
     Σε αντιδιαστολή με τον πόλεμο στην ξηρά, στη θάλασσα το Βυζάντιο παρέμεινε σε κατάσταση άμυνας, τουλάχιστον στο επίπεδο της υψηλής στρατηγικής. Τόσο στην ανατολική όσο και στη δυτική Μεσόγειο οι ετερογενείς αραβικοί στόλοι λειτουργούσαν από θέση στρατηγικής υπεροχής, έχοντας κατακτήσει τις κεντρικές νήσους της Σικελίας και της Κρήτης. Πέρα από τους Άραβες το βυζαντινό ναυτικό έπρεπε να αντιμετωπίσει στον Εύξεινο Πόντο τους Ρώσους, οι οποίοι κατήλθαν τρεις φορές κατά την περίοδο αυτή, το 860, το 907 και το 941, με μεγάλες ναυτικές δυνάμεις στην άμεση περιφέρεια της Κωνσταντινούπολης.
     Οι προσπάθειες των βυζαντινών ηγεσιών να αλλάξουν την ναυτική ισορροπία στην Μεσόγειο είχαν μονάχα περιορισμένα αποτελέσματα, τα οποία δεν επέτρεψαν στο Βυζάντιο να περάσει στη στρατηγική αντεπίθεση στο μέτωπο αυτό. Στη δυτική Μεσόγειο στα μέσα του 9ου αιώνα το Βυζάντιο αντιμετώπιζε τις επιθέσεις των Αγλαβιδών της κεντρικής βόρειας Αφρικής, οι οποίοι κατέκτησαν τη Σικελία και μέρη της νότιας Ιταλίας και από τις βάσεις αυτές εξαπέλυσαν επιδρομές κατά της Βενετίας (που συνέχιζε να αποτελεί αυτοδιοικούμενο τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας) και των βυζαντινών παράλιων θυλάκων στη Δαλματία. Τα αντίμετρα του Βασιλείου Α΄ (867-886) συμπεριέλαβαν τη σύσταση του Θέματος Λαγγιβαρδίας στη νότια Ιταλία για τη γεωγραφικά προωθημένη αναχαίτιση των αραβικών επιθέσεων στην Αδριατική. Από τη σκοπιά της υψηλής στρατηγικής το μέτρο αυτό ήταν αμυντικό και δεν άλλαξε τη δυσμενή ναυτική ισορροπία στη δυτική Μεσόγειο. Πέτυχε όμως την αποφασιστική εξασθένιση των αραβικών επιθέσεων στην Αδριατική, προστατεύοντας ως εκ τούτου τις βυζαντινές θέσεις στην περιοχή αυτή από τον κίνδυνο των διπλών απειλών τόσο από τη θάλασσα όσο και από τις βαρβαρικές δυνάμεις της κεντρικής Ευρώπης.[3]
     Στην ανατολική Μεσόγειο το Βυζάντιο κατά την περίοδο αυτή διεξήγαγε τρεις μεγάλες αλλά αποτυχημένες επιχειρήσεις επανακατάκτησης της Κρήτης, το 845, το 911 και το 949 (μια τέταρτη προγραμματισμένη προσπάθεια ακυρώθηκε τη στιγμή της έναρξής της το 866 λόγω κυβερνητικών ανακατατάξεων στην κορυφή της Αυτοκρατορίας). Αν η Κρήτη είχε κατακτηθεί, θα άλλαζε αποφασιστικά η ναυτική ισορροπία στην ανατολική Μεσόγειο, καθώς θα απελευθερώνονταν οι στόλοι των τριών ναυτικών θεμάτων από τις λίγο πολύ συνεχείς αμυντικές αποστολές που τους επέβαλλαν οι επιδρομές των Αράβων της Κρήτης. Όσο η Κρήτη παρέμενε αραβική, τα παράλια της Αυτοκρατορίας στο Αιγαίο βρίσκονταν υπό απειλή, όπως φάνηκε με ιδιαίτερα έντονο τρόπο κατά την περίοδο 902-4, όταν διάφορες παράλιες περιοχές της Μικράς Ασίας, της σημερινής ηπειρωτικής Ελλάδας και των νήσων του Αιγαίου δέχθηκαν καταστροφικές επιθέσεις. Η αραβική αυτή επίθεση κλιμακώθηκε το 904 με κίνηση των αραβικών στόλων προς τα Δαρδανέλια παραπλανώντας τις ναυτικές δυνάμεις του Βυζαντίου που συγκεντρώθηκαν για την προστασία της Κωνσταντινούπολης, καθώς οι Άραβες άλλαξαν αιφνιδιαστικά κατεύθυνση και έπεσαν στην ανυπεράσπιστη Θεσσαλονίκη από την πλευρά της θάλασσας λεηλατώντας τη δεύτερη πόλη της Αυτοκρατορίας[4].
     Το πρόβλημα των Αράβων της Κρήτης, που με τη λεηλασία της Θεσσαλονίκης συγκλόνισε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, οδήγησε τις αυτοκρατορικές ηγεσίες στην κινητοποίηση εντυπωσιακών δυνάμεων στις δύο ατελέσφορες επιχειρήσεις κατάκτησης της Κρήτης, το 911 και το 949. Από επίσημη βυζαντινή πηγή, η οποία καταγράφει τις δυνάμεις που κινητοποιήθηκαν, προκύπτει ότι συμμετείχαν ναυτικές δυνάμεις του κεντρικού στόλου, των τριών ναυτικών θεμάτων και των ελασσόνων στόλων των υπολοίπων θεμάτων καθώς και δυνάμεις ξηράς από τα τάγματα και τα υψηλού βαθμού θέματα Ανατολής. Το βάρος της επιμελητειακής υποστήριξης των εντυπωσιακών αυτών εκστρατευτικών σωμάτων διανεμέθηκε ευρέως στα θέματα (υπό την ιδιότητα τους ως επαρχιακών μονάδων της δημόσιας διοίκησης)[5]. Παρά τις κινητοποιήσεις αυτές οι εκστρατείες απέτυχαν. Η αραβική Κρήτη αποδείχθηκε πραγματικά σκληρός αντίπαλος.
     Αποτυγχάνοντας να εξασφαλίσει μια αποφασιστική βελτίωση στη ναυτική ισορροπία στη Μεσόγειο, το βυζαντινό ναυτικό ενεπλάκη σε παρατεταμένο πόλεμο εξάντλησης ενάντια στους ετερογενείς αραβικούς στόλους. Και οι δύο πλευρές σημείωσαν εντυπωσιακές νίκες, χωρίς όμως να επιτύχουν αποφασιστικά αποτελέσματα. Πάντως το βυζαντινό ναυτικό υπήρξε αρκετά ικανό στον πόλεμο αυτό εξάντλησης, ώστε να έχει επαρκή ελευθερία δράσης για τη συμμετοχή του σε συνδυασμένες επιχειρήσεις ξηράς-θαλάσσης κατά της Βουλγαρίας το 864, το 894 και το 917 καθώς και κατά του αραβικού εμιράτου της Ταρσούς στα νοτιοανατολικότερα παράλια της Μικράς Ασίας. Επιπλέον υποστήριξε την άμυνα των περιφερειακών επαρχιών και προφυλακών της Αυτοκρατορίας, πολλές από τις οποίες ήταν προσιτές από τους αυτοκρατορικούς πυρήνες μονάχα δια θαλάσσης. Με την εξαίρεση της Σικελίας το Βυζάντιο δεν υποχώρησε στις μακρινές του επαρχίες και προφυλακές κατά την περίοδο αυτή παρά την εμφάνιση πολύμορφων νέων απειλών. 



[1] Οικονομίδης Νικόλαος, «Το Νέο Κράτος της Μέσης Βυζαντινής Περιόδου», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ, Η΄, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1979, σσ. 168-71.
[2] Eickhoff Ekkehard, ,Seekrieg und Seepolitik zwischen Islam und Abendland: Das Mittelmeer unter byzantinischer und arabischer Hegemonie (650-1040), Walter de Gruyter, & Co, Berlin 1966, σ.91.
[3] Toynbee, Arnold, Constantine Porphyrogenitus and his world, Oxford University Press, London 1973, σσ. 472-3.
[4] Karlyn-Hayter, “When Military Affairs were in Leo’s hands: A Noteon Byzantine Foreign Policy (886-912)”, σσ. 32-7- Ostrogorsky, History, σσ. 257-8.
[5] Κωνσταντίνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος, De cerimoniis, II, 44, 45.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...