Το
γιγαντιαίο χταπόδι που «λήστευε» στην ξηρά!
Τα
παράδοξα του Περί Αλός
Γιγάντιο χταπόδι του Ειρηνικού το
είδος
Enteroctopus dofleini (Wülker,
1910).
Το μήκος του φθάνει τα 9 μέτρα.
ΦΩΤΟ:
www.montereybayaquarium.org
|
Ο Αρχαίος συγγραφεύς Αιλιανός
(2ος-3ος αι. μ.Χ.) αναφέρει στο Περί Ζώων Ιδιότητος ΙΓ’ 6, ότι τα χταπόδια με
τον χρόνο γίνονται τεράστια και ότι πλησιάζουν την κατηγορία των κητών. Περιγράφει
κι ένα περιστατικό που συνέβη στην Ιταλία, στην πόλη Δικαιαρχία (σημερινή
Ποτσουόλι Pozzuoli) όπου ένα τεράστιο χταπόδι βγήκε στην ξηρά κι έκλεβε από μια
αποθήκη εμπόρων παστά ψάρια!
Παραθέτουμε την μετάφραση στην
νεοελληνική καθώς και το αρχαίο κείμενο.
[Μαθαίνω λοιπόν πως στην
Δικαιαρχία της Ιταλίας ένα χταπόδι είχε φτάσει σε υπερβολικό όγκο σώματος και
πως απεχθανόταν και περιφρονούσε τη θαλασσινή τροφή και τα εκεί βοσκοτόπια.
Βγήκε λοιπόν κι αυτό στην ξηρά κι έπιανε πλάσματα από τα χερσαία. Μέσα από
κάποιον κρυφό υπόνομο, που έβγαζε στη θάλασσα τους ρύπους της προαναφερθείσας
πόλης, κολύμπησε κι έφθασε σ’ ένα παραλιακό σπίτι, όπου βρισκόταν το φορτίο
κάποιων εμπόρων από την Ιβηρία, και συγκεκριμένα παστά ψάρια της χώρας τους σε
μεγάλα δοχεία, στη συνέχεια, αγκάλιασε με τα πλοκάμια του κι έσφιξε τα κεραμικά
δοχεία, τα έσπασε και καταβρόχθισε τα παστά. Όταν μπήκαν οι έμποροι και είδαν
τα κομμάτια απ’ τα αγγεία και κατάλαβαν πως έλειπε μεγάλο μέρος του φορτίου,
αναρωτήθηκαν έκπληκτοι ποιος να ‘ταν ο κλέφτης, αλλά δεν έβγαζαν συμπέρασμα,
γιατί οι πόρτες δεν είχαν παραβιαστεί, η σκεπή ήταν γερή και οι τοίχοι δεν
είχαν τρυπηθεί. Είδαν επίσης και υπολείμματα από τα παστά ψάρια που είχε αφήσει
πίσω του ο απρόσκλητος επισκέπτης. Έτσι αποφάσισαν να αφήσουν μέσα τον πιο
τολμηρό από τους υπηρέτες οπλισμένο να φυλάει. Τη νύχτα λοιπόν, έφτασε το
χταπόδι για το συνηθισμένο φαγητό, χύθηκε στα αγγεία και, σαν αθλητής που
συλλαμβάνει από τον λαιμό τον αντίπαλο δυνατά και πολύ προσεκτικά, έσπασε τα
κεραμικά το χταπόδι-ληστής, σαν να λέμε, με ευκολία. Ήταν πανσέληνος, το οίκημα
ήταν ολόφωτο και τα πάντα ορατά. Ο υπηρέτης δεν επιχείρησε να κάνει κάτι μόνος
του, γιατί φοβήθηκε το θηρίο (άλλωστε ο εχθρός ήταν πιο μεγάλος απ’ αυτόν στο
μέγεθος), αλλά το πρωί διηγήθηκε στους εμπόρους τα συμβάντα. Εκείνοι άκουγαν και δεν το πίστευαν. Έπειτα όμως,
μερικοί θυμήθηκαν το μέγεθος της ζημιάς, περιφρόνησαν τον κίνδυνο και
μαζεύτηκαν ν’ αντιμετωπίσουν τον εχθρό. Οι υπόλοιποι από τη δίψα τους να δουν
το πρωτοφανές και απίστευτο θέαμα, κλείστηκαν μαζί τους, σύμμαχοι κατά τύχη.
Αργότερα, το βράδυ, κατέφθασε ο πειρατής και όρμησε στο σύνηθες δείπνο του.
Τότε, μερικοί έφραξαν τον οχετό, ενώ άλλοι πήραν όπλα κατά του εχθρού τους, με
κοπίδια και τροχισμένα ξυράφια του έκοψαν τα πλοκάμια, όπως οι αμπελουργοί και
οι υλοτόμοι κλαδεύουν τις δρύες. Αφού του
‘κοψαν τη δύναμη, τον καθήλωσαν επιτέλους, αλλά μόνο μετά από αρκετό
κόπο. Το πρωτοφανές ήταν πως έμποροι έπιασαν ψάρι στη στεριά].
«ἀκούω γοῦν ἐν Δικαιαρχίᾳ τῇ Ἰταλικῇ
πολύπουν ἐς ὄγκον σώματος ὑπερήφανον προελθόντα τὴν μὲν ἐν τῇ θαλάττῃ τροφὴν καὶ
τὰς ἐκεῖθεν νομὰς ἀτιμάσαι καὶ ὑπερφρονῆσαι αὐτῶν. προῄει δὲ ἄρα οὗτος καὶ ἐς τὴν
γῆν, καὶ ἐλῄζετο καὶ τῶν χερσαίων ἔστιν ἅ. οὐκοῦν διά τινος ὑπονόμου κρυπτοῦ ἐκβάλλοντος
ἐς τὴν θάλατταν τὰ ἐκ τῆς πόλεως τῆς προειρημένης ῥυπαρὰ ἐσνέων καὶ ἀνιὼν ἐς οἶκόν
τινα πάραλον, ἔνθα ἦν ἐμπόρων Ἰβηρικῶν φόρτος καὶ ταρίχη τὰ ἐκεῖθεν ἐν σκεύεσιν
ἁδροῖς, εἶτα τὰς πλεκτάνας περιχέων καὶ σφίγγων τὸν κέραμον ἐρρήγνυ τὰ ἀγγεῖα
καὶ κατεδαίνυτο τὰ ταρίχη. οἱ δὲ ἐσιόντες ὡς ἑώρων τὰ ὄστρακα, πολὺν δὲ τοῦ
φόρτου ἀριθμὸν ἀφανῆ κατελάμβανον, ἐξεπλήττοντο καὶ τίς ἦν ὁ κεραΐζων αὐτοὺς
συμβαλεῖν οὐκ εἶχον, τῶν μὲν θυρῶν ἀνεπιβουλεύτων βλεπομένων, τοῦ δὲ ὀρόφου ὄντος
ἀσινοῦς καὶ τῶν τοίχων μὴ διεσκαμμένων· ἑωρᾶτο δὲ καὶ τῶν ἰχθύων τῶν ταρίχων
λείψανα ὑπολειφθέντα ὑπὸ τοῦ ἀκλήτου δαιτυμόνος. ἔκριναν δή τινα τῶν οἰκείων τὸν
μάλιστα εὐτολμότατον ἔνδον ὡπλισμένον καταλιπεῖν ἐλλοχῶντα. νύκτωρ οὖν ἐπὶ τὴν
συνήθη δαῖτα ὁ πολύπους ἀνέρπει, καὶ περιχυθεὶς τοῖς σκεύεσιν ὥσπερ ἐς πνῖγμα ἀθλητὴς
συλλαβὼν τὸν ἀντίπαλον ἐγκρατῶς τε καὶ μάλα εὐλαβῶς, εἶτα συνέτριβε τὸν κέραμον
λῃστὴς ὡς εἰπεῖν ὁ πολύπους ῥᾷστα. ἦν δὲ διχόμηνος, καὶ κατελάμπετο ὁ οἶκος, καὶ
πάντα ἦν εὐσύνοπτα. ὃ δὲ οὐκ ἐπεχείρει μόνος, δείσας τὸν θῆρα ῾καὶ γὰρ μόνου
μείζων ὁ ἐχθρὸς ἦν᾽, περιηγεῖται δὲ ἕωθεν τοῖς ἐμπόροις τὰ πεπραγμένα· ἀκούοντες
δὲ ἠπίστουν. εἶτα οἳ μὲν τῆς ζημίας τῆς τοσαύτης μνήμῃ τὸν κίνδυνον ἀνερρίπτουν,
καὶ συνελθεῖν τῷ ἐχθρῷ ἔσπευδον, οἳ δὲ τῆς καινῆς καὶ ἀπίστου θέας διψῶντες
συναπεκλείοντο αὐθαίρετοι σύμμαχοι. εἶτα ἑσπέρας ὁ φὼρ ἐπιφοιτᾷ, καὶ ὁρμᾷ ἐπὶ τὴν
συνήθη τράπεζαν. ἐνταῦθα οἳ μὲν ἀπέφραττον τὸν ὀχετόν, οἳ δὲ ὡπλίζοντο ἐπὶ τὸν
πολέμιον, καὶ κοπίσι καὶ ξυροῖς τεθηγμένοις αὐτοῦ διέκοπτον τὰς πλεκτάνας, ὡς
δρυὸς κλάδους ἀκροτάτους ἀμπελουργοί τε καὶ δρυοτόμοι. καὶ τὴν ἀλκὴν αὐτοῦ
περικόψαντες καθεῖλον ὀψὲ καὶ μόγις οὐκ ὀλίγα πονήσαντες, καὶ τὸ καινότατον, ἐν
τῇ γῇ τὸν ἰχθὺν ἐθηράσαντο ἔμποροι».
ΠΗΓΗ: Περί Αλός https://perialos.blogspot.gr/2018/03/blog-post.html
Το Περί Αλός προτείνει κι άλλες ιστορίες από τα «Παράδοξα»:
Ο θυμωμένος ξιφίας. Πιέσατε ΕΔΩ
Μια περίεργη «ναυτική»
ασθένεια. Πιέσατε ΕΔΩ
Το σπίτι «τριήρης» με τους
μεθυσμένους ενοίκους! Πιέσατε ΕΔΩ