ΑΝΤΙΜΕΤΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΡΠΙΛΩΝ
(TORPEDO COUNTERMEASURES – TCM)
Α΄ΜΕΡΟΣ
Περί Αλός
του Αρχιπλοιάρχου Γεωργίου
Σάγου ΠΝ
Από το
βιβλίο «ΑΡΧΕΣ ΥΔΡΟΑΚΟΥΣΤΙΚΗΣ & ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ
SONAR»,
των Γεωργίου Α. Σάγου & Νικολάου Γ. Μαλαχία.
Αθήνα:
Παπασωτηρίου 2003, σ. 429. Αναδημοσίευση στο Περί Αλός
με την
έγκριση αμφοτέρων συγγραφέων. Το παρόν
συμπληρώθηκε/ανανεώθηκε
από τον συγγραφέα Γεώργιο Σάγο.
Σχήμα 1(α).
Τα πρώτα αντίμετρα εναντίον των
τορπιλών ήσαν εντελώς
παθητικά, πχ η τοποθέτηση συρμάτινων φραγμάτων γύρω
από
αγκυροβολημένα πλοία.
|
Γενικά
Ένα πρόβλημα ζωτικής σημασίας,
τόσο για τα πλοία επιφανείας όσο και για τα υποβρύχια, αποτελεί ο έγκαιρος
εντοπισμός και η αποφυγή ή εξουδετέρωση των διαρκώς τεχνολογικά εξελισσόμενων
τορπιλών. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση των όπλων αυτών είναι από τη φύση της
ένα αρκετά περίπλοκο έργο. Οι μικροί χρόνοι αντίδρασης, το αντίξοο θαλάσσιο
περιβάλλον και οι αυξημένες ικανότητες των μοντέρνων υποβρυχίων όπλων,
συνθέτουν ένα δύσκολο πρόβλημα για την αντιμετώπιση της απειλής αυτής.
Ιστορικά, τα πρώτα αντίμετρα
εναντίον των τορπιλών ήσαν εντελώς παθητικά, όπως πχ η τοποθέτηση συρμάτινων
φραγμάτων γύρω από αγκυροβολημένα πλοία και η κατασκευή στεγανών διαμερισμάτων
στις πλευρές των πλοίων. Η αντιμετώπιση των ακουστικών τορπιλών, αρχικά
στηριζόταν κυρίως στη μείωση του εκπεμπόμενου αυτοθορύβου και της μαγνητικής
υπογραφής του σκάφους/πλατφόρμας, καθώς επίσης και στον έλεγχο της λειτουργίας
των συστημάτων sonar (ελαχιστοποίηση των εκπομπών των ενεργητικών συστημάτων
και εντοπισμός επερχόμενων τορπιλών με την εκμετάλλευση των παθητικών
συστημάτων sonar). Στη συνέχεια, μεταξύ των άλλων ακολούθησε η ανάπτυξη
διαφόρων υλικών αντιμέτρων (soft & hard kill). Σήμερα, διεξάγονται οι
εντατικότερες έρευνες από ποτέ, για την εξεύρεση εξυπνότερων και
αποτελεσματικότερων τεχνικών αντιμετώπισης των τορπιλών.
2.Έρευνα
για ανίχνευση, αναγνώριση & εντοπισμό τορπιλών (DCL – Detection,
Classification & Localization)
Η
ανίχνευση για την έγκαιρη αναγνώριση και εντοπισμό της ακριβούς θέσης μίας
επερχόμενης τορπίλης (torpedo alert) αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για την
επιβίωση στο σύγχρονο περιβάλλον των επιχειρήσεων, τόσο των υποβρυχίων όσο και
πλοίων επιφανείας. Οι παράγοντες αυτοί εξαρτώνται από τα χαρακτηριστικά της
ίδιας της τορπίλης [1], τα
χαρακτηριστικά των αισθητήρων/συστημάτων sonar και του φορέα αυτών, καθώς
επίσης και από τις επικρατούσες συνθήκες περιβάλλοντος, οι οποίες είναι
ιδιαίτερα ποικιλόμορφες στις παράκτιες περιοχές. Επίσης, από την αποτελεσματική
ολοκλήρωση/σύνθεση όλων των πληροφοριών των εμπλεκόμενων αισθητήρων, εξαρτάται
σε σημαντικό βαθμό τόσο ο έγκαιρος εντοπισμός όσο και η ορθή εκτίμηση των
χαρακτηριστικών της επερχόμενης απειλής, προκειμένου στη συνέχεια να
αναλαμβάνονται τα κατάλληλα αντίμετρα αντίδρασης (reactive countermeasures).
Συνήθως, για να επιτύχουμε
αποτελεσματικό παθητικό εντοπισμό των διακριτών ακουστικών συχνοτήτων
(narrowband detection) που εκπέμπονται από μία τορπίλη, απαιτείται σύστημα
sonar με εξαιρετικής απόδοσης beamforming και δυνατότητα απόκρισης του
συστήματος λήψης τουλάχιστον στην περιοχή του φάσματος 1000 - 4000 Hz (LOFAR).
Επίσης, για τον εντοπισμό των ευρέως φάσματος υδροφωνικών (broadband detection)
των τορπιλών απαιτείται σύστημα με απόκριση στην περιοχή 10 - 5000 Hz.
Καθοριστικός παράγοντας σε όλες τις περιπτώσεις αποτελεί ο αυτοθόρυβος της
πλατφόρμας του παθητικού συστήματος sonar. Ο σχετικά υψηλός αυτοθόρυβος των
πλοίων επιφανείας περιορίζει στις περισσότερες των περιπτώσεων την απόσταση
εντοπισμού των επερχόμενων τορπιλών από τα παθητικά συστήματα γάστρας (HMS –
Hull Mounted Sonars), σε μόλις μερικές εκατοντάδες ή στην ευνοϊκότερη περίπτωση
λίγες χιλιάδες μέτρα. Αντίθετα, ο εντοπισμός από ρυμουλκούμενες συστοιχίες
υδροφώνων (towed arrays) επιτυγχάνεται σε αρκετά μεγαλύτερες αποστάσεις, κυρίως
λόγω του χαμηλότερου αυτοθορύβου και του υψηλότερου κέρδους (AG – Array Gain)
των συστημάτων αυτών. Στην περίπτωση των ανθυποβρυχιακών τορπιλών που βάλλονται
εναντίον υποβρυχίων, οι αποστάσεις εντοπισμού είναι εξαιρετικά μικρές (όπως και
οι χρόνοι αντίδρασης), λόγω της τακτικής με βάση την οποία χρησιμοποιούνται τα
όπλα αυτά (εκτοξεύονται από πολύ μικρές αποστάσεις).
Για τα βέλτιστα δυνατά αποτελέσματα, οι εφαρμοζόμενες
τεχνολογίες ενεργητικού και παθητικού εντοπισμού τορπιλών υιοθετούν προηγμένες
μεθόδους ψηφιακής επεξεργασίας σήματος, όπως πχ προσαρμοζόμενα φίλτρα ακύρωσης
θορύβου (adaptive noise cancellation), προσαρμοζόμενες τεχνικές σχηματισμού
λοβών (adaptive beamforming), μεθόδους ταύτισης πεδίου (matched field
processing), κτλ. Η αναγνώριση επίσης μίας επερχόμενης τορπίλης με αποδεκτά
χαμηλό ρυθμό ψευδών συναγερμών, αποτελεί και αυτό ένα πολύ σημαντικό θέμα,
καθώς έχει άμεση σχέση με το απαιτούμενο πλήθος εκτοξευτών και φόρτο αντιμέτρων
soft & hard kill, εκ μέρους των αμυνόμενων πλοίων φορέων.
Μία ακόμη υπό ανάπτυξη τεχνολογία για την ανίχνευση,
αναγνώριση και ακριβή προσδιορισμό της θέσης επερχόμενων τορπιλών εναντίον
πλοίων επιφανείας (DCL – Detection, Classification & Localization), είναι
αυτή των εναέριων συστημάτων σάρωσης δέσμης laser με δυνατότητα απεικόνισης
ειδώλων υποβρυχίων αντικειμένων. Συστήματα laser imaging εφαρμόζονται ήδη στην
πράξη για τον εντοπισμό θαλασσίων ναρκών.
Σχήμα 3.
Τα διαδοχικά στάδια
αντιμετώπισης μίας επερχόμενης
τορπίλης εναντίον πλοίου επιφανείας.
|
Ορισμένα παραδείγματα από τα
παλαιότερα συστήματα έρευνας για την ανίχνευση, αναγνώριση, εντοπισμό της θέσης
και την αντιμετώπιση τορπιλών που έχουν παρουσιασθεί για την προστασία πλοίων
επιφανείας (point defense), είναι τα ακόλουθα:
SPARTACUS & NGDS:
Αποτελεί Γαλλικό soft kill
σύστημα επιτήρησης, εντοπισμού και προειδοποίησης επερχόμενων τορπιλών, καθώς
επίσης και εκτόξευσης ρουκετών στατικών αντιμέτρων εκπομπής θορύβου
(decoys/jammers), σε αποστάσεις έως 3 km και σε προκαθορισμένο βάθος.
Περιλαμβάνει τρία βασικά τμήματα (modules):
torpedo alert, alert reaction & decoy launcher(DAGAIE, SAGAIE). Εξέλιξη αποτελεί το ανάλογο
επίσης σύστημα Contralto-V που
χρησιμοποιεί τα ευρέως φάσματος ενεργά στατικά αντίμετρα Canto (σε
ρόλο confusion/saturation),
όπως και το επόμενης γενιάς NGDS
(New
Generation Dagaie
System)
της DCN.
SATAR
(UMS
4520):
Σύστημα της Thomson
Marconi Sonar,
το οποίο υπεστήριζε διασύνδεση με τα ήδη εγκατεστημένα συστήματα HMS ή VDS των
πλοίων.
ALBATROS
(UMS
4530):
Αυτόνομο σύστημα της Thomson
Marconi Sonar,
το οποίο διέθετε ειδικής μορφής ρυμουλκούμενη γραμμική συστοιχία υδροφώνων, με
εγγενή δυνατότητα αντιμετώπισης αμφιβολίας διοπτεύσεων. Υπεστήριζε τη
δυνατότητα αυτόματης έρευνας για ανίχνευση, αναγνώριση και εντοπισμό της θέσης
των επερχόμενων τορπιλών, με χαμηλό ρυθμό εσφαλμένων συναγερμών.
SEA DEFENDER Mk I & II (UMS 4550):
Πλήρες σύστημα αυτοπροστασίας
της Thales
Underwater Systems
(πρώην Thomson Marconi),
το οποίο εκτελεί αυτόματη έρευνα για ανίχνευση, αναγνώριση, εντοπισμό της θέσης
και χρήση αντιμέτρων κατά των επερχόμενων τορπιλών. Μεταξύ των άλλων,
περιλαμβάνει μία ρυμουλκούμενη συστοιχία τριπλών υδροφώνων (triplets),
ένα σύστημα αισθητήρων γάστρας, αναλώσιμα αντίμετρα LESCUT, καθώς επίσης και συνεργασία
με τα διαδεδομένα ρυμουλκούμενα αντίμετρα
AN/SLQ-25A
Nixie.
Ορισμένα παραδείγματα νεότερων ή υπό ανάπτυξη προηγμένων
συστημάτων αντιτορπιλικής προστασίας πλοίων επιφανείας, είναι:
SLAT (Système de Lutte Anti-Torpilles):
Αποτελεί ολοκληρωμένο
Γαλλο-Ιταλικό soft
kill
παθητικό σύστημα επιτήρησης, αναγνώρισης, εντοπισμού της θέσης και
προειδοποίησης επερχόμενων τορπιλών, της κοινοπραξίας (consortium) Euroslat [2]. Το σύστημα έχει ήδη εγκατασταθεί στις
φρεγάτες αεράμυνας Horizon
(φορείς επίσης και της ανθυποβρυχιακής τορπίλης MU-90), καθώς και στο Ιταλικό
αεροπλανοφόρο Giuseppe Garibaldi.
Παράγωγα του συστήματος εγκαθίστανται στις νέες Ιταλο-Γαλλικές φρεγάτες FREMM (European
FRigates Multi-Mission).
Το SLAT περιλαμβάνει τα ακόλουθα
τμήματα/υποσυστήματα:
• ALERTO.
Αποτελεί μία ρυμουλκούμενη γραμμική συστοιχία 42 τριπλών υδροφώνων (για
ενσωματωμένη δυνατότητα επίλυσης αμφιβολίας διοπτεύσεων) και προαιρετικά μία σταθερή συστοιχία γάστρας (hull
mounted cylindrical sonar
array).
Διαθέτει δυνατότητες επεξεργασίας/ανάλυσης ακουστικών δεδομένων (narrowband
& broadband),
όπως επίσης και σύζευξης δεδομένων (data fusion) από
άλλους αισθητήρες.
• RATO. Αποτελεί σύστημα επεξεργασίας στοιχείων
(beamforming, φασματικής ανάλυσης, ανίχνευσης, αναγνώρισης, αυτόματης
παρακολούθησης, κτλ). Το σύστημα αυτό, αφού αναγνωρίσει την επερχόμενη τορπίλη,
ενεργοποιεί την εκτόξευση soft kill αντιμέτρων σε κατάλληλες θέσεις, σε
συνδυασμό με προτάσεις εκτέλεσης ελιγμών αποφυγής.
• CMAT. Περιλαμβάνει τα εκτοξευόμενα, παρασυρόμενα
ηλεκτρο-ακουστικά αντίμετρα παραγωγής θορύβου ευρέως φάσματος (drifting
jammers) και τα αυτοκινούμενα αντίμετρα παραγωγής σημάτων παρεμβολής
ψευδοστόχων (mobile decoys), για την παραπλάνηση της ακουστικής κεφαλής της
επερχόμενης τορπίλης. Τα αντίμετρα αυτά, κατασκευάζονται από τη WASS.
Σχήμα 4.
Το Γαλλο-Ιταλικό soft kill
σύστημα αντιτορπιλικής
προστασίας SLAT.
|
Ο επιδιωκόμενος τρόπος
παραπλάνησης της τορπίλης από το SLAT ομοιάζει με την παρεμφερή τεχνική του
κεντροειδούς (centroid), που εφαρμόζεται για την αποφυγή επερχόμενων
κατευθυνόμενων βλημάτων.
AN/WSQ-11 Torpedo Defense System (TDS):
AN/WSQ-11 Torpedo Defense System (TDS):
Αρχικά, υπήρξε ένα κοινό
Αγγλο-Αμερικανικό πρόγραμμα (από τη δεκαετία του 1980), για την προστασία των
πλοίων επιφανείας από όλων των ειδών τις τορπίλες, γνωστό με την ονομασία SSTD
(Surface Ship Torpedo Defense system) ή Joint-SSTD. Το SSTD περιλάμβανε τη
συνδυασμένη λειτουργία ρυμουλκούμενης συστοιχίας υδροφώνων (towed array),
χρήσης αναλωσίμων ακουστικών αντιμέτρων (decoys), καθώς επίσης και την πρόβλεψη
ενός hard kill συστήματος εκτόξευσης ελαφρών αντιτορπιλικών τορπιλών (Mk-46
Mod7) [3]. Στο σύστημα αυτό, τα
λαμβανόμενα στοιχεία όλων των ακουστικών αισθητήρων του πλοίου υπόκεινται σε
επεξεργασία, για την ανίχνευση, αναγνώριση και προσδιορισμό της θέσης
επερχόμενης τορπίλης, χρησιμοποιώντας προηγμένους αλγορίθμους επεξεργασίας και
απεικόνισης των στοιχείων. Στη συνέχεια, το σύστημα αναπτύχθηκε με την ονομασία
AN/SLX-1 MSTRAP (Multi-Sensor Torpedo Recognition and Alertment Processor), από
τη Northrop Grumman.
Τελικά, η ολοκλήρωση του
συστήματος με το ανθυποβρυχιακό σύστημα AN/SQQ-89(V)6 των πλοίων επιφανείας του
USN αντιμετώπισε σημαντικές δυσκολίες, λόγω των πολλών ψευδών συναγερμών (false
alarms) στο παράκτιο περιβάλλον επιχειρήσεων. Για το λόγο αυτό, το πρόγραμμα
διεκόπη και στη θέση του το USN αποφάσισε την ανάπτυξη ενός άλλου συστήματος με
την ονομασία AN/WSQ-11 Torpedo Defense System (TDS), καθώς επίσης και τη
βελτίωση των επιχειρησιακά διαδεδομένων αντιμέτρων AN/SLQ-25A Nixie. Το νέο
σύστημα AN/WSQ-11 (γνωστό και ως Whiskey 11 ή Super Nixie) της Ultra
Electronics, διαθέτει ευρεία μπάντα λειτουργίας (10-100 kHz) και εφόσον
ολοκληρωθούν επιτυχώς οι διεξαγόμενες δοκιμές προορίζεται να εγκατασταθεί σε
αντιτορπιλικά DDG-51, αεροπλανοφόρα και μεγάλα πλοία αμφιβίων επιχειρήσεων.
Βασίζεται στο προηγούμενο MSTRAP, αλλά εκτός από τον παθητικό χρησιμοποιεί και
ενεργητικό εντοπισμό πολλών επερχόμενων τορπιλών (μέσω υψηλής συχνότητας active
sonar). Επίσης, θα μπορεί να βάλλει σε salvos έως και 4 ελαφρές hard kill
αντιτορπιλικές τορπίλες ATT (Anti-Torpedo Torpedoes), μήκους 105 inch,
διαμέτρου 6.75 inch και εμβέλειας μερικών εκατοντάδων μέτρων. Οι τορπίλες
αυτές, θα αναπτύσσουν υψηλές ταχύτητες και θα διαθέτουν θερμικό σύστημα πρόωσης
λιθίου (Li) που θα αντιδρά με το θαλασσινό νερό (SCEPS). Θα διαθέτουν seeker
πολλαπλών λειτουργιών, ψηφιακή επεξεργασία σήματος (νευρωνικά δίκτυα,
fuzzy-logic, κτλ) και δυνατότητα προσαρμογής εν κινήσει για την αντιμετώπιση
οποιοιδήποτε τύπου τορπίλης.
Σχήμα 5.
Το υπό ανάπτυξη σύστημα
αντιτορπιλικής προστασίας
του USN χρησιμοποιεί ελαφρές hard kill αντιτορπιλικές
τορπίλες ATT (Anti-Torpedo Torpedoes).
|
Το αντίστοιχο του AN/WSQ-11
σύστημα του Βρετανικού Ναυτικού είναι το αυτόνομης λειτουργίας Sonar 2170 SSTD
(Sea Sentor η εξαγώγιμη έκδοση) της Ultra Electronics, το οποίο είναι ήδη
επιχειρησιακό στις φρεγάτες Type 23. Το εν λόγω σύστημα είναι reactive soft
kill και διαθέτει μία ρυμουλκούμενη συστοιχία υδροφώνων (εύρους πολλών οκτάβων)
για εντοπισμό τορπιλών, στην οποία ενσωματώνεται κατάλληλα και το υφιστάμενο
ρυμουλκούμενο αντίμετρο Sonar 2070 (βασισμένο στο AN/SLQ-25A Nixie). Επίσης,
έχει εγκατασταθεί και σε ορισμένα βοηθητικά πλοία RFA, καθώς και στα νέα
αντιτορπιλικά ναυτικής αεράμυνας Type 45. Το εν λόγω σύστημα διεξάγει έρευνα
για ανίχνευση, αναγνώριση και εντοπισμό της θέσης της επερχόμενης τορπίλης
(DCL) με βάση κάποιον επεξεργαστή TRAMP (Torpedo Recognition Acoustic Multibeam
Processor) που έχει αναπτύξει η QinetiQ. Επίσης, παρέχει συμβουλές σε τακτικό
επίπεδο για την αντιμετώπιση της τορπίλης τόσο με ελιγμούς αποφυγής όσο και με
την ανάπτυξη/εκτόξευση αναλώσιμων ακουστικών αντιμέτρων για την αποπλάνηση
(seduction) αυτής. Μελλοντικά, εξετάζεται η ενσωμάτωση της ανθυποβρυχιακής
τορπίλης Sting Ray Mod1 σε αντιτορπιλικό ρόλο.
Σχήμα 7(β).
Ανάπτυξη του βρετανικού
αντιτορπιλικού συστήματος
Sonar 2170 SSTD (Surface Ship Torpedo Defense).
|
TAU (Torpedoabwehr für Überwasserschiffen) της BWB:
Αποτελεί υπό ανάπτυξη γερμανικό
σύστημα ενεργητικού/παθητικού ακουστικού εντοπισμού μέσω sonar γάστρας (HMS)
και ρυμουλκούμενης συστοιχίας υδροφώνων (COTASS). Επίσης, προβλέπεται
δυνατότητα hard kill με αντιτορπιλικές τορπίλες ATT (Anti-Torpedo Torpedoes)
πυραυλικής πρόωσης (υπερσπηλαίωσης), μήκους 2.1 m, διαμέτρου 21 cm.
Σχήμα 8.
Πρωτότυπα του αντιτορπιλικού
όπλου υπερσπηλαίωσης
SUWLK, της BWB. Το εν λόγω όπλο διαθέτει αδρανειακό
σύστημα κατεύθυνσης IMU (Inertial Measurement Unit).
|
Barracuda της Diehl BGT Defence:
Αποτελεί γερμανικό πειραματικό
πρόγραμμα ανάπτυξης hard kill αντιμέτρων υπερσπηλαίωσης κατά τορπιλών και
υποβρυχίων. Προορίζεται για την αντιτορπιλική προστασία πλοίων επιφανείας και
υποβρυχίων. Διαθέτει πυραυλοκινητήρα (ταχύτητα >200 knots - 360 km/h),
αδρανειακό σύστημα κατεύθυνσης για τη σταθεροποίηση του αντιμέτρου και ένα
κινούμενο conus-shaped tip για την ελεγχόμενη αλλαγή της πορείας του (canard control).
Σχήμα 9.
To Γερμανικό hard kill
αντίμετρο υπερσπηλαίωσης Barracuda.
|
SEASPIDER της ATLAS Elektronik:
Αποτελεί υπό ανάπτυξη Γερμανικό
πρόγραμμα, το οποίο προβάλλεται ως μία σχετικά χαμηλού κόστους λύση για την
αντιτορπιλική προστασία πλοίων επιφανείας και υποβρυχίων [4]. Συνδυάζει ενεργητικό (μόνο για πλοία επιφανείας)
και παθητικό εντοπισμό της επερχόμενης τορπίλης, εξαιρετικά ταχεία εκτίμηση και
hard kill εξουδετέρωση της απειλής με μία υψηλής ταχύτητας και ευελιξίας
αντιτορπιλική τορπίλη ΑΤΤ, γνωστή με την ονομασία MTW (Mini Torpedo Welcome). Η
τελευταία είναι μικρής εμβέλειας και εξαιρετικά μικρού φυσικού μεγέθους (μήκος
2.26 m, διάμετρος 21 cm, βάρος 115 kg). Χρησιμοποιεί πρόωση πυραυλοκινητήρα και
ενεργητικό sonar υψηλών συχνοτήτων. Ο εφαρμοζόμενος από το σύστημα αλγόριθμος
αναγνώρισης (classification) της επερχόμενης τορπίλης, λαμβάνει υπόψη στοιχεία
όπως ο θόρυβος από την πρόσκρουση της τορπίλης στο νερό και η έναρξη
λειτουργίας του συστήματος πρόωσης αυτής (για τις ανθυποβρυχιακές τορπίλες),
καθώς επίσης ο παραγόμενος θόρυβος και οι ενεργητικές εκπομπές της επερχόμενης
τορπίλης. Η πιθανότητα εσφαλμένου συναγερμού του συστήματος εκτιμάται ότι
μπορεί να βελτιωθεί σε επίπεδα χαμηλότερα από 10-5, δηλαδή περίπου έναν
εσφαλμένο συναγερμό ανά εβδομάδα, λόγω του περιορισμένου χώρου που καλύπτει
(αποστάσεις εμπλοκής μικρότερες των 2 km).
Σχήμα 10.
Το σύστημα SEASPIDER της ATLAS
Elektronic χρησιμοποιεί
τη μικρή αντιτορπιλική τορπίλη MTW και έχει
σχεδιαστεί
για την hard kill αντιμετώπιση κάθε
τύπου τορπίλης.
|
SEAPIKE ή LCAW (Low Cost ASW Weapon) της ATLAS Elektronik:
Αποτελεί hard kill αντίμετρο
κατά τορπιλών. Κατά την είσοδο στο νερό εκτελεί ενεργητική έρευνα βυθιζόμενο
κατακόρυφα χωρίς καθόλου πρόωση. Η πρόωση ενεργοποιείται μετά από τον εντοπισμό
του στόχου, οπότε το όπλο λαμβάνει οριζόντια θέση και συνεχίζει το πρόγραμμά
του εναντίον της επερχόμενης τορπίλης.
TAU (Torpedoabwehr U-Boote) 2000, των ATLAS Elektronik και Allied Signal ELAC:
Αποτελούν soft kill αντίμετρα,
τα οποία είναι σχεδιασμένα για την αντιτορπιλική προστασία των υποβρυχίων U212.
3. Κατηγορίες αντιμέτρων κατά τoρπιλών TCM (Torpedo Counter-Measures)
Τα αντίμετρα κατά επερχόμενων
τορπιλών (TCM), ως προς τη χρονική στιγμή (φάση) της εφαρμογής τους, μπορεί να
είναι:
• προστατευτικά (proactive), πχ καταστροφή των εχθρικών
υποβρυχίων στις περιοχές περιπολίας τους,
• προληπτικά/αποτρεπτικά (preventive), τα οποία εφαρμόζονται
πριν από την επίλυση του προβλήματος βολής της τορπίλης από τη βάλλουσα
πλατφόρμα, και
• αντίδρασης (reactive countermeasures), τα οποία
εφαρμόζονται εναντίον των ιδίων των επιτιθέμενων τορπιλών.
Μία άλλη διάκριση των
αντιμέτρων κατά τορπιλών είναι τα τεχνικά ή υλικά αντίμετρα (material TCM) και
τα τακτικά αντίμετρα (tactical TCM). Τα πρώτα αφορούν σε μεθόδους ή υλικά μέσα,
που έχουν σκοπό την προσέλκυση ή την καταστροφή της τορπίλης και μπορεί να
είναι αναλώσιμα είτε μη αναλώσιμα. Τα δεύτερα αποτελούν τρόπους
ενέργειας/δράσης, πχ χειρισμοί τακτικού επιπέδου, για την αποφυγή ή τη δυσκολία
επίλυσης της βολής τορπίλης.
Ως προς το επιδιωκόμενο
αποτέλεσμα τα τεχνικά αντίμετρα TCM διακρίνονται σε συστήματα soft kill εφόσον
έχουν σκοπό την παραπλάνηση των ακουστικών τορπιλών [5] και σε συστήματα hard
kill εφόσον έχουν σκοπό την καταστροφή των τορπιλών. Η έρευνα που διεξάγεται
παγκοσμίως από διάφορα κράτη για την ανάπτυξη και εξέλιξη αποτελεσματικών
τέτοιων συστημάτων, είναι συνεχής και με υψηλό οικονομικό κόστος (εκατοντάδων
εκατομμυρίων δολαρίων). Πάντως, από πλευράς τακτικής εξακολουθεί ακόμη να
θεωρείται ευκολότερη και ίσως προτιμότερη η απευθείας αντιμετώπιση των ιδίων
των υποβρυχίων [6], από τις τορπίλες τους.
http://perialos.blogspot.gr/2015/01/torpedo-countermeasures-tcm.html
Για το Β΄ και τελευταίο ΜΕΡΟΣ πιέσατε ΕΔΩ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Οι ηλεκτρονικές τορπίλες
ακουστικής κατεύθυνσης τελευταίας γενιάς, είναι αρκετά πιο αθόρυβες από όλες
τις προηγούμενες (ευθυτενούς τροχιάς, wake homers, ακόμη και από τις
παλαιότερες ηλεκτρονικές τορπίλες). Για τον εντοπισμό πολύ αθόρυβων τορπιλών θα
πρέπει να γίνεται εκμετάλλευση ακόμη και των ενεργητικών αισθητήρων εντοπισμού.
Γι΄ αυτό πολλά μοντέρνα sonar πλοίων επιφανείας (TUS 4110CL & UMS 4131S
Spherion της Thales, Tsunami της L3 Ocean Systems, AN/SQS-510 της General
Dynamics) περιλαμβάνουν ενσωματωμένη κάποια δυνατότητα ενεργητικού εντοπισμού
τορπιλών.
[2] To εν λόγω consortium αποτελείται από τις WASS (Whitehead Alenia
Sistemi Subacquei), DCN και Thales Underwater Systems (πρώην Thomson Marconi
Sonar).
[3] Η ανάπτυξη της αναφερόμενης
αντιτορπιλικής τορπίλης έχει πλέον διακοπεί, λόγω σημαντικών τεχνικών δυσκολιών
και περιορισμού της υφιστάμενης υποβρύχιας απειλής.
[4] Λόγω οικονομικών περικοπών
η ανάπτυξη του συστήματος αναβλήθηκε το 2005, αλλά η Atlas Elektronik
ευελπιστεί σε περαιτέρω χρηματοδότηση από τη BWB.
[5] Επισημαίνεται, ότι τα υλικά
αντίμετρα soft kill μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ψευδοστόχοι, τόσο για τη
σύγχυση/κορεσμό (confusion/saturation) της τακτικής εικόνας του αντιπάλου πριν
από τη βολή της τορπίλης, όσο και μετά από τη βολή για την παραπλάνηση της
τορπίλης κυρίως κατά τη φάση έρευνας (distraction) και ορισμένες φορές κατά την
τελική φάση της επίθεσης (seduction). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, ο σκοπός
είναι το όπλο του βάλλοντος να κατευθυνθεί μακριά από τη θέση του στόχου
(πλοίου επιφανείας ή υποβρυχίου). Τα υλικά αντίμετρα soft kill είναι δυνατό για
μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα να συνδυάζονται ταυτόχρονα και με κάποιους
τακτικούς χειρισμούς αποφυγής της επερχόμενης τορπίλης (tactical avoidance
maneuvers).
[6] Για παράδειγμα, είναι
προτιμότερη η καταστροφή των υποβρυχίων στις βάσεις τους (preemptively) ή στην
περιοχή περιπολίας τους (proactively) πριν από την εμφάνιση/διέλευση των φίλιων
High Value Units στην περιοχή.